Μην «πυροβολείτε» την ΕΛΑΣ…
Η περιστασιακή ή και συστηματική απαξίωση και πάντως η (ηθελημένη ή μη) αποδόμηση του κύρους ενός θεσμού, εν προκειμένω της Ελληνικής Αστυνομίας, είναι ζήτημα που ο καθένας το αξιολογεί και το κρίνει κατά το δοκούν.
Το οξύμωρο, ωστόσο, είναι ότι δεν ζητούνται μόνο ευθύνες, αλλά συγχρόνως, και εδώ είναι το οξύμωρο του πράγματος, και αποτελέσματα, από την πλευρά εκείνη που συστηματικά απαξιώνεται ή και χλευάζεται.
Ομολογουμένως η διαπίστωση αυτή συνιστά «παραλογισμό» διότι, με απλά λόγια, δεν μπορείς να ζητάς την παραγωγή έργου από εκείνον που θεωρείς ανίκανο, άβουλο και άλλα τοιαύτα.
Η… «αυθεντία» ικανού αριθμού δημοσιογράφων περίσσεψε, ιδίως εξ εκείνων που εργάζονται στην τηλεόραση. Στον βαθμό του ανταγωνισμού ή και του διαγκωνισμού των καναλιών, οποιαδήποτε ψύχραιμη και συγκρατημένη φωνή θα εξελαμβάνετο ως… μειοδοτούσα και μπροστά στο… «πλειοψηφικό ρεύμα» (!) των ειδημόνων θα εθεωρείτο εκτός κλίματος, εκτός επικαιρότητας, εκτός «μόδας», τέλος πάντων.
Έτσι, από τη μια συνομολογείται ότι, άνευ Αστυνομίας, οργανωμένο κοινωνικό σύνολο δεν είναι δυνατό να υπάρξει και από την άλλη πριονίζεται συνεχώς το κλαδί επάνω στο οποίο καθόμαστε.
Όχι, δεν υποστηρίζεται μέσα απ’ αυτές τις γραμμές ότι δεν υπάρχουν ευθύνες μέσα στο ίδιο το Σώμα και ότι όπου μπορεί να βοηθήσει στην ανάδειξή τους η δημοσιογραφική έρευνα, πολύ καλά κάνει.
Ας δούμε, ωστόσο, κάποτε αυτήν την ίδια τη δημοσιογραφική έρευνα όχι απέναντι, αλλά δίπλα στην Αστυνομία. Όχι για να εξωραΐσει τα πράγματα, ούτε συγκεκριμένα πρόσωπα, αλλά για να συμβάλει στην αποκατάσταση και στην αξιοπιστία του κύρους ενός θεσμού που, λίγο ακόμη και θα παρουσιαστεί ως… εχθρός της Δημοκρατίας και του πολίτη. Όχι ως «συνήγορος» μιας ενδεχόμενης στρεβλής λειτουργίας, αλλά ως μοχλός υποβοήθησης αν όχι του «ιδεατού», τουλάχιστον του εφικτού.
Συχνά, άλλωστε, γίνεται αναφορά και αντιδιαστολή μεταξύ του «απλού» αστυνομικού και της ηγεσίας της ΕΛΑΣ, στα διάφορα επίπεδά της. Λες και αυτή η ηγεσία προέρχεται από μια «κάστα» μεγαλωμένη σε σαλόνια, λες και αυτή δεν ήταν κάποτε ή και ενδεχομένως δεν παραμένει «απλή».
Ναι, ό,τι σάπιο μέσα στις λειτουργίες ενός θεσμού πρέπει να αποβάλλεται. Από του σημείου αυτού, όμως, μέχρι και της γενικής… σήψης, υπάρχει το χάος.
Και για να μη φτάσουμε σε «χαοτικές» καταστάσεις που δεν μαζεύονται με τίποτα, ας βάλουμε ένα μέτρο στα λεγόμενά μας.
Και βεβαίως δεν αρκούν -τρόπος του λέγειν- οι… διακηρύξεις περί της αναγκαιότητας της ΕΛΑΣ.
Σ’ αυτήν, άλλωστε, ανήκει το να κατακτήσει και εν πάση περιπτώσει να αποκαταστήσει ό,τι έχει χαθεί. Ας αφεθεί, λοιπόν, να προσπαθήσει.
Κι αν δεν μπορούμε, δεν θέλουμε ή ακόμη κι αν «δεν επιτρέπεται» η συνδρομή του πολίτη, ας σταματήσει ο πετροπόλεμος. Διαφορετικά, μπορεί οι πέτρες να χάσουν τον δρόμο τους και να πέσουν επί των κεφαλών της ελληνικής κοινωνίας.
Αδιακρίτως!
Σ. Κ.