ΜΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΕ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΣΦΑΛΕΙΑ

Η εμφάνιση νέων μεθόδων δράσης ακραίων πολιτικά και κοινωνικά ομάδων φέρνει σε μεγάλη αμηχανία το οργανωμένο κράτος και εκθέτει την κυβέρνηση, που παρακολουθεί είτε διά της απραξίας είτε μέσω της άστοχης και συχνά βίαιης αντεπίθεσης.

Τώρα πια έχουμε επιθέσεις σε τράπεζες, τοποθετήσεις αυτοσχέδιων βομβών σε αυτοκίνητα έξω από στόχους, επιθέσεις σε σούπερ μάρκετ και αφαίρεση προϊόντων που μετά διατίθενται σε καταναλωτές από τους ίδιους που τα πήραν από τα μαγαζιά, επιθέσεις με αυτόματα σε αστυνομικούς που περιπολούν, εισβολές σε χώρους ομιλιών και εκδηλώσεων με ξυλοφόρτωμα κάποιου, συχνά καθηγητή, που είναι στόχος των επιτιθέμενων, αλλά και απλά γιαουρτώματα.

Έχουμε δηλαδή συχνή εμφάνιση δράσεων εναντίον στόχων που είτε θέλουν να γελοιοποιήσουν τον στοχοθετημένο είτε να προκαλέσουν τρόμο στο κράτος. Οι νέες μορφές δράσης δείχνουν ότι βαδίζουμε τα πρώτα βήματα σε μια κοινωνία με νέα δεδομένα και διαφορετική σύνθεση από εκείνη που γνωρίζαμε.

Η επίθεση επίσης στη βουλγάρα εργαζόμενη και συνδικαλίστρια Κούνεβα δείχνει ότι δρα πλέον πιο δραστήρια και δραστικά αυτό που συχνά ονομάζουμε «νύχτα» και εννοούμε το οργανωμένο έγκλημα και παρασκήνιο. Η «νύχτα» τώρα πια δεν περιορίζεται στο ξεκαθάρισμα εσωτερικών λογαριασμών στελεχών και συντελεστών της, δεν πυροβολεί μια ομάδα εκτελεστών για λογαριασμό ενός «νονού» τους αντιπάλους ενός άλλου «νονού», αλλά έχει επεκταθεί σε πιο σύνθετες «μπίζνες» που περιέχουν και την καθημερινή διάσταση όσων συμβαίνουν στην κοινωνία μας.

Τα δύο διαφορετικά αυτά φαινόμενα, τόσο της δράσης ακραίων πολιτικά και κοινωνικά ομάδων όσο και της επέκτασης των δραστηριοτήτων της «νύχτας», έχουν να κάνουν με τη σαφή διαφοροποίηση των δεδομένων της ελληνικής κοινωνίας.

Η είσοδος της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα (ακόμα κι αν δεν είμαστε μια κανονική, αναπτυγμένη καπιταλιστική χώρα, ακόμα κι αν στην ουσία δεν παράγουμε τίποτα) συνοδεύεται με την αύξηση της ανεργίας, τη δυσκολία ανεύρεσης εργασίας, τις απολύσεις, την αναγκαστική στροφή προς άλλες επιλογές απασχόλησης, στοιχεία που οδηγούν σχεδόν αυτόματα στην αύξηση της βίας αλλά και στην ένταξή της στην καθημερινότητα των ανθρώπων, έτσι ώστε να μη θεωρείται κάτι παράξενο και ξεχωριστό. Αν μάλιστα η βία λαμβάνει χαρακτηριστικά κοινωνικής υπεράσπισης αρχών και αξιών, τότε συχνά –και όχι μόνο στην Ελλάδα– γίνεται αποδεκτή και αποκτά κοινωνικό έρεισμα. Ένα μεγάλο πρόβλημα του οργανωμένου κράτους είναι να βρει (και να επιλέγει κάθε φορά την κατάλληλη) τις μεθόδους αντιμετώπισης της βίας και χειρισμού των κρίσεων. Αυτό προϋποθέτει να έχουν αντιληφθεί οι φορείς του κράτους το μέγεθος της κρίσης, τις αντοχές της κοινωνίας και την ταυτότητα του –κάθε– προβλήματος. Τίποτα από τα τρία (και πάντως όχι μαζί!) δεν συμβαίνει συχνά, με αποτέλεσμα το οργανωμένο κράτος να φλερτάρει με τη γελοιοποίηση και να καταγράφεται ως ανεπαρκές.

Για παράδειγμα, υποτιμήθηκε το βάθος της υπόθεσης του Αλέξη Γρηγορόπουλου, τι δηλαδή σήμαινε για τον απλό κόσμο η δολοφονία ενός παιδιού από έναν αστυνομικό, με αποτέλεσμα να υπάρξει ελεύθερο και πρόσφορο έδαφος τόσο για τυφλή βία όσο και για μελετημένες εκδηλώσεις ομάδων, που εντάσσονται στη διαδικασία απάντησης στη συγκεκριμένη ενέργεια.

Υποτιμάται επίσης (όπως κατά δήλωσή του ο πρωθυπουργός είχε υποτιμήσει την έκταση του σκανδάλου του Βατοπεδίου) η έκταση της οικονομικής κρίσης και το πρόβλημα να αντεπεξέλθει ο πολίτης στην καθημερινότητα των χρεών και των δόσεων για το σπίτι, το καταναλωτικό δάνειο, τις πιστωτικές κάρτες κ.λπ. Αυτή η υποτίμηση της έκτασης του προβλήματος ασφαλώς δεν περνά απαρατήρητη και έχει την απάντησή της σε διάφορες μορφές αντίδρασης, μια από τις οποίες είναι και η πολυποίκιλη βία. Εδώ πρέπει να συνεκτιμήσει κανείς τον ρόλο, την απραξία και την ανεπάρκεια των κομμάτων που μοιάζουν εξαιρετικά ανίκανα να αντιμετωπίσουν την κρίση και ανιαρά να αντιμετωπίσουν την καθημερινότητα. Δεν αποτελούν δηλαδή «λιμάνια» που θα δέσει ο κόσμος τις αγωνίες, την ανασφάλεια και τη στενοχώρια του.

Είναι οφθαλμοφανές πως πρόκειται για μια κοινωνία σε κρίση, που το δηλώνει με κάθε τρόπο και σε κάθε ευκαιρία. Είναι ευθύνη των οργανωμένων φορέων της να αντιληφθούν περί τίνος πρόκειται και να δράσουν για την υπεράσπιση όσων η ίδια η κοινωνία θεωρεί ότι κινδυνεύουν.


Σχολιάστε εδώ