Η «πρώτη» εξουσία!
Σε άρθρο μας που φιλοξένησε το «ΠΑΡΟΝ» στις 16/1/2000 -πάνε εννέα ολόκληρα χρόνια από τότε- διερωτώμεθα εάν τα ΜΜΕ είχαν εξελιχθεί στην πρώτη και κυρίαρχη εξουσία, αναφερόμενοι παράλληλα και στους «επαναστάτες» δημοσιογράφους, σε εκείνους δηλαδή που, χωρίς να αλλοτριώνονται μέσα στο σύστημα, «επαναστατούν» στο όνομα της Ελλάδας. Πηγαίνοντας ακόμη πιο πίσω -κάπου δεκαπέντε χρόνια- ο έφηβος «βουλευτής» Πάνος Μελανούρης, από του βήματος της Βουλής των Ελλήνων, είχε χαρακτηριστικά αναφέρει και τα εξής:
«Κύριε πρόεδρε της Βουλής, κύριοι υπουργοί, αγαπητοί συνάδελφοι βουλευτές, η δική μου παρέμβαση αφορά στην ποιότητα και τον τρόπο λειτουργίας των ΜΜΕ, η αναγόρευση των οποίων σε τέταρτη εξουσία δεν με βρίσκει σύμφωνο. Θεωρώ ότι τα ΜΜΕ σήμερα έχουν αποκτήσει τέτοια δύναμη ώστε δίκαια θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως πρώτη και κυρίαρχη εξουσία. Αυτό έχει άμεση συνέπεια την ύπαρξη της δυνατότητας επηρεασμού των υπολοίπων εξουσιών, οι οποίες είναι συνταγματικά κατοχυρωμένες.
Σ’ αυτήν την περίπτωση τίθενται μακροπρόθεσμα σε κίνδυνο οι λεπτές εκείνες ισορροπίες που διατηρούν το οικοδόμημα της Δημοκρατίας. Κατά τη γνώμη μου, όλη αυτή η κατάσταση είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι τα ΜΜΕ έχουν χάσει πλέον τον σκοπό και τον προσανατολισμό τους».
Τα ΜΜΕ έχουν χάσει, πλέον, τον σκοπό τους και τον προσανατολισμό τους, έλεγε το 1996 ο έφηβος, τότε, Πάνος Μελανούρης.
Τα χρόνια πέρασαν και ουδείς, ασφαλώς, αμφιβάλλει για την ορθότητα της επισήμανσης.
Μεγαλοεργολάβοι-εκδότες και εκδότες-μεγαλοεργολάβοι, μεγαλοεκδότες σκέτοι, με παρέμβαση στα πολιτικά μας πράγματα (αυτό δεν βλάπτει, κατ’ ανάγκην) πλην με… πειθώ (αυτό… βλάπτει σε μεγάλο βαθμό).
Μεγαλοεκδότες, που έχουν μετατρέψει τις εφημερίδες τους σε… περίπτερα (!) αφού οι (δήθεν) προσφορές, που βεβαίως πληρώνονται, πλειοδοτούν σε σχέση με την ύλη.
Μεγαλοδημοσιογράφοι εξελιχθέντες σε τιμητές των πάντων, ως αυθεντίες επί παντός επιστητού και όχι μόνο, μέσα από τον έντυπο αλλά και από τον ηλεκτρονικό τους λόγο.
Μεγαλοδημοσιογράφοι, οι οποίοι στο όνομα της εξυγίανσης του πολιτικού μας βίου διαπλέκονται οι ίδιοι και πάει λέγοντας…
Με τούτα και με εκείνα, οι θαρραλέες φωνές όλο και λιγοστεύουν, πηγαίνοντας κόντρα στο ρεύμα, συνεκτιμώμενης βεβαίως και της ανάγκης της επιβίωσης.
Γι’ αυτό κι εμείς οι πολίτες χρήσιμο θα ήταν να γίνουμε περισσότερο «ενεργοί», να αντιστεκόμαστε κάθε φορά που υποτιμάται ή και προσβάλλεται η νοημοσύνη μας.
Βεβαίως, όχι για να… αλλάξουμε τα πράγματα, αλλά για να τα έχουμε καλά με τον εαυτό μας και με τη συνείδησή μας.
Και είναι παρήγορο, ασφαλώς, το γεγονός, ότι οι νέοι άνθρωποι δεν… μασάνε (για να χρησιμοποιήσει ο γράφων την ορολογία τους).
Ευτυχώς -οι κανόνες έχουν πάντα και τις εξαιρέσεις τους- υπάρχουν και οι δημοσιογραφικές «φωνές» που αντιστέκονται.
Ατυχώς, ωστόσο, είναι λίγες…
Το πρόβλημα σε κάθε περίπτωση είναι σύνθετο και μείζον.
Το ερώτημα, πάντως, είναι υπαρκτό όπως και η απάντηση δεδομένη.
Το ερώτημα: Η ΕΣΗΕΑ και η πλειονότητα των δημοσιογράφων επιχαίρουν για την κατάσταση αυτή;
Η απάντηση: Ακόμη και αν δεν επιχαίρουν, τι;
Σ. Κ.