Μήπως ήλθε η ώρα για μια άλλη εξωτερική πολιτική;

Απλώς τα κέντρα «μεγαθυμίας» παραλλάσσουν: Χθες η Γηραιά Αλβιών, σήμερα η απαστράπτουσα Ουάσινγκτον…

Οι ανατάσεις κατά τη μεταπολιτευτική εποχή, των περιόδων Κ. Καραμανλή του Πρεσβύτερου, κατά ήσσονα, και Ανδρέα Παπανδρέου κατά μείζονα λόγο, της χάραξης μιας κατά το δυνατόν και στα πλαίσια των διεθνών συγκυριών αδέσμευτης εξωτερικής πολιτικής, που να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της χώρας, αποτελούν γοητευτικές αναπολήσεις.

Οι επίγονοι των δύο μεγάλων της Μεταπολίτευσης, όπως εκφράζονται από τους σημερινούς κομματικούς σχηματισμούς της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ, σε αγαστή σύμπνοια, εμμένουν να διακινούνται στο ιδεολογικό περίγραμμα του «Ψηφίσματος της Υποτέλειας» και να τοποθετούν την ενάσκηση της εξωτερικής πολιτικής στο «Δόγμα της Προστασίας»: «Η Ελλάδα είναι μικρή χώρα ώστε να έχει την πολυτέλεια ενάσκησης εξωτερικής ανεξάρτητης από τις ΗΠΑ»!

Και το ολεθριότερο: Η ενάσκηση της εξωτερικής πολιτικής εντάσσεται σε άξονες προσωπικών πολιτικών επιδιώξεων, και κυρίως νομής της εξουσίας ανεξαρτήτως των επιπτώσεων στα εθνικά μας συμφέροντα.

Είναι ενδεικτικό ότι τα δύο κόμματα εξουσίας διαγκωνίζονται να εκμαιεύσουν την εύνοια της υπερατλαντικής προστασίας, ενασκούν (;) εξωτερική πολιτική με όρους κοινωνικών συναναστροφών και αμιλλώνται να επιδαψιλεύουν, είτε στην Ουάσιγκτον είτε στις Βρυξέλλες, τα «σέβη» τους και κινούνται αθορύβως, ώστε να μην καταστούν ενοχλητικές παρουσίες…

Είναι ενδεικτικό ότι ακόμη και στους τομείς, π.χ. εξοπλιστικά προγράμματα, στους οποίους είναι ευκρινέστερη η δυνατότητα ενάσκησης επωφελούς για τα εθνικά μας συμφέροντα εξωτερικής πολιτικής, με την οικοδόμηση συμμαχιών, η εθελοτύφλωση (;) διακινείται σε επίπεδα εξοργιστικά, αν όχι εθνικώς επικίνδυνα!

Η χώρα συνεχίζει, παρά τη συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, να αντιμετωπίζει προβλήματα ασφάλειας των συνόρων της και απειλών για την εδαφική της κυριαρχία. Βρυξέλλες, ΝΑΤΟ, Ουάσινγκτον – εδώ ανεξαρτήτως των ενοίκων στον Λευκό Οίκο- επιδεικτικώς αγνοούν ακόμη και τις στοιχειώδεις διεθνείς προβλέψεις:

• Το Δίκαιο της Θάλασσας ως προς το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης, αν και αποτελεί «κοινοτικό κεκτημένο», ουδέ καν λογίζεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις ενταξιακές συνομιλίες της Άγκυρας με την ΕΕ.

• ΗΠΑ, Αγγλία και άλλες χώρες του ΝΑΤΟ εναρμονίζονται με τις επιδιώξεις της Άγκυρας για «Γκρίζες Ζώνες» στο Αιγαίο, παρά τις διεθνείς συνθήκες και το διεθνές δίκαιο.

• Η Ουάσινγτον για τις δικές της γεωπολιτικές επιδιώξεις αναγορεύει την Τουρκία σε περιφερειακή δύναμη στην περιοχή, με ορατό τον κίνδυνο η Ελλάδα να καταστεί στο απώτερο μέλλον δορυφόρος της Άγκυρας.

• Διπλωματικές και άλλες υπηρεσίες των ΗΠΑ -πρόσφατη έκθεση για μειονοτικά και άλλα προβλήματα- συστηματικώς τα τελευταία χρόνια υπονομεύουν την ενότητα της χώρας…

• ΕΕ και Δυτική Συμμαχία αποφεύγουν, αν και αυτό επιτάσσεται από το οργανόγραμμά τους, να εγγυηθούν την εδαφική ακεραιότητα μιας χώρας μέλους τους, της Ελλάδας.

Η Ελλάδα από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 συμμετέχει στους διεθνείς μηχανισμούς ασφαλείας και παρέχει βάσεις στο έδαφός της για την εξυπηρέτηση αυτών των μηχανισμών. Το οξύμωρο στην περίπτωσή της Αθήνας είναι ότι οι διεθνείς αυτοί μηχανισμοί έναντι των προβλημάτων ασφαλείας της ίδιας της χώρας τηρούν στάση Πόντιου Πιλάτου. Και ανακύπτει το ερώτημα: Μήπως έχει επέλθει το πλήρωμα του χρόνου για επανεξέταση αυτών των σχέσεων κάτω από το πρίσμα της εξυπηρέτησης των εθνικών συμφερόντων της χώρας και εγγύησης της εδαφικής της ακεραιότητας;

Ο Κ. Καραμανλής ο Πρεσβύτερος, το 1974, όταν το ΝΑΤΟ παρέμεινε αδρανές (αν δεν ενθάρρυνε) στην εισβολή της Άγκυρας στην Κύπρο, απέσυρε τη χώρα από τη Βορειοατλαντική Συμμαχία, και ο Ανδρέας Παπανδρέου στην ελληνοτουρκική κρίση του Μαρτίου του 1987 με τη γνωστή στάση της Ουάσινγκτον, κατήργησε τις αμερικανικές βάσεις της Νέας Μάκρης και του Ελληνικού και γενικότερα αναθεώρησε τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις στον αμυντικό τομέα.

Οι επίγονοι των δύο μεγάλων της Μεταπολίτευσης, εμπρός στην αναδιάταξη του διεθνούς σκηνικού και των απειλών που ήδη διαγράφονται στον ορίζοντα για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, δεν προβληματίζονται αν η ακολουθούμενη εξωτερική πολιτική είναι επωφελής ή βλαπτική για τη χώρα;

Βεβαίως, ως προς τη Νέα Δημοκρατία και τη «διαρχία», που διακρίνει την πολιτική της -διαμοιρασμός εξουσίας μεταξύ των οικογενειών Καραμανλή και Μητσοτάκη, με απόλυτη κυριαρχία της τελευταίας στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής- απειροελάχιστες είναι οι ελπίδες για αναδιάταξη της ακουλουθούμενης εξωτερικής πολιτικής.

Το ΠΑΣΟΚ, όμως, και ο εκπρόσωπός του στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, Ανδρέας Λοβέρδος, δεν έχουν λόγο να αποστασιοποιούνται από το ιστορικό τους παρελθόν και την πρακτική του Ανδρέα Παπανδρέου. Εκτός εάν…

Ο νεαρός καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου θα έχει, ασφαλώς, παρατηρήσει ότι αυτήν την περίοδο στην Ανατολική Λεκάνη της Μεσογείου διαμορφώνεται μια κοινότητα συμφερόντων μεταξύ της Ρωσίας -de facto μεγάλης δύναμης- και της Ελλάδας. Και ασφαλώς θα έχει εφελκύσει την προσοχή του η πρόταση ενός εκ των σοβαρών διεθνών αναλυτών και συμπολίτη μας, Βασίλη Μαρκεζίνη:

• «Βλέπω τη Ρωσία ως χώρα που θα μπορούσε να προστατεύσει την εδαφική μου ακεραιότητα πολύ περισσότερο απ’ ό,τι η Αμερική, κυρίως αν έδειχνα πρόθυμος να στηρίξω κάποιες (θεμιτές) αξιώσεις της – όπως λ.χ. να διατηρήσει τα συμφέροντά της στον Καύκασο… Θα διερωτόμουν μάλιστα αν, δίνοντάς της πρόσβαση σε θερμότερα νερά, δεν θα μπορούσα και εγώ να αποκτήσω μεγαλύτερες εγγυήσεις για την εδαφική μου ακεραιότητα…».


Σχολιάστε εδώ