Ανακύκλωση πολιτικού «υλικού»

Σενάρια επί σεναρίων κυκλοφορούν τον τελευταίο καιρό ως «απάντηση» στην καθήλωση και στο αδιέξοδο που χαρακτηρίζουν όχι μόνο την κυβερνώσα παράταξη, αλλά ολόκληρο το πολιτικό μας σύστημα.
Το ένα σενάριο κινείται προς την κατεύθυνση της διάσπασης και της ανασύνθεσης του πολιτικού συστήματος. Διερευνώνται «νέα σχήματα», τα οποία οι σεναριογράφοι διαμορφώνουν από το πολιτικό προσωπικό που βρίσκεται εκτός των κομμάτων, αλλά χρησιμοποιείται κάθε φορά ως «υλικό ανακύκλωσης» (Μάνος, Ανδριανόπουλος, Τατούλης, Παπαντωνίου κ.α.). Τα «νέα» αυτά σχήματα μπορούν, σύμφωνα με τις προβλέψεις των σεναριογράφων, να λειτουργήσουν ως καταλύτες για τις διασπάσεις των κομμάτων της διακυβέρνησης, στο εσωτερικό των οποίων προσωποποιούνται και σχηματοποιούνται διακριτές αντιθέσεις και ηγεμονικές βλέψεις (Γ. Παπανδρέου – Ευ. Βενιζέλος, Κ. Καραμανλής – Ντόρα Μπακογιάννη). Ακόμα και οι οξυνόμμενες αντιθέσεις στο εσωτερικό του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ μπορούν να θεωρηθούν ως προάγγελοι διάσπασης και αποχώρησης της «ανανεωτικής» πτέρυγας.
Όλο αυτό το πολιτικό «υλικό» που θα προέλθει από τη διάσπαση και την ανακύκλωση του πολιτικού προσωπικού και των κομματικών φορέων, μπορεί να σηματοδοτήσει μια «νέα Μεταπολίτευση» που θα τελεί υπό την ευθεία και άμεση εποπτεία των κυρίαρχων «συστημικών» συμφερόντων.
Το δεύτερο σενάριο διαμορφώνεται στην αντίθετη κατεύθυνση: Η ανάγκη μιας ευρύτερης συναίνεσης και μιας «ανθεκτικής» κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας οδηγούν στη διαμόρφωση δύο κυρίαρχων πόλων στο πολιτικό σύστημα: Σʼ αυτόν της Κεντροδεξιάς και στον αντίπαλο πόλο της Κεντροαριστεράς (ΠΑΣΟΚ/ΣΥΝ VS ΝΔ/ΛΑΟΣ). Μέσα από τη διάκριση αυτή ο δικομματισμός μετασχηματίζεται σε διπολισμό. Το βασικό ερώτημα σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο αφορά στο κατά πόσον οι δύο αυτοί «πόλοι» θα αντιπροσωπεύουν διακριτές στρατηγικές και εναλλακτικές λύσεις ή απλώς θα αναπαλαιώνουν το φθαρέν υλικό του δικομματισμού μέσω των αναγκαίων πολιτικοεκλογικών «συνεισφορών» των παραπληρωματικών κομμάτων.
Ποια σοβαρότητα και ποια αξία έχουν τελικά αυτά τα σενάρια; Μπορεί ένα κοινωνικοπολιτικό σύστημα να επιβιώνει μέσα από τις μορφικές του αλλαγές και τα σχήματά του; Μήπως όλη αυτή η στείρα και αδιέξοδη αναζήτηση του «από μηχανής θεού» αποκαλύπτει ότι τα κόμματα και το πολιτικό μας σύστημα έχουν χάσει την αναγεννητική τους ικανότητα, έχουν απολέσει την ταυτότητά τους, έχουν αποκοπεί από τις κοινωνικές δυνάμεις και ζουν σʼ έναν απομονωμένο, αυτόνομο κόσμο, αγωνιζόμενα για την απλή επιβίωσή τους;
Κάθε ζωντανός κοινωνικός «οργανισμός», κάθε πολιτικός θεσμός, θα πρέπει να διαθέτει τρία κύρια χαρακτηριστικά. Το πρώτο είναι η δυνατότητα αναπαραγωγής και εξέλιξής του, οι γενετήσιοι μηχανισμοί του. Το δεύτερο είναι η ταυτότητά του, οι ιδεολογικές του αναφορές, οι θεμελιώδεις αρχές του. Το τρίτο χαρακτηριστικό είναι η διαρκής επικοινωνία και διάδραση με το κοινωνικό του περιβάλλον.
Τα σύγχρονα κόμματα δεν διαθέτουν παρά σε εντυπωσιακά υποβαθμισμένη κλίμακα τα τρία αυτά χαρακτηριστικά. Δεν υπάρχουν πολιτικοϊδεολογικοί κομματικοί θεσμοί συγκρότησης και αναπαραγωγής στελεχών, ενώ έχουν διαλυθεί πλήρως οι θεσμοί συγκρότησης πολιτικής, στρατηγικής και ιδεολογικού προβληματισμού.
Αντίθετα, υποψήφιοι βουλευτές και στελέχη επιλέγονται από τα «λαμπερά» ονόματα του πολιτικού και καλλιτεχνι-κοκοινωνικού λάιφ στάιλ και πολλές φορές επιβάλλονται από τα ιδιωτικά συμφέροντα και τα ΜΜΕ, τα οποία και επιμελούνται τόσο για το προφίλ όσο και για την αναγνωρισιμότητά τους. Κοινωνικές ελίτ και ομάδες συμφερόντων έχουν εισβάλει στα κόμματα –κυρίως σε αυτά της διακυβέρνησης– και δεν καθορίζουν μόνον τους εκλεκτούς τους αλλά και διαμορφώνουν, άμεσα ή έμμεσα, και τη φυσιογνωμία των κομμάτων…
Για να αναγνωρίσουν και να πιστέψουν οι άλλοι σʼ ένα κόμμα πρέπει, πριν απʼ όλα, το ίδιο να συγκροτεί τη φυσιογνωμία του, να πιστεύει στις αρχές του, να αναγνωρίζει τον εαυτό του, την ταυτότητά του… Όμως, τα κόμματα φαίνεται ότι υιοθέτησαν, χωρίς πολλές αντιστάσεις, την (αμφιλεγόμενη) ρήση του Φουκουγιάμα για το «τέλος των ιδεολογιών». Κι, ίσως, αυτή η κρίση ταυτότητας, η απουσία αρχών και κοινωνικών προταγμάτων να αποτελεί την πιο σοβαρή, ιστορικά, όψη της πολιτικής κρίσης αφού τα κόμματα δεν διαθέτουν πια τα θεωρητικά-αξιακά εργαλεία να αναλύσουν και να κατανοήσουν την ίδια την κοινωνία στην οποία αναφέρονται και την οποία (υποτίθεται ότι) εκπροσωπούν.
Ως μοναδικό πεδίο «συγκρότησης» της ταυτότητάς τους έχει απομείνει η σχηματοποιημένη αντιπαράθεση σε επίπεδο, μάλιστα, εικόνας. ΚΚΕ και ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ αντιπαρατίθενται για το ποιος είναι (ή μάλλον εμφανίζεται ως) πλέον αριστερός, ενώ ΠΑΣΟΚ και ΝΔ ανταγωνίζονται με «κριτήρια» τον βαθμό ανικανότητας και διαφθοράς εκάστου.
Σε παλαιότερες περιόδους η επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση για το Ευρωκοινοβούλιο θα αποτελούσε πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης και κοινωνικών διεργασιών. Σήμερα ακόμα κι αυτές οι κεντρικές πολιτικές αναμετρήσεις έχουν απολέσει τον ουσιαστικό τους χαρακτήρα και εξελίσσονται σε συμβολικό επίπεδο.
Όπως ένα κυριακάτικο ντέρμπι μεταξύ των «αιωνίων», που απλώς θα καταγραφεί στον στατιστικό πίνακα και την επόμενη ημέρα θα καλυφθεί κάτω από το άγχος και τα προβλήματα της καθημερινότητάς μας…


Σχολιάστε εδώ