Συναίνεση επί της διαφωνίας

Η συναίνεση αποτελεί ένα είδος μαγικής εικόνας. Σ’ ένα ομιχλώδες πολιτικοϊδεολογικό «περιβάλλον», το κάθε κόμμα, ο κάθε αρχηγός, περιγράφει την «εικόνα» αυτή σύμφωνα με το δικό του «κοσμοείδωλο», σύμφωνα με τα δικά του στενά συμφέροντα.

Η κυβέρνηση την επικαλείται για να καταγγείλει στο επόμενο χρονικό διάστημα την ανευθυνότητα εκείνων που δεν συναινούν… Το ΠΑΣΟΚ επικαλείται το ανέφικτο της συναίνεσης λόγω της «πλήρους αποτυχίας» της κυβέρνησης και ζητά εκλογές… Το ΚΚΕ αρκείται στην καταγγελία του δικομματισμού, διακηρύσσει απειθαρχία προς τις επιταγές της ΕΕ και αρνείται συνολικά τον καπιταλισμό… Ο ΣΥΡΙΖΑ οικοδομεί το δικό του «αντι-συστημικό» προσωπείο, προτείνοντας «κρατικοποίηση» όχι μόνο των τραπεζών αλλά και της Συνθήκης του Μάαστριχτ (την οποία έχει, φυσικά, συνυπογράψει)… Τέλος, ο ΛΑΟΣ επιδιώκει ρόλους σε επίπεδο διακυβέρνησης…

Δυστυχώς, τα κόμματα και οι ηγέτιδες ελίτ της χώρας μας δεν θέλουν να αντιμετωπίσουν τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος. Διαστάσεις που υπερβαίνουν τα όρια του κομματικού ανταγωνισμού, στα οποία αρκούνται οι κομματικές ηγεσίες.

Μέχρι τώρα η οικονομική διαχείριση, οι μορφές της οικονομικής κρίσης, μπορούσαν να αποτελούν στοιχείο του κομματικού ανταγωνισμού, «εργαλείο» κριτικής του ενός κόμματος έναντι του άλλου. Σήμερα όμως θεμελιώνεται σταδιακά το ενδεχόμενο να μην μπορούν να χειραγωγηθούν οι διαστάσεις της οικονομικής κρίσης. Να γίνουν σε τέτοιο βαθμό ανεξέλεγκτες, ώστε να ακυρώσουν τις όποιες κυβερνητικές επιλογές, παρασύροντας και αχρηστεύοντας πρακτικά τις δυνατότητες παρέμβασης των κομμάτων και συνολικά του πολιτικού συστήματος.

Η χώρα μας κινείται σήμερα σ’ ένα διπλό επίπεδο αστάθειας, το ενδογενές και το εξωγενές. Σε προηγούμενες περιόδους υπήρχε ένα σταθερό και ασφαλές ευρωπαϊκό περιβάλλον, με όλες τις αντιφάσεις και τις ελλείψεις του, στο οποίο η κάθε χώρα μέλος μπορούσε να αναφερθεί. Σήμερα η πολιτική κρίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης «συναγωνίζεται» την οικονομική. Η απουσία συγκεκριμένης στρατηγικής, συγκεκριμένων μέτρων στήριξης και αντιμετώπισης των δομικών στοιχείων της κρίσης, έχει ως αποτέλεσμα τη διεύρυνση της οικονομικής κρίσης. Στην πράξη, η οικονομική κρίση και η πολιτική κρίση αλληλοτροφοδοτούνται και διευρύνονται.

Τι θα γίνει με τις καταρρέουσες τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες; Ποια η δυνατότητα έκδοσης των περίφημων ευρωομολόγων; Θα στηριχθούν οι «εθνικές» βιομηχανικές δομές με μέτρα περιοριστικού χαρακτήρα; Πώς θα αντιμετωπισθούν τα δάνεια που έχουν λάβει οι χώρες της ανατολικής Ευρώπης και φθάνουν σήμερα στο ασύλληπτο ποσόν του 1,65 τρισ. δολαρίων από τις τράπεζες της Αυστρίας, της Ιταλίας, της Σουηδίας και της Ελλάδας; (Γιώργος Δελαστίκ, εφημερίδα «Έθνος» 5/3/2009).

Σε τέτοιου είδους κρίσιμα ερωτήματα οι πολιτικοοικονομικές ελίτ της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορούν να δώσουν απάντηση. Οπωσδήποτε όμως κάθε κράτος μέλος, κάθε εθνικό πολιτικό σύστημα, αναζητά «κοινούς τόπους», ώστε να αμβλυνθούν οι ακραίες συνέπειες της κρίσης.

Στην πατρίδα μας δεν υπάρχει μια ιστορική πολιτική κουλτούρα συναίνεσης. Μόνο μια υποκουλτούρα συναλλαγής σε επίπεδο διακυβέρνησης αναδύθηκε την περίοδο 1989-90…

Ασφαλώς, η αυτονομία και η διακριτή πολιτικοϊδεολογική ταυτότητα των κομμάτων αποτελεί τον δυναμικό πυρήνα της Δημοκρατίας. Όμως τα κόμματα ενισχύουν την ταυτότητα και την κοινωνική τους επιρροή προτείνοντας συγκεκριμένα μέτρα, αντιμετωπίζοντας αποτελεσματικά τα κρίσιμα προβλήματα των καιρών… και όχι απλώς καταγγέλλοντας τους υπόλοιπους…

Μέσα σ’ όλον αυτόν τον κυκεώνα της κρίσης η Ελλάδα έχει, έστω και διά της εις άτοπον απαγωγής, τα δικά της πλεονεκτήματα. Η οικονομία μας, μέχρι τώρα τουλάχιστον, θίγεται περιφερειακά από την κρίση. Δεν έχουμε παραγωγικά/δομικά στοιχεία του συστήματος που να καταρρέουν όπως σε άλλες χώρες (αυτοκινητοβιομηχανίες, τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες). Επιβαρυνόμεθα όμως από τον υψηλό δανεισμό, τα διευρυνόμενα ελλείμματα, την αδυναμία είσπραξης φορολογικών εσόδων. Παράλληλα, το τραπεζικό μας σύστημα κινδυνεύει από τον ακάλυπτο δανεισμό στον οποίο επιδόθηκε την τελευταία δεκαετία προς τις βαλκανικές χώρες και ευρύτερα προς την «περιοχή» της ΝΑ Ευρώπης…

Όλα αυτά τα κρίσιμα θέματα αφορούν την καθημερινή ζωή και το άμεσο μέλλον των πολιτών, ολόκληρης της κοινωνίας. Περνάμε σταδιακά από το επίπεδο της ψυχολογικής εκδήλωσης της κρίσης, που αποτυπώνεται στον περιορισμό της ζήτησης και στη σταδιακή μείωση της παραγωγικής δραστηριότητας, με άμεση συνέπεια την ενδεχόμενη μαζική ανεργία.

Αν δεν μπορεί –και δεν μπορεί για τους λόγους που αναλύθηκαν– να υπάρξει συναίνεση επί συγκεκριμένων μέτρων, μπορεί να διαμορφωθεί τουλάχιστον ένα πλαίσιο συνεννόησης ή και ανοχής για συγκεκριμένα μέτρα που δεν ανάγονται ευθέως στον «ιδεολογικό πυρήνα» των κομμάτων αλλά αφορούν κρίσιμους τομείς της καθημερινής διαχείρισης.

Η ελληνική κοινωνία επιθυμεί –και θα αξιολογήσει θετικά– μια τέτοια διαδικασία. Γιατί, τελικά, είναι πολύ πιο ώριμη να κρίνει τα κόμματα με βάση τη θετική τους συνεισφορά από όσο οι ίδιες οι ηγεσίες των κομμάτων νομίζουν…


Σχολιάστε εδώ