Ο ΦΑΥΛΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΣΗΜΕΡΙΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

Σε δεύτερη φάση, οι τράπεζες σταμάτησαν ή περιόρισαν δραστικά τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας και πυροδότησαν την ύφεση. Και τώρα βιώνουμε την τρίτη φάση: Οι τράπεζες δέχονται τις επιπτώσεις της ύφεσης. Το ίδιο και η παραγωγική οικονομία.

Αυτός είναι ο φαύλος κύκλος που ανακυκλώνει την κρίση και διώχνει μακριά τον τερματισμό της. Και απόδειξη αυτού του φαύλου κύκλου είναι ότι τα γενναιόδωρα πακέτα στήριξης που διέθεσαν οι κεντρικές τράπεζες και οι κυβερνήσεις μπορεί να διέσωσαν το τραπεζικό σύστημα από καθολική κατάρρευση, όμως εξουδετερώνονται ή εξασθενούν σε μεγάλο βαθμό από νέα τοξικά που αρχικά τα είχαν αποκρύψει οι τράπεζες και από τις ζημιές που αυξάνονται λόγω της ύφεσης και της συγκρατημένης δανειοδότησης.

Η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ και αυτή της Βρετανίας προσπαθούν να σπάσουν αυτόν τον φαύλο κύκλο με συνεχείς μειώσεις των επιτοκίων και με απευθείας δανειοδότηση των επιχειρήσεων. Όμως τα μέχρι τώρα αποτελέσματα αυτών των παρεμβάσεων είναι πενιχρά.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ακολούθησε άλλη κατεύθυνση. Ενώ οι Κεντρικές Τράπεζες ΗΠΑ και Βρετανίας χρηματοδοτούσαν τράπεζες και επιχειρήσεις με την έκδοση χρήματος για την αύξηση της ρευστότητας, η ΕΚΤ διατηρούσε σχετικά υψηλά επιτόκια και δανειοδοτούσε μόνο τις ιδιωτικές τράπεζες των κρατών της Ευρωζώνης. Και τούτο για να αποφύγει την υπερβάλλουσα ρευστότητα και την εμφάνιση πληθωριστικών πιέσεων. Με τη συγκρατημένη πιστωτική επέκταση απέφυγε και την έκδοση νέου χρήματος.

Και, φυσικά, με τα μέτρα αυτά δεν μπόρεσε να σπάσει τον φαύλο κύκλο της κρίσης. Η οποία εξαπλώθηκε και γοργά έφερε την ύφεση. Αυτή ήταν η πολιτική της (μέχρι τον Οκτώβριο του 2008) και από τότε, βήμα βήμα, αλλάζει κατεύθυνση. Τον Οκτώβριο του 2008 το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ βρισκόταν στο 3,75%, μετά άρχισε το ψαλίδισμα και τώρα βρίσκεται στο 1,5%, με τάση παραπέρα μείωσής του. Άρχισε την έκδοση νέου χρήματος, όχι όμως με ξέφρενο ρυθμό. Έτσι, μέχρι τώρα έχει δανειοδοτήσει τις εμπορικές τράπεζες της Ευρωζώνης με 600 δισ. ευρώ, αυξάνοντας την πιστωτική της επέκταση κατά 65% και τώρα αναζητά κι άλλα μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης.

Παρά το γεγονός όμως ότι οι τράπεζες έχουν εξασφαλίσει ρευστότητα από την ΕΚΤ με φτηνό χρήμα, αυτό το χρήμα δεν διοχετεύεται στην πραγματική οικονομία, δηλαδή στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά. Και όσο χρήμα διοχετεύεται, χορηγείται με αυστηρότατη εφαρμογή των τραπεζικών κριτηρίων και με πολύ υψηλά επιτόκια. Βέβαια, η κρίση έχει προκαλέσει μείωση της ζήτησης τραπεζικών δανείων, καθώς, λόγω της αβεβαιότητας, επιχειρήσεις και νοικοκυριά δείχνουν αυτοσυγκράτηση και περιορισμό των δανειακών τους αναγκών.

Από το άλλο μέρος,και οι τράπεζες περιορίζουν τη δανειοδότηση, μειώνοντας έτσι την έκθεσή τους στον κίνδυνο χορήγησης δανείων σε αφερέγγυους δανειολήπτες. Για παράδειγμα, οι ελληνικές τράπεζες έχουν αντλήσει από την ΕΚΤ ρευστότητα ύψους 40 δισ. ευρώ και 9 δισ. από το πακέτο των 28 δισ. ευρώ που τους προσέφερε το κράτος. Και χορηγούν δάνεια με το σταγονόμετρο και διαθέτουν αρκετή ρευστότητα για την αγορά τίτλων του Δημοσίου (αγορά κρατικών ομολόγων) με χαμηλότερο επιτόκιο και με μηδενικό κίνδυνο (οι κρατικοί τίτλοι έχουν υψηλό βαθμό φερεγγυότητας). Η ίδια κατάσταση επικρατεί στη συμπεριφορά σχεδόν όλων των ιδιωτικών εμπορικών τραπεζών της Ευρωζώνης. Και το γεγονός αυτό ανάγκασε τον πρόεδρο της ΕΚΤ Ζαν Κλοντ Τρισέ να δηλώσει ότι «αν επιτρέψουμε η συμπεριφορά αυτή να γενικευτεί, θα υπονομεύσει τον λόγο ύπαρξης των τραπεζών».

Η δήλωση αυτή του προέδρου της ΕΚΤ θεωρήθηκε από τους αναλυτές που ασχολούνται με τα προβλήματα και τις εξελίξεις στα τραπεζικά θέματα ως προάγγελος μιας γενναίας απόφασης: Να παρέμβει αποφασιστικά η ΕΚΤ στη χορήγηση δανείων προς την πραγματική οικονομία, με απευθείας δανειοδότηση των επιχειρήσεων της Ευρωζώνης χωρίς τη μεσολάβηση των εμπορικών τραπεζών. Αν ληφθεί τελικά μια τέτοια απόφαση από τη διοίκηση της ΕΚΤ, θα περιοριστεί σημαντικά ο ρόλος των εμπορικών τραπεζών και θα κλονιστεί η παντοδυναμία τους. Ήδη, αρμόδιοι παράγοντες της ΕΚΤ καταρτίζουν σχετικά σενάρια και εκτιμούν τις επιπτώσεις.

Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η ΕΚΤ θα προχωρήσει και στη δανειοδότηση των κρατών μελών της Ευρωζώνης, χωρίς όμως την παράκαμψη των εμπορικών τραπεζών. Δηλαδή θα αγοράζει κρατικά ομόλογα των κρατών της Ευρωζώνης από τη δευτερογενή αγορά, τα οποία έχουν αγοράσει οι εμπορικές τράπεζες από την πρωτογενή αγορά (απευθείας από το κράτος) και τα διαπραγματεύονται για πώληση σε επενδυτές. Λέγεται ότι για τα δύο αυτά θέματα τελικές αποφάσεις θα ληφθούν μέχρι το τέλος Μαΐου, που η οικονομική κατάσταση προβλέπεται να επιδεινωθεί. Εάν τελικά η ΕΚΤ υλοποιήσει αυτές τις σκέψεις, θα δείξει ότι πράγματι μπορεί να κινηθεί προς τη σωστή κατεύθυνση, μακριά από τη φανατική προσκόλληση στις διατάξεις της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Επιτέλους θα δείξει ότι έχει ως επείγουσα προτεραιότητα την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης.

Ειδικά η απευθείας δανειοδότηση των επιχειρήσεων χωρίς τη μεσολάβηση των εμπορικών τραπεζών θα είναι μια τολμηρή και σωστή απόφαση για την απελευθέρωση της οικονομίας της Ευρωζώνης από τα τραπεζικά δεσμά. Οι κυβερνήσεις όλων των κρατών της Δύσης κατάφεραν να παραδώσουν την οικονομία και τους πολίτες δέσμιους στις ιδιωτικές εμπορικές τράπεζες. Και οι τράπεζες με τη σειρά τους έγδαραν με τοκογλυφική διάθεση την οικονομία (τις επιχειρήσεις) και τους ιδιώτες πελάτες τους και έφτασαν την κερδοφορία τους σε δυσθεώρητα ύψη. Επιστράτευσαν κάθε είδους ασχημία, και πολλές φορές παρανομία, προκειμένου να κερδοσκοπήσουν. Πανωτόκια, προμήθειες επί των συναλλαγών, ποινές πρόωρης εξόφλησης δανείων, σχεδόν μηδενικά επιτόκια καταθέσεων και αφάνταστα υψηλά επιτόκια χορηγήσεων (τοκογλυφία), τιτλοποιήσεις αφερέγγυων τίτλων αποτελούν μερικές μόνον από τις τραπεζικές πρακτικές με «μεγάλη κοινωνική ευαισθησία». Και στο τέλος κατάφεραν να δημιουργήσουν τη σημερινή κρίση. Και τώρα κλαίνε να τις λυπηθεί το κράτος γιατί βουλιάζουν.

Έχει απόλυτο δίκιο ο κ. Τρισέ να δηλώνει ότι η συμπεριφορά των τραπεζών υπονομεύει τον λόγο ύπαρξής τους. Οι τράπεζες έγιναν σαράφικα μικρομάγαζα. Και παρά ταύτα απολαμβάνουν τεράστιας ύποπτης ανοχής από τις κυβερνήσεις. Από όργανα ανάπτυξης μετατράπηκαν σε νεκροθάφτες της οικονομίας. Ήρθε επιτέλους η ώρα να πάρουν το μάθημά τους από τον κεντρικό τραπεζίτη της ΕΚΤ. Στη χορήγηση δανείων προς τα κράτη και προς την πραγματική οικονομία να παραγκωνιστούν οι ιδιωτικές εμπορικές τράπεζες, καθώς ακόμη και την οικονομική κρίση προσπαθούν να εκμεταλλευτούν για να αποκομίσουν κέρδη. Και ας βγουν στο σφυρί όσες δεν αντέχουν, όπως αυτές βγάζουν στο σφυρί τα σπίτια και τα αυτοκίνητα των αδύναμων δανειοληπτών. Οι κυβερνήσεις των κρατών της Ευρωζώνης πρέπει να ενθαρρύνουν την ΕΚΤ να υλοποιήσει την απόφασή της. Και οι τράπεζες φυσικά πρέπει να πληρώσουν κάτι από τον λογαριασμό της κρίσης, της οποίας υπήρξαν από τους πρωταγωνιστές. Οι λαοί που καθόλου δεν ευθύνονται δεν είναι δίκαιο να πληρώσουν ολόκληρο τον λογαριασμό και οι βασικοί υπεύθυνοι να περάσουν «αβρόχοις ποσί».

Για την Ελλάδα, η υλοποίηση του σχεδίου για απευθείας δανεισμό των επιχειρήσεων με χαμηλά επιτόκια μετατρέπει την ΕΚΤ σε ανταγωνίστρια των ιδιωτικών εμπορικών τραπεζών, κάτι που θα φέρει πτώση των επιτοκίων χορηγήσεων, μέτρο αποτελεσματικό για την αντιμετώπιση της κρίσης. Τα δάνεια θα χορηγούνται από το εδώ υποκατάστημα της ΕΚΤ, δηλαδή την Τράπεζα της Ελλάδος, απευθείας στις ελληνικές παραγωγικές επιχειρήσεις. Αν το μέτρο αυτό συνδυαστεί και με την επανακρατικοποίηση της Εθνικής Τράπεζας, την οποία έπρεπε να είχε τολμήσει η κυβέρνηση από την εμφάνιση της κρίσης, τότε θα ομαλοποιηθεί εντελώς η τραπεζική αγορά στη χώρα μας και δεν θα εμφανίζεται το φαινόμενο τα επιτόκια χορηγήσεων στην Ελλάδα να είναι πάνω από 20% υψηλότερα από τα

αντίστοιχα των άλλων κρατών της Ευρωζώνης. Μόνο έτσι μπορούν να καταστούν αποτελεσματικά τα μέτρα στήριξης της πραγματικής οικονομίας.

Επίσης, το άλλο μέτρο της αγοράς ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου από την ΕΚΤ, έστω και από τη δευτερογενή αγορά, θα αυξήσει τον βαθμό αξιοπιστίας των ελληνικών πιστωτικών τίτλων, ενώ θα μειωθούν τα επιτόκια με τα οποία δανείζεται σήμερα το Δημόσιο από τις διεθνείς (και εσωτερικές) χρηματοπιστωτικές αγορές. Και γιατί άραγε η ΕΚΤ να μην αγοράζει απευθείας από τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης τα κρατικά ομόλογα και να τα αγοράζει από τη δευτερογενή αγορά; Για να κερδοσκοπούν οι εμπορικές τράπεζες εις βάρος του κράτους;

Τα κράτη της Ευρωζώνης και η ΕΚΤ πρέπει και μπορούν να σπάσουν τον φαύλο κύκλο που περιζώνει την οικονομία και τροφοδοτεί την κρίση. Κι αυτό θα γίνει μόνο με την αναδόμηση του σημερινού νεοφιλελεύθερου οικονομικού μοντέλου. Αυτό πρέπει να το συνειδητοποιήσουν όλες οι κυβερνήσεις των χωρών της Δύσης.


Σχολιάστε εδώ