ΣΤΗΝ ΑΣΙΑ Η ΠΡΟΣΟΧΗ της Ουάσινγκτον

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΑΦΟΡΟΥΣΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΚΟΡΕΑΣ ΝΑ ΘΕΣΕΙ ΤΙΣ ΕΝΟΠΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΗΣ ΣΕ ΠΛΗΡΗ ΕΤΟΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ, ΤΗΝ ΠΑΡΕΜΠΟΔΙΣΗ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΙΚΟΥ ΠΛΟΙΟΥ ΑΠΟ ΚΙΝΕΖΙΚΑ ΠΟΛΕΜΙΚΑ ΣΤΗ ΝΟΤΙΑ ΘΑΛΑΣΣΑ, ΠΟΥ ΕΘΕΣΕ ΞΑΝΑ ΥΠΟ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΙΣ ΚΙΝΕΖΙΚΕΣ ΒΛΕΨΕΙΣ.

Δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία η ένταση που δημιουργήθηκε μεταξύ Βόρειας και Νότιας Κορέας, κατά την προηγούμενη εβδομάδα κι η οποία δεν πρόκειται να αποκλιμακωθεί μέχρι τις αρχές Απριλίου. Το «σημείο μηδέν» απ’ το οποίο ξεκίνησε να μετράει αντίστροφα ο χρόνος κι οδήγησε στην τωρινή κλιμάκωση, στο πλαίσιο της οποίας διακόπηκε ακόμη και η λειτουργία του «κόκκινου τηλεφώνου» μεταξύ των δύο επιτελείων, τοποθετείται στα μέσα Φεβρουαρίου όταν η νέα υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ επισκέφθηκε το Τόκιο.

Η επιλογή της Χίλαρι Κλίντον είχε ξεχωριστή σημασία καθώς η Ιαπωνία ήταν η πρώτη χώρα την οποία επισκέφθηκε η αμερικανίδα υπουργός Εξωτερικών. Η Κλίντον έφερε επίσης, στις αποσκευές της και πρόσκληση, την οποία απέδωσε στον ιάπωνα πρωθυπουργό για να επισκεφθεί τον Μπαράκ Ομπάμα, ανοίγοντας τον δρόμο για το ταξίδι του Τάρο Άζο στον Λευκό Οίκο, που αποτέλεσε την πρώτη επίσκεψη ξένου ηγέτη στον νέο αμερικανό Πρόεδρο. Τίποτε άλλο δεν μπορούσε να κάνει ο Μπαράκ Ομπάμα για να τονίσει αυτό που με σαφήνεια δήλωσε η Χίλαρι Κλίντον: Η σχέση με την Ιαπωνία αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της αμερικανικής διπλωματίας.

Η αμερικανική ηγεσία, ταυτόχρονα, με αυτές τις ενορχηστρωμένες κινήσεις στόχευε και στο εσωτερικό της Ιαπωνίας, καθώς έτσι προσπάθησε να στηρίξει τη δημοτικότητα του Τάρο Άζο, που καταφέρνει σε κάθε δημοσκόπηση να καταρρίπτει το ένα αρνητικό ρεκόρ μετά το άλλο.

Οι αιτίες της εύνοιας που δείχνουν οι ΗΠΑ προς τον εθνικιστή ηγέτη, Τάρο Άζο, έγιναν εμφανείς από τις δηλώσεις που έκανε ο πρόεδρος του αντιπολιτευόμενου Δημοκρατικού Κόμματος Ιαπωνίας, μετά τη συνάντηση που είχε με τη Χίλαρι Κλίντον. Συγκεκριμένα μέσα από το αίτημά του για περισσότερο ισότιμες σχέσεις με τις ΗΠΑ και την κριτική που άσκησε προς το κυβερνών Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα για υποτέλεια (!), ο Ιτσίρο Οζάβα έφερε στην επιφάνεια την ένταση που έχει δημιουργήσει στο εσωτερικό της Ιαπωνίας, η πλήρης σύμπλευση της κυβέρνησής τους με την Ουάσινγκτον όπως, μεταξύ πολλών άλλων, δείχνει η συμμετοχή του ιαπωνικού στρατού στην κατοχή του Ιράκ και του Αφγανιστάν. Θέματα που σχεδόν μονοπωλούν τις αντιπαραθέσεις για την εξωτερική πολιτική της Ιαπωνίας με αποτέλεσμα το αντιπολιτευόμενο κόμμα, που συγκεντρώνει και τις προτιμήσεις των εκλογέων, να έχει δεσμευθεί ότι θα αποσύρει τις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας από Ιράκ και Αφγανιστάν. Η επίσκεψη λοιπόν, της Κλίντον δεν ήταν καθόλου τυχαία.

Στο πλαίσιο, όμως, αυτής της επίσκεψης, η Κλίντον επέλεξε να ρίξει και λάδι στη φωτιά των σχέσεων της Ιαπωνίας με τη Βόρεια Κορέα, συναντώντας τους συγγενείς των 16 Ιαπώνων που απήχθησαν από πράκτορες της Βόρειας Κορέας μεταξύ 1977 και 1983. Πρόκειται για γεγονός, το οποίο αναγκάστηκε στο πέρασμα του χρόνου να παραδεχτεί ακόμη και το αρτηριοσκληρωτικό καθεστώς της Πιονγκγιάνγκ. Παρ’ όλα αυτά η αναφορά του γεγονότος δεν προκάλεσε ενθουσιασμό στο καθεστώς του Κιμ Γιονγκ Ιλ. Το θερμόμετρο ανέβηκε ακόμη περισσότερο με την κοινή στρατιωτική άσκηση Ν. Κορέας και ΗΠΑ, που ξεκίνησε τη Δευτέρα με τη συμμετοχή 26.000 Αμερικανών και πρόκειται να διαρκέσει μέχρι τις 20 Μαρτίου και η οποία χαρακτηρίστηκε από τη Β. Κορέα ως προετοιμασία στρατιωτικής επέμβασης. Η ανακοίνωση στη συνέχεια από την Πιονγκγιάνγκ ότι θα εκτοξεύσει – τηλεπικοινωνιακό κατά τα λεγόμενά της – δορυφόρο από τις 4 μέχρι τις 8 Απρίλη προκάλεσε ομοβροντία καταδικαστικών δηλώσεων, καθώς εντάθηκαν οι ανησυχίες ότι στη βάση εκτόξευσης δεν θα τοποθετηθεί τηλεπικοινωνιακός δορυφόρος αλλά πύραυλος μεγάλου βεληνεκούς. Εξαιρέσεις στην ομοβροντία αποτέλεσαν η Ρωσία και η Κίνα, που συμμετέχουν μαζί με την Ιαπωνία, τη Ν. Κορέα και τις ΗΠΑ στην ομάδα που συγκροτήθηκε στο πλαίσιο απόφασης του ΟΗΕ, για να προωθήσει και να ελέγχει τον πυρηνικό αφοπλισμό της Β. Κορέας. Κατά τη δική τους γνώμη καμιά εκ των προτέρων καταγγελία δεν είναι αναγκαία…

Με όλες αυτές τις κινήσεις, η Β. Κορέα, που μόλις πέρυσι επί προέδρου Τζ. Μπους, δηλαδή, βγήκε από τη «μαύρη λίστα» των χωρών που στηρίζουν την τρομοκρατία, δείχνει ότι δεν είναι διατεθειμένη να διαπραγματευτεί από μηδενική βάση την επανένταξή της στο διεθνές σύστημα. Κι αν η Ιαπωνία και η Κίνα (ο δεύτερος σταθμός στην περιοδεία της Κλίντον στην Ασία, που περιελάμβανε επίσης, τη Ν. Κορέα και την πολυπληθέστερη μουσουλμανική χώρα του κόσμου, την Ινδονησία, όπου μεγάλωσε ο Πρόεδρος των ΗΠΑ) έχουν τα μυθικά συναλλαγματικά αποθέματα του 1 και 1,9 τρισ. δολ. τα οποία χρηματοδοτούν το αμερικανικό Δημόσιο για να διαπραγματευτούν, η Β. Κορέα δεν έχει τίποτε άλλο από τα πυρηνικά της. Αυτά καταθέτει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων…

Οι ΗΠΑ, από την άλλη μεριά, παρά τη συνεχή προσπάθεια οικοδόμησης σχέσεων εμπιστοσύνης που καταβάλλουν, έδειξαν την προηγούμενη εβδομάδα ότι δεν πρόκειται να δεχτούν ασυζητητί όλες τις αξιώσεις των συμμάχων τους, ακόμη και του Πεκίνου, που έχει αναδειχτεί στον μεγαλύτερο πιστωτή τους. Η είσοδος του αμερικανικού πολεμικού πλοίου σε θαλάσσια ζώνη της νότιας Κίνας, στην οποία το Πεκίνο ισχυρίζεται ότι έχει κυριαρχικά δικαιώματα ήρθε να θέσει ένα όριο στις φιλοδοξίες της Κίνας και να ενθαρρύνει γειτονικές χώρες, όπως οι Φιλιππίνες, το Βιετνάμ, η Μαλαισία, το Μπρουνέι και κυρίως η Ταϊβάν, ώστε να συνεχίσουν να αμφισβητούν τους κινεζικούς ισχυρισμούς.

Η νέα αμερικανική κυβέρνηση ξαναμοιράζει την τράπουλα όμως και στο Αφγανιστάν. Με μια σοφή κίνηση ο Μπαράκ Ομπάμα (που έδειξε να παίρνει υπ’ όψιν του τις ανησυχίες που δημιουργήθηκαν με αφορμή την εμμονή του να αναγορεύσει το Αφγανιστάν σε «μητέρα των μαχών» κατά της τρομοκρατίας) δήλωσε ότι οι ΗΠΑ είναι πρόθυμες να συζητήσουν με μετριοπαθείς Ταλιμπάν. Τα όσα δήλωσε ο Μπαράκ Ομπάμα στους «Νιου Γιορκ Τάιμς» τη Δευτέρα αναμφισβήτητα συνιστούν αλλαγή πλεύσης. Αρκεί να σκεφτούμε ότι η σχέση με τους Ταλιμπάν στάθηκε – τουλάχιστον – η αφορμή για να επέλθει ρήξη στις σχέσεις των δυνάμεων κατοχής με τον συνεργάτη τους μέχρι πρόσφατα πρωθυπουργό Καρζάι, καθώς υποστήριζε επίμονα τον προσεταιρισμό των πιο συνεργάσιμων από τους ισλαμιστές φονταμενταλιστές. Τακτική που αρνούνταν κατηγορηματικά οι Αμερικανοί. Πλέον όμως όχι. Στη συνέντευξή του, ο αμερικανός Πρόεδρος, αφού απάντησε χωρίς περιστροφές αρνητικά στην ερώτηση κατά πόσον κερδίζουν οι ΗΠΑ, στο Αφγανιστάν, στη συνέχεια επικαλέστηκε το παράδειγμα του Ιράκ όπου η συνεργασία με Σουνίτες, που διαχωρίζονταν από την Αλ Κάιντα, απέδωσε καρπούς, συμβάλλοντας στη σημερινή αποκλιμάκωση των συγκρούσεων. Ο Ομπάμα παρ’ όλα αυτά δεν αναίρεσε το σχέδιό του να στείλει άμεσα 17.000 αμερικανούς στρατιώτες και 13.000 επιπλέον μέχρι το καλοκαίρι, παρότι το επιπλέον κόστος που συνεπάγεται ο πόλεμος στο Αφγανιστάν αντιβαίνει στις οικονομικές του προτεραιότητες, όπως αυτές φάνηκαν από τον προϋπολογισμό που κατέθεσε πριν από δύο εβδομάδες. Κατά συνέπεια, η προσπάθεια συνεργασίας με αφγανούς πολέμαρχους δεν αναιρεί το επίσημο σχέδιο πολεμικής επικράτησης, αλλά περισσότερο έρχεται να λειτουργήσει υποστηρικτικά προς αυτό, καθώς ο προσεταιρισμός των πιο αδύναμων κρίκων θα συμβάλλει στην αδρανοποίησή τους και στην ανεμπόδιστη συγκέντρωση όλης της (επαυξημένης μάλιστα από τις συνεισφορές κι άλλων μελών του ΝΑΤΟ) δύναμης πυρός στα πιο αδιάλλακτα τμήματα των Ταλιμπάν, που συνεργάζονται με την Αλ Κάιντα. Το οριστικό σχέδιο για το Αφγανιστάν θα ανακοινωθεί σε δύο, περίπου, εβδομάδες στο πλαίσιο της Επετειακής Συνόδου του ΝΑΤΟ, με αφορμή τον εορτασμό των 60 χρόνων από την ίδρυσή του. Η πρόγευση που πήραμε μέχρι τώρα, πάντως, είναι αρκετή για να είμαστε σίγουροι ότι κι υπό τη νέα αμερικανική κυβέρνηση δεν πρόκειται να πλήξουμε, ενώ η σημασία που δίνει στην Ασία δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην το κλείσιμο των ανοιχτών πληγών.


Σχολιάστε εδώ