Εις μνήμην Γιώργου Κλαδάκη

Αγαπημένε μας Γιώργο.
Αγαπημένε μας Γιώργο Κλαδάκη.
Αγαπημένε μας Κλάδε. Γιατί Κλάδο σε αποκαλούσαμε στην Deutsche Welle, επειδή ήσουνα ρωμαλέος κλάδος και όχι κλαδάκι.
Σε κλαίμε σήμερα, Γιώργο, αν και θα μπορούσες ζωντανός να κλαις κι εσύ, μαζί με τους υπόλοιπους φίλους σου, κάποιον από μας που θα αναπαυόταν σε τούτο το φέρετρο. Ο θάνατος δεν γνωρίζει ηλικίες. Δεν γνωρίζει προτεραιότητες. Δεν γνωρίζει αριθμούς πρωτοκόλλου. Είναι ο κατ’ εξοχήν απρόβλεπτος και αιφνίδιος τρομοκράτης.
Πριν από περίπου πεντέμισι χρόνια συμπαρουσίαζα, εγώ ο αδαής περί τις αμέτρητες πτυχές της Ιστορίας, το βιβλίο σου για το τάγμα των ιπποτών της Μάλτας, κυρίως, με τον γενικό τίτλο «Τα ιπποτικά τάγματα», σκιαγραφώντας την πολυσχιδή προσωπικότητά σου και τις ιδιορρυθμίες του εκρηκτικού σου χαρακτήρα. Έλεγα, μεταξύ άλλων, ότι ήσουνα οξύνους, οξυδερκής, αλλά και οξύθυμος. Ευαίσθητος και αισθηματίας σε βαθμό κακουργήματος στις πλείστες των περιπτώσεων και ενίοτε κυνικά αδιάφορος. Σε χαρακτήριζα επίκτητα κοινοτικό λόγω επαγγέλματος και ταυτόχρονα εκ γενετής βαθύτατα μοναχικό. Υπογράμμιζα ότι στις αντιδράσεις σου ήσουνα αυθόρμητος και ανήμπορος να χαλιναγωγήσεις τον αυθορμητισμό σου, ενώ επιχειρούσες εις μάτην να γίνεις ωφελιμιστικά υπολογιστής, όταν συνειδητοποιούσες κάπου κάπου τα δεινά που συνεπιφέρει συνήθως ο αυθορμητισμός. Παρατηρούσα ακόμα τη μοναδική ικανότητά σου να είσαι εναλλάξ υποδειγματικός και ανεπίληπτος στη συμπεριφορά σου απέναντι στο ίδιο πρόσωπο, αλλά και απρεπέστατος, ίσως και προσβλητικός, ανάλογα με τις διαθέσεις σου. Επισήμαινα, τέλος, το πηγαίο χιούμορ σου, καθώς και την απεριόριστη μεγαλοψυχία σου για τις ανθρώπινες αδυναμίες, συμπεριλαμβάνοντας ως αυτοσαρκαστική δικαιολογία και εκείνες του εαυτού σου, και εξυμνούσα, θαυμάζοντάς την απεριόριστα, την ανυποχώρητη και μανιώδη αφοσίωσή σου στην Ιστορία, τη μεγάλη ερωμένη της ζωής σου.
Σε λίγο, αγαπημένε μας Γιώργο, το φθαρτό σου σώμα θα το υποδεχθεί η παντού ίδια γη των προγόνων σου. Δευτερόλεπτα πριν αρχίσω να σου απευθύνω το ύστατο χαίρε, ακούσαμε, όσοι ακούσαμε προσεκτικά, την εξαίσια νεκρώσιμη ακολουθία. Μνημονεύω από αυτήν τα ακόλουθα, συγκλονιστικά στην απλότητά τους, λόγια:
«Και είδον τα γεγυμνωμένα οστά και είπον: Τις ει; Βασιλεύς ή στρατιώτης, πλούσιος ή πένης, δίκαιος ή αμαρτωλός. Επελθών γαρ ο θάνατος πάντα ταύτα εξηφάνισται».
Η πορεία στη ζωή των ανθρώπων, ακόμα και του πιο αχαμνού, αφήνει ίχνη, ανεξίτηλα ίχνη. Και η δική σου πορεία στη ζωή, μοναδικέ μας φίλε, άφησε πάμπολλα ίχνη. Θα περιοριστώ σε ένα μόνο απ’ αυτά που σε καταξιώνει ως ανυποχώρητο και αδιάλλακτο δημοκράτη. Το πραξικόπημα των συνταγματαρχών σε βρήκε χαμηλόβαθμο διπλωμάτη στο υπουργείο Εξωτερικών. Και όταν, λίγους μήνες αργότερα, οι χουντικοί προϊστάμενοί σου σε έστειλαν στο Λονδίνο για να παραδώσεις στην εκεί ελληνική πρεσβεία κάποια απόρρητα έγγραφα, αφού τα παρέδωσες, δήλωσες ότι δεν πρόκειται να επιστρέψεις στην πατρίδα όσο θα στενάζουν οι συμπατριώτες σου κάτω από τον ζυγό της δικτατορίας. Και να σκεφθεί κανείς ότι η θαρραλέα και αθόρυβη αυτή αντιστασιακή σου πράξη αποκτά εκ των υστέρων πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα αν συγκριθεί με τους φαιδρότατους και εντελώς ανυπόστατους κομπασμούς της πλειονότητας των Ελλήνων πως τάχα υπήρξαν αντιστασιακοί – κομπασμούς που εκδηλώθηκαν εκ του ασφαλούς μόλις κατέρρευσε υπό το βάρος των ανομημάτων της η δικτατορία.
Θα τελειώσω με μια βαθιά πεποίθησή μου, που την αφιερώνω στην Αγγέλα, τη λατρεμένη σύζυγό σου, Γιώργο: Οι νεκροί δεν πεθαίνουν τη στιγμή του θανάτου τους. Πεθαίνουν όταν θα πεθάνει και ο τελευταίος από εκείνους που τους γνώρισαν και τους αγάπησαν.

(Επικήδειος από τον Κώστα Νικολάου)


Σχολιάστε εδώ