Ο ΚΟΡΑΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΥΡΙΟ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ

Στην κρίσιμη χρονική τομή του Αγώνα, στα 1824, κατά την είσοδο της Επανάστασης στη δεύτερη φάση, τη φάση της κάμψης, όταν εσωτερικοί κίνδυνοι επαπειλούν την υψηλή του Γένους υπόθεση εν τη γενέσει της, ο μεγάλος δάσκαλος Αδαμάντιος Κοραής κάνει μια προφητεία:
Στην επιστολή του «προς τον στρατηγόν Οδυσσέα» [Ανδρίτζο] («Εφημερίς Αθηνών», 22.10.1824), ο θεωρητικός της Επανάστασης χαιρετίζει «με δάκρυα χαράς» την ανάσταση του Έθνους, αλλά και «με δάκρυα λύπης» επισημαίνει τις αδυναμίες της Φυλής και την ενδεχόμενη απώλεια των κεκτημένων: «ότι αι διχόνοιαι άν δεν φέρωσιν πάλιν οπίσω τους Τούρκους, δεν θέλουν όμως φέρειν ποτέ την αυτόνομον ελευθερίαν εκείνην, ήτις χρεωστείται εις τα εκχυθέντα τίμιά σας αίματα, και την οποίαν επιθυμεί όλη η Ελλάς». Σαφής αναφορά στο όραμα του Έθνους και στους στόχους του Αγώνα για απόλυτη εθνική και κοινωνική ανεξαρτησία και εύστοχος (προφητικός) υπαινιγμός των δεινών της επόμενης πενταετίας (1825-30) και των μοιραίων μηχανισμών της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής πάνω στην οργάνωση και τη λειτουργία του νέου ελληνικού κράτους.
Από την ίδια επιστολή: «Ω Θεέ τρέμει και το σώμα μου και η ψυχή συλλογιζομένου τα εκ της διχόνοιας ενδεχόμενα παθήματα, μετά τόσας θυσίας, μετά τόσους αγώνας […] να αναγκάσετε με την διχόνοιάν σας τους ξένους να οργανίσωσιν την πολιτεία σας. Στρατιώται, Στρατηγοί, Νομοθέται, Κυβερνήται, πάσης τάξεως πολίται, υποφέρετε να πάθη τόσην καταισχύνην η κοινή σας μήτηρ, η Ελλάς; Και ποίαν χάριν έχει να σας χρεωστή, ότι την ελευθερώσετε από τους Τούρκους, εάν δεν καταστήσετε και την ελευθερίαν της αυτονόμως ανεξάρτητον με τον ιερόν δεσμόν της ομονοίας;».
Και ο υπαινιγμός στα «Προλεγόμενά» του παίρνει σαφέστερη μορφή, αγγίζοντας το πρόβλημα που θα ταλανίσει το Έθνος για ενάμιση περίπου αιώνα: «Χρέος μου, νομίζω, απαραίτητον να μη κρύψω τίποτε απ’ όσα συλλογίζομαι την ώραν ταύτην ενδεχόμενον να γεννηθώσιν κακά από τας διχόνοιάς μας. Βαρυμένον απ’ αυτάς το Γένος κινδυνεύει να ανατρέψη εκουσίως την οποίαν εσύστησε κι εκήρυξεν εις όνομα του Θεού πολιτείαν αυτόνομον, και να ζητήση Βασιλέα, ή να αναγκασθή να τον δεχθή από ξένων προσταγάς […], επειδή από την Αυλήν, ως από Χαρώνειον άντρον, αποπνέουν οι μεφιτικοί και δηλητήριοι της κακοηθείας ατμοί».
Πρόκειται, οπωσδήποτε, για κείμενα που δεν αφήνουν περιθώρια για «άλλοθι» σε καμία ελληνική τάξη της εποχής.
Ο Αδαμάντιος Κοραής προφητικά χρεώνει στους ίδιους τους Έλληνες τον αποπροσανατολισμό από τους στόχους του Αγώνα, όπως εκφράστηκαν στα αλλεπάλληλα συντάγματα της κρίσιμης αναγεννητικής περιόδου και κυρίως στο κείμενο του 1822 (στο Σύνταγμα της Επιδαύρου): για ένα κράτος δηλαδή δικαίου, με πολίτευμα δημοκρατικό, που θα εξασφάλιζε τα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη σύμφωνα με το πνεύμα και τις αρχές των σύγχρονων εθνικοαπελευθερωτικών επαναστατικών κινημάτων στον ευρύτερο χώρο της Ευρώπης και στη Νότιο Αμερική.
Απλός στρατιώτης του Αγώνα, «ο πατριώτης Ιωσήφ, επιλοχίας των λογχοφόρων του ιππικού», όπως ο ίδιος υπογράφει σε επιστολή του, μαρτυρεί την έκφραση παρόμοιων ανησυχιών στις ευρύτερες επαναστατικές δυνάμεις της εποχής: «Παρεχώρησαν μικρόν οι εχθροί από τους οφθαλμούς μας και ευθύς επροχώρησαν τα πάθη και η πατρογονική κατάρα» (Εφημερίς Αθηνών, 13.1.1826). Κι ο Σπ. Τρικούπης σε επετειακό λόγο του στο Ναύπλιο (19.5.1825) τεκμηριώνει τη διάχυτη αίσθηση των μοιραίων συνεπειών: «Κινδυνεύει η πατρίς. Αποκαταστήσαμε το δυστυχισμένον Έθνος παίγνιον των παθών μας. Η ιδιοτέλεια οδηγεί τα έργα μας, αι σκευωρίαι και τα διαβούλια είναι η πολιτική μας».
Έτσι, χρεωμένοι τότε με την τραγική προδοσία των δικών μας επιτευγμάτων, ανοίξαμε τις πύλες διάπλατες στην ξένη διπλωματία: προς τη συνθήκη του 1832, προς τις «προστάτιδες» και «πληρεξούσιες» Δυνάμεις. Οι ίδιες πάντοτε μεθοδεύσεις, με μόνη αλλαγή την εκάστοτε τεχνική. Οι μηχανισμοί επαληθεύουν την προφητεία του Κοραή. Ούτε μία δεκαετία αργότερα, στο Ναύπλιο (25.1.1833), η πράξη επιστέφεται με την άφιξη του δεκαεπτάχρονου μονάρχη. Στο πλαίσιο των μηχανισμών και ο Κωλέττης, εκπρόσωπος της Διοικητικής Επιτροπής, θα εγχειρίσει το κλειδί της χώρας: «Όλη η Ελλάς τίθεται υπό την σκέπην του βασιλικού θρόνου, τον οποίον οι Έλληνες θεωρούν την μόνην άγκυρα σωτηρίας των». Απατημένος και ο Μακρυγιάννης («Απομνημονεύματα») θα πανηγυρίσει την αρχή του τέλους της μοναδικής ίσως δεκάχρονης ελληνικής αυτονομίας: «Σήμερα ξαναγεννιέται η πατρίδα κι ανασταίνεται, οπού ήταν τόσον καιρό χαμένη και σβημένη. Σήμερα ανασταίνονται οι αγωνισταί, πολιτικοί, θρησκευτικοί και στρατιωτικοί, ότι ήλθε ο Βασιλέας μας, οπού αποκτήσαμεν με την δύναμιν του Θεού».
«Βαρυμένον», λοιπόν, το Γένος, όπως προφητεύει ο Κοραής, από τις εμφύλιες αντιθέσεις, παραδίδει την Πολιτεία να την «οργανίσωσι» οι εκάστοτε εστεμμένοι, εκλεκτοί των Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης. Από τους Βαυαρούς και τη Βαυαροκρατία ως τη δυναστεία των Γλύξμπουργκ, η προφητεία με μαθηματική ακρίβεια επαληθεύεται. Από το «Χαρώνειον άντρον» οι μοιραίες παρεμβάσεις. Και διερωτάται κανείς για την τύχη του Μεγάλου Αγώνα…
Φαίνεται πάντως πως μέσα από τις όποιες διαπλοκές και τις σκληρές αντιθέσεις προκύπτει η προσδοκώμενη λύση. Το Εικοσιένα λειτουργεί δυναμικά στην ανίχνευση για την ταυτότητα του Έθνους: 1843 (για το πρώτο Σύνταγμα) 1864 (για την αναθεώρηση προς το δημοκρατικότερον του Συντάγματος), 1909, 1940 κι επέκεινα ως την τελική κάθαρση. Οι εστεμμένοι απεχώρησαν και απεκόπη ο ομφάλιος λώρος της ξενικής κακοδαιμονίας.
Ωστόσο στο πλαίσιο της νέας τάξης πραγμάτων της καινούργιας Ευρώπης δεν θα ‘ταν άστοχο να κρατήσουμε υπόψη τη φωνή του σοφού μας δασκάλου («Προλεγόμενα»): «Η παρελθούσα μας κατάστασις [ενν. τη μακραίωνη σκλαβιά] εξ ανάγκης πρέπει να έχη, διά πολύν ίσως καιρόν ακόμη, επιρροήν εις την μέλλουσαν ζωήν και πολιτείαν μας, αν δεν επινοήσωμεν κανέναν τρόπον να φράξωμεν την επιρροήν ή καν να συντέμωμεν τον χρόνον αυτής». Θα πρέπει, ίσως, το πρωταρχικό νόημα του ’21, για ένα κράτος ανεξάρτητο και αυτόνομο, να αναχαιτίσει παρόμοια «επιρροή» κατά την αναζήτηση της καινούργιας μας ταυτότητας στα πλαίσια της ενωμένης Ευρώπης και της νέας τάξης πραγμάτων.


Σχολιάστε εδώ