ΥΠΕΡΔΑΝΕΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΓΙΑ ΣΙΓΟΥΡΙΑ;

Το υπουργείο Οικονομίας υπολογίζει ότι φέτος οι δανειακές ανάγκες του Δημοσίου θα φτάσουν στα 43,7 δισ. ευρώ, δηλαδή περίπου 29 δισ. για την πληρωμή των χρεολυσίων (λήξη παλαιών ομολόγων) και τα υπόλοιπα για τη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων του τακτικού προϋπολογισμού και του ΠΔΕ.
Όμως, όπως συνήθως, το υπουργείο «λογαριάζει χωρίς τον ξενοδόχο». Αν τα έσοδα υποστούν καθίζηση ή οι δαπάνες του Δημοσίου υπερβούν τις προβλέψεις, τότε οι δανειακές ανάγκες θα φουντώσουν και οι προβλέψεις θα ανατραπούν. Και αυτό είναι συνηθισμένο φαινόμενο κατά την πορεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού, ακόμη και υπό ομαλές συνθήκες. Πόσω μάλλον τώρα που έχουμε έκτακτες συνθήκες. Και όπως θα έλεγε και ο κ. πρωθυπουργός: «Οι έκτακτες συνθήκες φέρνουν και έκτακτες ανατροπές». Προσωπικά έχω τη γνώμη ότι ο φετινός προϋπολογισμός και αυτός της επόμενης χρονιάς θα είναι προϋπολογισμοί ανατροπών, καθώς η κατάσταση είναι τόσο ρευστή που κανένας δεν μπορεί με βεβαιότητα να προβλέψει τις συνθήκες που θα δημιουργηθούν έπειτα από δύο ή τρεις μήνες.

Υ πό τις συνθήκες αυτές και με τις προβλέψεις ότι ουσιαστικά η ελληνική οικονομία άρχισε να δοκιμάζεται από την κρίση από τα τέλη του 2008, η φετινή χρονιά καθώς και η επόμενη θα είναι χρονιές πολύ δυσκολότερες από το 2008. Με αυτήν την τόσο οδυνηρή πρόβλεψη, αν φυσικά επαληθευτούν οι τωρινές προβλέψεις, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών θα υποχρεωθεί να καλύψει δανειακές ανάγκες του Δημοσίου της τάξης περίπου των 50 δισ. ευρώ. Δύσκολα ο δανεισμός του Δημοσίου θα περιοριστεί στα προϋπολογισθέντα 43,7 δισ. Εκτός εάν το Δημόσιο εφαρμόσει ευρύτατο πρόγραμμα εκποίησης όσο όσο της ακίνητης περιουσίας του και εξαναγκάσει και τους φορολογούμενους να πράξουν το ίδιο για να ανταποκριθούν στις φορολογικές υποχρεώσεις με τις οποίες θα μας φορτώσει η κυβέρνηση κατά κοινοτική επιταγή. Ήδη η χώρα μας βρίσκεται υπό καθεστώς κοινοτικής επιτήρησης, που είναι χειρότερο και από το καθεστώς του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου (ΔΟΕ) που ίσχυσε μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. Πάντως, οι υψηλές δανειακές ανάγκες του Δημοσίου για τη φετινή χρονιά και η πιθανότητα ο δανεισμός να γίνει αρκετά δύσκολος και πολύ δαπανηρός όσο θα προχωρεί το 2009 έχει χτυπήσει συναγερμό στον ΟΔΔΗΧ και μέσα στο πρώτο τρίμηνο (Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου – Μαρτίου 2009) έφτασε τον δανεισμό του Δημοσίου στα 28,9 δισ. ευρώ. Με άλλα λόγια έχει καλύψει το 66% του συνολικού φετινού ετήσιου δανειακού προγράμματος. Βέβαια το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης ισχυρίζεται ότι ο υπέρογκος αυτός δανεισμός του πρώτου τριμήνου δεν οφείλεται σε αυξημένες πληρωμές συσσωρευμένων δημοσίων δαπανών, αλλά έγινε για λόγους πρόνοιας, δηλαδή για να έχει το κράτος εγκαίρως εξασφαλισμένους τους χρηματικούς πόρους που απαιτούνται για την ομαλή χρηματοδότηση των δαπανών του. Με άλλα λόγια το κράτος δημιουργεί ικανά περιθώρια ρευστότητας, για να μην αντιμετωπίσει κανένα πρόβλημα. Πρόνοια για το μέλλον; Ίσως, αλλά και για τον μήνα Απρίλιο, συγκεκριμένα την Τρίτη 7/4/2009, ο ΟΔΔΗΧ έχει προγραμματίσει δανεισμό με έκδοση εντόκων γραμματίων διάρκειας 26 και 52 εβδομάδων και την επόμενη Τρίτη 14/4/2009 με έκδοση και πάλι εντόκων γραμματίων διάρκειας τριών μηνών.
Το κράτος υπολογίζει ότι με την κυκλοφορία των εντόκων γραμματίων θα συγκεντρώσει γύρω στα 3 δισ. ευρώ, οπότε ο συνολικός δανεισμός του Δημοσίου από την 1/1/2009 μέχρι την 15/4/2009 θα φτάσει περίπου στα 32 δισ. ευρώ, δηλαδή περίπου 10 δισ. τον μήνα! Αυτός ο εσπευσμένος κρατικός δανεισμός είναι δίκοπο μαχαίρι, αν πράγματι οφείλεται μόνο σε συσσώρευση ρευστότητας. Εκτός εάν του το επέβαλαν πιεστικές ανάγκες του Δημοσίου για επείγουσες πληρωμές.
Είναι άραγε θετικό το γεγονός ότι το ελληνικό Δημόσιο κινήθηκε τόσο αστραπιαία για την εξασφάλιση ρευστότητας; Μήπως βιάστηκε το οικονομικό επιτελείο να εξασφαλίσει πλεονάζουσα ρευστότητα με δυσμενείς όρους; Κατ’ αρχάς σημειώνουμε ότι η απόδοση των 10ετών ελληνικών ομολόγων είναι αρκετά ικανοποιητική. Το ελληνικό Δημόσιο πληρώνει για να δανειστεί πολύ περισσότερα από όλα σχεδόν τα υπόλοιπα κράτη της Ευρωζώνης. Επιτόκιο 6%, έναντι 4,75% της Πορτογαλίας. Η συνολική επιβάρυνση της χώρας μας για τα ομόλογα 10ετούς διάρκειας έφτασε στο 6,13% το 2009. Όμως με την προοπτική άμεσου ή έμμεσου δανεισμού και των κρατών της Ευρωζώνης απευθείας από την ΕΚΤ με ευνοϊκό επιτόκιο ενδυναμώθηκε η θέση της χώρας μας. Απόδειξη ότι το spread των 10ετών κρατικών ομολόγων άρχισε να υποχωρεί από τα μέσα Μαρτίου. Από 310 μονάδες που είχε εκτοξευθεί στο πρώτο δεκαπενθήμερο του περασμένου μήνα, στις 20/3 έφτασε στις 268 μονάδες. Και αυτό σημαίνει πτώση και του επιτοκίου δανεισμού. Πέραν αυτού οι προβλέψεις των αναλυτών της χρηματοπιστωτικής αγοράς είναι αμφίσημες. Αφενός σημειώνουν ότι στην αγορά υπάρχει σημαντική ρευστότητα, ικανή να ανταποκριθεί στη ζήτηση δανείων από τα κράτη και τις τράπεζες. Η έκδοση χρήματος από τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και την Ευρωζώνη δημιούργησε αρκετή ρευστότητα και η ψυχολογία των επενδυτών βελτιώνεται. Από την άλλη, οι αναλυτές θεωρούν ότι το δεύτερο τρίμηνο του 2009 θα είναι κρίσιμο για το επενδυτικό κλίμα που θα διαμορφωθεί στη διεθνή χρηματοπιστωτική αγορά. Βασικός παράγοντας που θα διαμορφώσει θετικό ή αρνητικό κλίμα θα είναι τα οικονομικά αποτελέσματα για το πρώτο τρίμηνο του 2009 των μεγάλων τραπεζών και των επενδυτικών οίκων που θα δημοσιοποιηθούν τώρα στις αρχές του δεύτερου τριμήνου (μέσα στον τρέχοντα μήνα) και από τα οποία θα εξαρτηθεί η στρατηγική της επενδυτικής δραστηριότητάς τους κατά το δεύτερο τρίμηνο. Έτσι, η κατάσταση που θα επικρατήσει στη χορήγηση δανείων προς τα κράτη σήμερα μπορεί να θεωρείται αβέβαιη, όμως τα θετικά σημεία φαίνεται να είναι ισχυρότερα των αρνητικών. Εάν υπάρξουν θετικές τάσεις το ελληνικό Δημόσιο θα δανείζεται ευκολότερα και με πιο χαμηλά επιτόκια. Με τα δεδομένα αυτά και με κλίμα αβεβαιότητας η κυβέρνηση προχώρησε στον υπερδανεισμό κατά το πρώτο τρίμηνο, αναλαμβάνοντας το ρίσκο της υψηλότερης επιβάρυνσης των δανείων. Αν υπάρξει θετικό επενδυτικό κλίμα και μείωση των επιτοκίων κερδίζουν οι δανειστές μας, στην αντίθετη περίπτωση κερδίζει το ελληνικό Δημόσιο. Ρωσική ρουλέτα ο δανεισμός του κράτους. Πάντως οι «υποψίες» ορισμένων παραγόντων, ειδικών και μη, ότι διαγράφεται κίνδυνος χρεοκοπίας του ελληνικού Δημοσίου, εντελώς αδικαιολόγητος και παντελώς αβάσιμος (ενδεχόμενα υποβολιμαίος), δημιούργησαν έντονο αρνητικό κλίμα για τα ελληνικά ομόλογα και αυτό ήταν που τρομοκράτησε το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης που έσπευσε για να εξασφαλίσει ρευστότητα.
Ευτυχώς οι υποψίες αυτές γρήγορα διαλύθηκαν και η εμπιστοσύνη αποκαταστάθηκε, παρά τη λίαν επιεικώς ατυχή δήλωση του επιτίμου προέδρου της ΝΔ Κ. Μητσοτάκη ότι τάχα το συνολικό δημόσιο χρέος της Ελλάδας φτάνει στα 800 δισ. ευρώ!
Ο κ. Μητσοτάκης ως πεπειραμένος πολιτικός ηγέτης γνωρίζει άριστα τους κανόνες υπολογισμού του δημόσιου χρέους, που έχουν υιοθετηθεί από την Ευρωζώνη. Αλλά και με οποιαδήποτε μέθοδο και αν υπολογίσει κανείς το δημόσιο χρέος της χώρας μας δεν φτάνει στα 800 δισ. ευρώ! Επόμενο είναι τέτοιες δηλώσεις από κορυφαίους παράγοντες της πολιτικής μας, έστω κι αν διατυπώνονται στο πλαίσιο αστεϊσμών, να προκαλούν αρνητικό κλίμα για την οικονομική σταθερότητα της Ελλάδας και να προβληματίζουν τους επενδυτές, ντόπιους και ξένους. Αλλά τέτοιες δηλώσεις πρέπει να προβληματίζουν και όλους τους σκεπτόμενους πολίτες της χώρας μας.
Πάντως ο κ. επίτιμος είναι γνωστός για τα παράξενα μαθηματικά του από τη σύντομη περίοδο που διετέλεσε πρωθυπουργός, με την απίθανη εξίσωση 0%+0%=18%!
Είναι πέρα από κάθε αμφιβολία ότι το υψηλό δημόσιο χρέος είναι κίνδυνος. Και η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή κληρονόμησε το 2004 υψηλότατο δημόσιο χρέος. Όμως ευθύνεται γιατί συνέχισε τη νεόπλουτη συμπεριφορά του σπάταλου κράτους των κυβερνήσεων του Κώστα Σημίτη. Οι κυβερνήσεις των 30 τελευταίων ετών δεν έδειξαν σύνεση στη δημοσιονομική διαχείριση. Και αυτή είναι η μεγάλη τους ευθύνη. Χωρίς να είμαι οπαδός του σπάταλου κράτους, έχω τη γνώμη ότι η τωρινή περίοδος της σοβαρής οικονομικής κρίσης δεν προσφέρεται για τη λήψη μέτρων μείωσης των ελλειμμάτων και του δημοσίου χρέους. Όσο τα κράτη θα λαβαίνουν τέτοιου είδους μέτρα, τόσο η κρίση θα βαθαίνει και θα μακροημερεύει. Η σημερινή κρίση απαιτεί στήριξη της πραγματικής οικονομίας, μέσα από την τόνωση της ζήτησης. Και οι κυβερνήσεις έχουν υποχρέωση να λαβαίνουν μέτρα αύξησης των χαμηλών εισοδημάτων μέσα από τον κρατικό προϋπολογισμό. Και για όσο χρόνο διαρκεί η κρίση. Η δημοσιονομική εξυγίανση και η εξισορρόπηση ελλειμμάτων και δημόσιου χρέους μπορούν να περιμένουν τον τερματισμό της κρίσης. Αυτή είναι η δική μας άποψη, που την έχουμε διατυπώσει κατ’ επανάληψη, αφότου ξεκίνησε η οικονομική κρίση. Και με το σκεπτικό αυτό θεωρούμε ότι τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση με υπόδειξη και έντονες πιέσεις της Κομισιόν κινούνται προς λάθος κατεύθυνση. Θα οδηγήσουν τη χώρα μας σε μακροχρόνια ύφεση, χωρίς να πετύχουμε μείωση ελλειμμάτων και χρέους.


Σχολιάστε εδώ