Αποθρασύνθηκαν τα Σκόπια και τώρα τρέχουμε…

Πολύ αργά κατάλαβε η ελληνική κυβέρνηση ότι πρέπει να αντιδράσει στον σκοπιανό εθνικισμό και την προπαγάνδα. Όπως πολύ αργά άρχισε να αντιδρά η Ελλάδα στις προκλήσεις της σκοπιανής πλευράς. Είναι δε τόσο «αργά για δάκρυα», που ακόμα και μια λογική αντίδραση όπως αυτή της ταξιδιωτικής οδηγίας, προκάλεσε όχι μόνο την αντίδραση των Σκοπίων αλλά οδήγησε τον Νίκολα Γκρούεφσκι να περάσει στην αντεπίθεση και να επιχειρήσει απαράδεκτους συμψηφισμούς. Όμως τις ίδιες ώρες, «μαχαιριά» στην καρδιά της Ελλάδας αποτελεί και η έκθεση του ΟΗΕ, η οποία επιχειρεί να στοιχειοθετήσει ύπαρξη «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα.

Η ελληνική πλευρά επιχείρησε με ταξιδιωτική οδηγία και τυπικό διάβημα διαμαρτυρίας, με αφορμή τη βίαιη επίθεση που δέχτηκαν έλληνες πολίτες – εκδρομείς στην Οχρίδα από σκοπιανούς εθνικιστές, να απαντήσει στην πάγια και διαρκώς κλιμακούμενη εθνικιστική και ανθελληνική πολιτική των Σκοπίων, που παίρνει ακόμα πιο ακραίες μορφές υπό την πολιτική του Νίικολά Γκρούεφσκι. Η κίνηση αυτή της ελληνικής πλευράς –που σημειώνεται σε περίοδο πλήρους παγώματος με ευθύνη των Σκοπίων, των συνομιλιών για το όνομα, ενώ είναι σε εξέλιξη προσφυγή των Σκοπίων κατά της Ελλάδας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης– στενοχώρησε τον κ. Γκρούεφσκι, που με αρκετή καθυστέρηση, καταδίκασε μεν τα επεισόδια σε βάρος των Ελλήνων στην Οχρίδα, ωστόσο εξέφρασε τη δυσφορία του για την ταξιδιωτική οδηγία που εξέδωσε η Αθήνα, επιχειρώντας έναν απίστευτο συμψηφισμό με δήθεν επεισόδια που σημειώθηκαν την περασμένη χρονιά κατά «μακεδόνων πολιτών».

Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, με την ταξιδιωτική οδηγία που εξέδωσε, καλεί τους έλληνες πολίτες να λαμβάνουν μέτρα ιδιαίτερης προσοχής και σύνεσης, όσον αφορά την ασφάλειά τους και την περιουσία τους, όταν επισκέπτονται τη γειτονική χώρα.

Παράλληλα, σοκ προκάλεσε στην Αθήνα η έκθεση που συνέταξε η ανεξάρτητη εμπειρογνώμων του ΟΗΕ στα ζητήματα μειονοτήτων, Γκέι ΜακΝτούγκαλ. Διπλωματικοί κύκλοι μάλιστα κάνουν λόγο για προσπάθεια να θεμελιωθεί η ύπαρξη «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στις ευαίσθητες περιοχές της κεντρικής και δυτικής Μακεδονίας.

Η έκθεση της ΜακΝτούγκαλ καλεί την Ελλάδα, αντί να αρνείται την ύπαρξη της μειονότητας, να προστατεύσει τα δικαιώματά της και κάνει συστάσεις στην Αθήνα να μην ερμηνεύει περιοριστικά τον όρο «μειονότητα»!

Σε ό,τι αφορά όσους αυτοπροσδιορίζονται «Μακεδόνες», η έκθεση αναφέρει ότι η κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει «την ύπαρξη μακεδονικής εθνοτικής μειονότητας η οποία ζει στην κεντρική και δυτική Μακεδονία» και ότι διαδοχικές κυβερνήσεις έχουν ακολουθήσει πολιτική άρνησης «της μακεδονικής κοινότητας και της μακεδονικής γλώσσας».

Με ανάλογο τρόπο η κ. ΜακΝτούγκαλ παρενέβη και στα δύσκολα διμερή θέματα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, υποστηρίζοντας πλήρως την τουρκική θέση περί ύπαρξης τουρκικής μειονότητας στην Ελλάδα και ανάγκη υποβάθμισης της βαρύτητας και ισχύος της Συνθήκης της Λωζάννης, εγκαλώντας μάλιστα την Ελλάδα ότι δίνει απολύτως «περιοριστική» ερμηνεία στον όρο μειονότητες και γιʼ αυτό πρέπει να υιοθετήσει «τα τρέχοντα κριτήρια».

Η πρώτη αντίδραση της Αθήνας σημειώθηκε με δήλωση του εκπροσώπου του υπουργείου Εξωτερικών Γ. Κουμουτσάκου, που σημείωσε πως «στη χώρα μας κάθε έλληνας πολίτης έχει το απαράγραπτο ατομικό δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού και η μέριμνα της Πολιτείας για την ενίσχυση και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι διαρκής και αποτελεσματική».

Να σημειωθεί ότι το 2007, κατά την ανανέωση της θητείας της κ. ΜακΝτούγκαλ, η Τουρκία αξιοποίησε το δικαίωμα να επιβάλει ρήτρα (δεκτή από τον ΟΗΕ) στην αξιωματούχο του ΟΗΕ, σύμφωνα με την οποία θα μπορεί να επισκέπτεται περιοχές στην Τουρκία «μόνον εκεί όπου υπάρχουν αναγνωρισμένες μειονότητες από το τουρκικό Σύνταγμα». (Η Ελλάδα δεν αξιοποίησε το αντίστοιχο δικαίωμα στην επιβολή ρήτρας…)

Η έκθεση της κ. ΜακΝτούγκαλ, ύστερα από περιοδεία στην Ελλάδα το περασμένο φθινόπωρο, εντοπίζει το ενδιαφέρον της στη δυτική Θράκη, στη δυτική Μακεδονία αλλά και στους Αθίγγανους του Ασπρόπυργου, των Σπάτων και του Αγίου Βαρνάβα και επιμένει ότι ο θρησκευτικός ηγέτης της μουσουλμανικής μειονότητας δεν πρέπει να εκλέγεται από την κυβέρνηση, θεωρεί απαράδεκτο τον νόμο της σαρία, ενώ θέτει θέματα νομικής αναγνώρισης άλλων θρησκειών, πλην της ελληνορθόδοξης και της ιουδαϊκής.


Σχολιάστε εδώ