Χαστούκι και από τη Μέρκελ!
Με αποτέλεσμα να είναι η χώρα έρμαιο του καθένα και να παραμένει εγκλωβισμένη στην πολιτική του «χαμόγελου» και της «κουμπαριάς».
Ο νέος αμερικανός Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, που σοβαροί πολιτικοί παρατηρητές στην Αθήνα θεωρούν ότι θα εξελιχθεί στον χειρότερο αμερικανό ηγέτη μεταπολεμικά για τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας, μετά την απόφασή του να επισκεφθεί μόνο την Τουρκία, χωρίς έστω και μια σύντομη στάση στην Αθήνα, προχώρησε σε μία ακόμα ακραία κίνηση, η οποία όμως λειτουργεί υπέρ της Τουρκίας. Ο κ. Ομπάμα αποφάσισε κατά την επίσκεψή του στην Τουρκία να μην επισκεφθεί τελικά το Φανάρι, παρότι θα μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη και παρότι αρχικά είχε ανακοινώσει ότι θα επισκεπτόταν την έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αντʼ αυτού ο κ. Ομπάμα, κατόπιν έντονης δραστηριότητας της τουρκικής διπλωματίας και σχετικών διαμαρτυριών, θα δει τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο μαζί με μερικούς ακόμα θρησκευτικούς ηγέτες της Τουρκίας. Πρόκειται για πρωτοφανή κίνηση υποβιβασμού του θεσμού του Οικουμενικού Πατριαρχείου και για έναν ακόμα θρίαμβο της τουρκικής διπλωματίας, που πρέπει να κάνει την Ελλάδα και την ελληνική διπλωματία να ντρέπονται για την ανυπαρξία τους και το κατάντημά τους. Ουσιαστικά, ο Ομπάμα, υπό την πλήρη αδράνεια της ελληνικής κυβέρνησης και την παντελή έλλειψη ατζέντας εκ μέρους της κ. Μπακογιάννη κατά την πολυδιαφημισμένη συνάντησή της προ καιρού με την αμερικανίδα ομόλογό της, Χίλαρι Κλίντον, «υπερέβη» και κατάργησε μια πάγια αμερικανική θέση υπέρ του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι ακόμα και ο Μπιλ Κλίντον όταν ήταν Πρόεδρος των ΗΠΑ κατά την επίσκεψή του στην Τουρκία μετέβη στο Φανάρι και είχε εκεί συνάντηση με τον Οικουμενικό Πατριάρχη.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει χάσει την μπάλα με τον νέο Πρόεδρο των ΗΠΑ, καθώς ακόμα και σήμερα δεν έχει συγκροτήσει συγκεκριμένη και ελκυστική ατζέντα, ώστε να μπορέσει να συνομιλήσει ουσιαστικά με την αμερικανική πλευρά και να επαναφέρει ορισμένες αναγκαίες ισορροπίες σε καίρια εθνικά ζητήματα. Όμως η ελληνική κυβέρνηση έχει χάσει την μπάλα και σε σχέση με την Τουρκία, η οποία εδώ και πολύ καιρό τρέχει και αναβαθμίζει διαρκώς τον ρόλο της και ταυτόχρονα καθίσταται αξιόπιστος συνομιλητής και διαπραγματευτής με τις ΗΠΑ και όχι μόνον.
Η τουρκική πολιτική κέρδισε πάντως και έναν ακόμα πόντο έναντι της Ελλάδας, μετά την ανακοίνωση της επίσκεψης Ομπάμα, αλλά και της εξέλιξης με το Πατριαρχείο. Κέρδισε τη μάχη με τον Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, καθώς το μόνο που έγινε είναι να υπάρξει ουσιαστικά μια μικρή αναβολή στη συνάντησή του στην Ουάσινγκτον με τη Χίλαρι Κλίντον και όχι στη ματαίωση αυτής της τόσο καθοριστικής, για την Τουρκία και την τουρκοκυπριακή πλευρά, συνάντησης.
Εξίσου ηχηρό όμως ήταν και το χαστούκι που δέχτηκε η Ελλάδα από τη γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ για το θέμα των Σκοπίων και ήδη στην Αθήνα πολιτικοί κύκλοι κάνουν λόγο «για εκβιασμό» με αιχμή την ΠΓΔΜ της γερμανικής πλευράς, ώστε να παραλάβει τελικά η Ελλάδα τα περιβόητα υποβρύχια που «γέρνουν».
Η κ. Μέρκελ ουσιαστικά έστειλε «στο πυρ το εξώτερον» το ελληνικό βέτο για την ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ και μάλιστα σε μια συγκυρία, όπου το ελληνικό βέτο βρίσκεται στο «εδώλιο» του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης ύστερα από προσφυγή των Σκοπίων.
Μιλώντας συγκεκριμένα σε ειδική συνεδρίαση του γερμανικού Κοινοβουλίου, αφιερωμένη στην επικείμενη Σύνοδο Κορυφής της Συμμαχίας, εξαπέλυσε βολές κατά της Αθήνας, υπογραμμίζοντας ότι η διεύρυνση του ΝΑΤΟ είναι καίριας σημασίας. «Δεν θα έπρεπε να επιτρέπεται σε ορισμένα μέλη να καθιερώνουν δικούς τους κανόνες μέσω του βέτο και άλλων απαρχαιωμένων οπτικών», είπε χαρακτηριστικά, κλιμακώνοντας την επίθεσή της στην Αθήνα.
Δυστυχώς, μετά και από αυτές τις εξελίξεις, τα μείζονα εθνικά μας θέματα βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα και αυτή η κατάσταση δημιουργεί σοβαρές ανησυχίες και προβληματισμούς. Το «Π» είχε προσφάτως γράψει για τις σοβαρές ανησυχίες που υπήρχαν στην Αθήνα για θερμό επεισόδιο με την Τουρκία στο Αιγαίο. Τα όσα πλέον διαδραματίζονται καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη τη θέση της Ελλάδας και εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους για τα εθνικά θέματα.