«ΣΤΗΝ ΠΕΤΡΑ ΤΗΣ ΥΠΟΜΟΝΗΣ ΚΑΘΙΣΕΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΜΕ ΤΟΥ ΜΑΤΙΟΥ ΣΟΥ ΤΟ ΜΑΥΡΑΔΙ ΔΕΙΧΝΟΝΤΑΣ ΠΩΣ ΠΟΝΕΙΣ» *

Ένας λαός χειροκροτεί
καί τήν οργή του δείχνει.
Ένας λαός τό χαίρεται
καί παλαμάκια ρίχνει.

Μεγάλη πίκρα ρούφηξε
κι ακόμα τή ρουφάει.
Μέσα στήν τόση μοναξιά
τί βρώμες έχει φάει.

Τί βρώμες καί τί σάπισμα
τί μούχλα κι αλητεία
κι από πολίτης έγινε
μιά σκέτη πελατεία.

Σκουπιδοφόρα ύπαρξη
βρώμα καί δυσωδία
απ’ τά ψηλά νά έρχεται
μέ ιερό μανδύα.

Καράβι ακυβέρνητο
πάσα η πολιτεία
γιά λέρες μόνο εφικτή
καί διά καλλιστεία.
Ποτέ αυτί δέν στήθηκε
λίγο νά σέ ακούσει,
μελίρρυτα τά λόγια τους
κι οι υποσχέσεις μούσι.

Πάει η ντροπή περίπατο
τό ήθος ξεθωριάζει
κι ένας αλήτικος εσμός
λίγο σέ λογαριάζει.

Τά βράδια μας λυπητερά
κι η σκόνη νά σκεπάζει
κι ο υψηλά ιστάμενος
στόν κάδο νά σ’ αδειάζει.

Άδεια ζωή αφόρητη
σάν τό στενό σακάκι
νά νιώθεις πώς εκδίδεσαι
σέ σκοτεινό σοκάκι.
Τίποτε τό ανθρώπινο
καμία καλοσύνη,
μία θολούρα πάνω σου
Κράτος, Δικαιοσύνη.

Έρχεται ένας άνθρωπος
ως αεροφευγάτος,
οι πάντες τόν δοξάζουνε.
(Ώ! Φλεγομένη βάτος.)

Πετάει μές στά σύννεφα
κι όμως ουδείς τρομάζει.
Τρόμος είναι τό Σύστημα
πού μάς αηδιάζει.

Καί γίνεται ο ήρωας
μιάς κοινωνίας πόνου,
παίρνει μορφή ιατρική
ως είδος παυσιπόνου.
Χαμογελούν οι Έλληνες
χαιρέκακοι στό δίκιο
αλλού όμως ναυάγησε
τό ύφος τό αντρίκειο.

Καί βλέπεις τούς ηγήτορες
νά γίνονται μπαλόνια
καί χαίρεσαι ομαδικώς
γιά τά χαμένα χρόνια.

Άντε στό διάολο παιδιά
κι ακόμα παραπέρα
εσείς πού μάς εκάνατε
τή μέρα μας εσπέρα.

**************
**************
Από τώρα η Ψωροκώσταινα
θά λέγεται Παλαιοκώσταινα.

* Γ. ΣΕΦΕΡΗΣ


Σχολιάστε εδώ