Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΩΣ ΜΕΛΛΟΝ

Η ελληνική κοινωνία, και ιδιαίτερα ορισμένοι από τους πνευματικούς και πολιτικούς ταγούς, ζώντας τους τελευταίους μήνες στη δίνη της κρίσης ή της επερχόμενης κρίσης, βιώνει ούτως ή άλλως την απαισιοδοξία και τη μιζέρια μιας καθημερινότητας που ορισμένες στιγμές καταντά αβάσταχτη και προβληματική, κινδυνεύοντας να εθιστεί στον μαζοχισμό ενός οιονεί επαναλαμβανόμενου αυτομαστιγώματος. Τούτο, γιατί ακόμα και τις ημέρες της 25ης Μαρτίου, του εορτασμού της εθνικής μας παλιγγενεσίας, όπου βιώνουμε την περηφάνια και τη δόξα, την τιμή και τον σεβασμό στον αγώνα για την ανεξαρτησία και την ελευθερία τούτου του τόπου και τούτου του έθνους, τιμώντας τα σύμβολα και τους ήρωες, δηλαδή αυτούς που έδωσαν τη ζωή τους για το υπέρτατο αγαθό της ανθρώπινης οντότητας που είναι η ελευθερία και εν προκειμένω για τη συλλογική ελευθερία, για την ελευθερία όλων μας, βρέθηκαν διάφοροι να σχολιάζουν προβληματισμένοι για την αναγκαιότητα του αγώνα για την ανεξαρτησία, για το κατά πόσον ήταν καταπιεστικό και βάρβαρο το οθωμανικό σύστημα, αφού και στην υπόλοιπη Ευρώπη τα καθεστώτα ήσαν καταπιεστικά, ωσάν να αναγνωρίζουμε τη δουλεία των Ελλήνων ως μία νομοτελειακή υποχρεωτικότητα. Συνεχίζοντας τη σκέψη τους οι διάφοροι «αναλυτές» αναρωτιούνται για το κατά πόσον αξίζει σήμερα να παρελαύνουμε και να εορτάζουμε τη μέρα τούτη ως την κορυφαία στιγμή που ενώνει όλους μας ως έθνος που έχει περίλαμπρη και αξιοθαύμαστη από την Ευρώπη και τον κόσμο Ιστορία. Μια Ιστορία, ως πνευματική κληρονομιά και παράδοση που την αναγνώρισαν οι ίδιοι οι Ρωμαίοι, γράφοντας το γνωστό «Graecia capta ferum victorem cepit et artis intulit agresti Latio» (Η νικημένη Ελλάδα νίκησε τον άγριο νικητή και έφερε τις τέχνες στο αγροίκο Λάτιο), Οράτιος Επιστολές, ενώ ο Κικέρων σημείωνε σχετικά:

«Ήρθαν εδώ οι πρέσβεις της Αθήνας, μιας πόλης όπου πιστεύεται πως βγήκαν ο πολιτισμός, η επιστήμη, η θρησκεία, η γεωργία, το δίκαιο, οι νόμοι, για να απλωθούν παντού… Και είναι τέτοιο το γόητρό της, ώστε το όνομα της Ελλάδας, που τώρα είναι σχεδόν συντριμμένη και παραλυμένη, στυλώνεται με τη δόξα της πόλης αυτής» (Κικέρων, «Pro Flacco», 62).

Η ελληνική επανάσταση δεν ήρθε από το πουθενά παρά ήταν συνέχεια των μεγάλων επαναστάσεων που προηγήθηκαν, της Γαλλικής και της Αμερικανικής, αλλά και της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού που είχαν ως πνευματική τους πηγή κυρίως την κλασική Ελλάδα, όπως τη μετέφεραν μέσα από τις μεταφράσεις των αρχαίων κειμένων οι μεγάλοι πατέρες της Ορθοδοξίας, συμβάλλοντας έτσι ουσιαστικά στην οικοδόμηση του σύγχρονου ευρωπαϊκού πολιτισμού. Υπήρξε δηλαδή, μια τροφοδότηση και ανατροφοδότηση του πνευματικού πολιτισμού της αρχαίας Ελλάδος και των αξιών της ελευθερίας και της δημοκρατίας, του διαλόγου και της ανοχής, που πέρασε μέσα από τον Διαφωτισμό και τις ευρωπαϊκές επαναστάσεις ξανά στην Ελλάδα και στον αγώνα για την ελευθερία, την ανεξαρτησία και τη δημοκρατία του σκλαβωμένου γένους. Για τον Ελληνισμό ίσχυε από την πρώτη μέρα του αγώνα για την ανεξαρτησία, το απόλυτο πάντρεμα ελευθερίας και δημοκρατίας, όπου, όπως λέει και ο Πλάτων: «Η ελευθερία σε μια δημοκρατία είναι η δόξα μιας πολιτείας και μόνο μέσα στη δημοκρατία μπορεί να κατακτήσει ο ελεύθερος άνθρωπος».

Αυτόν λοιπόν τον πολιτισμό που κληρονομήσαμε ως παρελθόν δεν δικαιούμαστε να τον διαγράψουμε και να τον αμφισβητήσουμε αν θέλουμε να έχουμε παρόν και κυρίως μέλλον, ως λαός που δεν ζει μόνον στην κατανάλωση της καθημερινότητας αλλά στην πνευματικότητα μιας ιστορικής πορείας που δεν τερματίζεται ούτε στους ανθρώπους ούτε στα κράτη ούτε στις κυβερνήσεις.

Τελειώνοντας, όταν προβληματιζόμαστε και αναρωτιόμαστε για το παρελθόν μας πρέπει να σκεφτόμαστε τα λόγια του Καβάφη: «Και αν δεν μπορείς να κάνεις τη ζωή σου όπως την θέλεις, τούτο προσπάθησε τουλάχιστον όσον μπορείς: Μην την εξευτελίζεις».


Σχολιάστε εδώ