Η εγκαθίδρυση του Ηγεμόνα
Η προνομιακή μεταχείριση των ΗΠΑ απέναντι στη σημερινή Τουρκία δεν είναι μόνο εμφανής, αλλά μπορεί και να εξηγηθεί ως ένα συγκεκριμένο κομμάτι της αναθεωρημένης νέας στρατηγικής, κυρίως όμως τακτικής, των ΗΠΑ για τον κόσμο.
Η Τουρκία είναι για τις Ηνωμένες Πολιτείες η μοναδική χώρα της υφηλίου που έχει χαρακτηριστικά εξαιρετικά κρίσιμα για την πορεία των σχέσεων της Δύσης, και κυρίως των Ηνωμένων Πολιτειών, με τον ισλαμικό κόσμο. Αυτά είναι τα εξής: Πρώτον, η Τουρκία είναι μια μεγάλη χώρα με ισλαμικό πληθυσμό σχεδόν ομοιογενή σε ό,τι αφορά το θρήσκευμα. Δεύτερον, πολιτικά και στρατηγικά είναι ενταγμένη στη Δύση. Είναι δηλαδή μια δημοκρατία δυτικού τύπου, παρά τις σοβαρότατες επιφυλάξεις όχι μόνο ημών αλλά και πολλών άλλων επιστημόνων, κρατών και παραγόντων του διεθνούς συστήματος, αφού δεν πρόκειται για κράτος δικαίου, γιατί το κράτος δικαίου, δηλαδή ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι η πεμπτουσία της δημοκρατίας. Εδώ φυσικά θα μας πουν διάφοροι, που επιχειρηματολογούν υπέρ της τουρκικής ιδιαιτερότητας, πως η Τουρκία είναι μια δυναμικά οιονεί διαμορφούμενη δημοκρατία και γι’ αυτό πρέπει κανείς να την ενισχύει αναγνωρίζοντας την ιδιομορφία της, χωρίς να την καταπολεμά. Τρίτον, αυτό το περίεργο πάντρεμα μουσουλμανικής κοινωνίας και δυτικού εκσυγχρονισμού, δηλαδή δυτικόστροφου πολιτικού συστήματος, ήρθε να το αναγνωρίσει ο Ομπάμα με τον πλέον δηλωτικό τρόπο, προβάλλοντας διεθνώς, κυρίως στον μουσουλμανικό κόσμο, πως η γέφυρα σύγκλισης μεταξύ Ισλάμ και Δύσης είναι η δημοκρατία δυτικού, περισσότερο «τουρκικού τύπου!», ότι δηλαδή το κήρυγμα της δημοκρατίας και του φιλελευθερισμού παντού είναι υλοποιήσιμο, παρά τις ιδεολογικές, κοσμοθεωρητικές ή θεοκρατικές αντιλήψεις που ανθίστανται.
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ προσέδωσε στην Άγκυρα, διά λόγων και έργων, έναν αναβαθμισμένο γεωστρατηγικά και γεωπολιτικά ρόλο στην περιοχή. Ουσιαστικά πρόκειται για μια κίνηση η οποία μετατρέπει την Τουρκία σε περιφερειακό Ηγεμόνα με ευρύτερη ευθύνη που αφορά στη Μέση Ανατολή, το Ιράν και το Αφγανιστάν, την Κεντρική Ασία, την Υπερκαυκασία και τα Βαλκάνια. Αυτός ο ρόλος του ηγεμόνα μπορεί να γίνει μπούμερανγκ για τις Ηνωμένες Πολιτείες, στον βαθμό που τα οράματα της τουρκικής ηγεσίας για ανασύσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν συμπίπτουν απολύτως με τους οραματισμούς και τα σχέδια των ΗΠΑ και της νέας ηγεσίας της Ουάσινγκτον να αναλάβουν την παγκόσμια διακυβέρνηση σ’ ένα ευρύτερο πλαίσιο κρατών που συνεργάζονται μεταξύ τους και αντιμετωπίζουν τον κόσμο ως ενιαίο σύνολο προβλημάτων, συγκρούσεων και αντιθέσεων, που πρέπει να επιλυθούν στο πλαίσιο μιας νέας συλλογικότητας. Εξάλλου, η Τουρκία θα βρεθεί αργά ή γρήγορα σε σύγκρουση με χώρες όπως το Ισραήλ, το Ιράν, η Ρωσία και η Αρμενία, ενώ η παραδοσιακή αντιπαλότητα με το Κουρδιστάν και τη διεκδικούμενη πολιτική αυτονομία του βόρειου Κουρδιστάν παραμένει πάντοτε ως εγγενές και άλυτο για την Άγκυρα πρόβλημα.
Τέλος, πρέπει να επισημάνουμε, όπως το έχουμε υπογραμμίσει και στο παρελθόν, πως είναι επικίνδυνα αφελής η άποψη πως μπορεί το κεμαλικό μοντέλο μιας sui generis δημοκρατίας, να μεταφυτευτεί σε ισλαμικές χώρες όπως η Αίγυπτος, η Ινδονησία, το Ιράν, το Πακιστάν και το Αφγανιστάν. Η τουρκική ιδιαιτερότητα δεν μεταφέρεται ως μοντέλο πουθενά, γιατί αποτελεί προϊόν συγκεκριμένης επανάστασης της οποίας ο ηγέτης απετέλεσε κορυφαίο σύμβολο και πρότυπο ηγεσίας, που λατρεύεται με θρησκευτική ευλάβεια και φανατισμό από τον τουρκικό μουσουλμανικό πληθυσμό ως ενσαρκωτής του εθνικού ιδεώδους της ενότητας και της νικηφόρου πορείας του τουρκικού έθνους. Αυτές οι ιστορικές στιγμές είναι ανεπανάληπτες, γιατί η δημοκρατία ως μοντέλο έχει τελείως διαφορετικές κοινωνικές και πολιτικοοικονομικές απαιτήσεις και πολιτιστικές αξιώσεις οι οποίες δεν βρίσκουν ανταπόκριση στο μουσουλμανικό σύστημα κοινωνικών και πολιτιστικών αξιών.