Μαυσωλείο έχει γίνει το Μέγαρο Μουσικής!

Ο Ηλίας Ανδριόπουλος, που μας έχει χαρίσει τραγούδια ανεπανάληπτα που ζουν χρόνια, προβάλλει την άλλη πλευρά του Μεγάρου Μουσικής, που, όπως λέει, έχει γίνει Μαυσωλείο, πριβέ για παρέες μόνο. Μαγική εικόνα είναι αυτή που εμφανίζεται και δεν μιλάει κανένας. Γιατί ποιος θα τολμήσει να τα βάλει με τις εξουσίες;

Ο Ηλίας ταράζει τα νερά. Και απαντά στο ερώτημα ποιος φταίει. Λέει αλήθειες πικρές, που όμως τις χρειαζόμαστε και πρέπει να ακούγονται… Γιατί ίσως μας ξυπνήσουν. Και σίγουρα θα τις χειροκροτήσετε όπως χρόνια κάνετε και ασφαλώς θα σιγοψιθυρίσετε το «Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες, 3 του Σεπτέμβρη να γυρνάς» και το «Μην κλαις και μη λυπάσαι που βραδιάζει», διαβάζοντας παρακάτω τα όσα μας είπε.

// Το Μέγαρο Μουσικής βοηθά τους νέους καλλιτέχνες. Κάθε χρόνο τόσες εκδηλώσεις…

«Είμαι από τους πρώτους που χαιρέτισε τη δημιουργία του Μεγάρου Μουσικής. Η Ελλάδα δεν θέλει ένα, αλλά δέκα Μέγαρα Μουσικής. Το Μέγαρο Μουσικής όμως έχει διολισθήσει σ’ ένα συντηρητισμό, σ’ έναν ακαδημαϊσμό, μετά από 18 χρόνια λειτουργίας, μεταβάλλεται σ’ ένα Μαυσωλείο που εκθέτει συνεχώς τα ίδια και τα ίδια πράγματα. Μ’ αυτόν τον τρόπο από το Μέγαρο λείπει το ανήσυχο ακροατήριο της εποχής του».

// Μαυσωλείο το Μέγαρο Μουσικής; Θα δυσαρεστήσετε πολλούς…

«Έχουμε επαναλήψεις, μεγάλοι μαέστροι, μεγάλοι σολίστ, μεγάλες ορχήστρες. Στα πέντε χρόνια λειτουργίας του το καταλαβαίνω να γνωρίσει κανείς τους μεγάλους μαέστρους, τις μεγάλες ορχήστρες και στη συνέχεια όλο αυτό να υποχωρήσει. Δυστυχώς, δεν έχει υποχωρήσει. Ποιοι το επισκέπτονται; Ένα κοινό 2.000 ανθρώπων σνομπ, κοσμικών, εστέτ και πολιτικών, που φωτογραφίζονται σε πρεμιέρες. Αυτά τα πράγματα στοιχίζουν πάρα πολύ. Η Φιλαρμονική της Βιέννης, της Νέας Υόρκης, του Βερολίνου. Ποιο είναι όμως το αιτούμενο ενός οργανισμού; Να δίνει κίνητρα στους δημιουργούς να γράψουν έργα καινούργια και να πάει τα πράγματα προς τα εμπρός με φαντασία και τόλμη. Επίσης, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών δεν υπάρχει κύκλος ελληνικής μουσικής παλιότερης και νεότερης. Αυτό είναι το πιο σοβαρό. Ο ελληνικός λαός χρηματοδοτεί το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με εκατοντάδες εκατομμύρια το χρόνο. Δεν θέλει αυτός ο λαός να ακούσει επτανησιακή μουσική; Κρητική μουσική; Σκεφτείτε αυτό να συνέβαινε σ’ έναν αυστριακό ή γερμανικό οργανισμό, όπου να μην έβαζε στο πρόγραμμά του γερμανική μουσική και να έβαζε μόνο γαλλική ή ιταλική».

Ξέρουμε ποιοι κατασκηνώνουν

// Μα, υπάρχουν Έλληνες καλλιτέχνες που εμφανίζονται στο Μέγαρο…

«Ναι, αποσπασματικά. Ξέρουμε ποιοι είναι αυτοί που κατασκηνώνουν και κάνουν τις συναυλίες τους. Όλοι ξέρουμε τα ονόματα αυτών των τραγουδιστών και των συνθετών. Κατά τη γνώμη μου, αυτό δεν αναδεικνύει την ελληνική μουσική αλλά τη γελοιοποιεί. Η ελληνική μουσική, είναι ένα ευρύτερο φάσμα παλιότερων και νεότερων καλλιτεχνών πολύ σπουδαίων, που θα έπρεπε να έχουν το βήμα και τη θέση τους. Το Μέγαρο Μουσικής δεν είναι ο πρόεδρος και τα μέλη του δεν πρέπει να διαμορφώνουν το πρόγραμμα ανάλογα με το κέφι τους. Δεν είναι δικά τους τα χρήματα που διαχειρίζονται. Είναι του ελληνικού Δημοσίου. Δεν είναι δικά τους».

// Με την ίδια λογική θεωρείτε ότι κινείται και το Φεστιβάλ Αθηνών;

«Κοιτάξτε, τα χρήματα τα αναφέρω με τη λογική ότι δεν γίνεται αυτό που πρέπει. Για να το ξεκαθαρίσουμε, ο πολιτισμός χρειάζεται χρήματα. Δεν έχω αντίρρηση να παίρνει και το Μέγαρο Μουσικής χρήματα και το Φεστιβάλ Αθηνών. Το μόνο που δεν θέλω είναι αυτοί οι δύο φορείς να είναι πριβέ και για παρέες. Το Φεστιβάλ Αθηνών είναι πάρεργο του Μεγάρου Μουσικής. Στα διοικητικά συμβούλια των δύο φορέων υπάρχουν μέλη που διασταυρώνονται…».

// Και αυτό τι σημαίνει;

«Ότι όποιος καλλιτέχνης είναι αντιπαθής στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, είναι αντιπαθής και στο Φεστιβάλ. Είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Εδώ έχουμε μια ανατροπή της ιεραρχίας. Οι διαχειριστές του πολιτισμού είναι μπροστά και οι δημιουργοί έπονται. Και σ’ αυτήν την κατάσταση δεν τολμά να μιλά κανείς. Ο καλλιτεχνικός χώρος διαμαρτύρεται κατ’ ιδίαν, αλλά δεν τολμά να τα πει προς τα έξω για τους ευνόητους λόγους. Ο πρόεδρος του Μεγάρου Μουσικής έχει δύναμη και επιρροή…».

// Δηλαδή φοβούνται κάποιοι να μιλήσουν; Φοβούνται και οι δημοσιογράφοι;

«Έχουμε λοιπόν αυτήν την τραγική κατάσταση, όπου ο επίσημος πολιτιστικός προγραμματισμός της χώρας εκχωρείται στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και το Φεστιβάλ Αθηνών που κάνει ό,τι του κατέβει. Αυτό πώς συντηρείται; Από κοντά στο Μέγαρο και στο Φεστιβάλ υπάρχει ένα δημοσιογραφικό σινάφι, που αλίμονο σ’ αυτόν που τολμήσει και πει κάτι εναντίον του Μεγάρου Μουσικής και του Φεστιβάλ Αθηνών. Ούτε κριτική δεν θέλουν. Όποιος πει θα πέσουν και θα τον φάνε. Ο Σπύρος Ευαγγελάτος τόλμησε να πει ότι τον κορόιδεψε το Φεστιβάλ των Αθηνών και διαμαρτυρήθηκε ο άνθρωπος και οι εφημερίδες την επομένη τον γελοιοποίησαν».

// Είναι ζοφερά όλα αυτά αν συμβαίνουν. Ποιος θα παρέμβει;

«Δεν υπάρχει ελπίδα σ’ αυτήν την κατάσταση όσο οι πολιτικοί ζητιανεύουν παρουσία στα κανάλια και στις εφημερίδες των συγκροτημάτων. Ποιος θα τολμήσει να τα βάλει με τις εξουσίες; Εγώ τα λέω γιατί το έργο μου το έκανα και έχω την αγάπη του κόσμου. Να φοβηθώ γιατί; Μήπως έχει βάλει μια εφημερίδα του συγκροτήματος κάποια ανακοίνωσή μου; Ποτέ, εδώ και χρόνια. Μήπως φιλοξενούμαι στο πρόγραμμα του Μεγάρου ή του Φεστιβάλ; Ποτέ, εδώ και χρόνια. Οι φίλοι της μουσικής μου με ρωτάνε “γιατί, ρε Ηλία, δεν σε βλέπουμε στο Μέγαρο;”. Δεν θα με δείτε, αγαπητοί, γιατί μ’ έχουν κόψει! Αυτό το σύστημα το απαίσιο, αυτό το διαπλεκόμενο χάος, εύχομαι ο Αντώνης Σαμαράς να το ξεδιαλύνει. Μέχρι τώρα κανείς υπουργός δεν τόλμησε. Ασφυκτιά ο καλλιτεχνικός κόσμος. Είναι δυσαρεστημένος από αυτήν την κατάσταση, αλλά δεν τολμά να μιλήσει. Είναι φοβισμένος να καταγγείλει, γιατί δεν θα έχει βήμα για τη δουλειά του αν πάει κόντρα».

// Και πού εμφανίζεστε;

«Μέσα σ’ αυτόν τον αποκλεισμό που μου γίνεται, ευγνωμονώ τα Μουσικά Σύνολα της ΕΡΤ, γιατί μου δίνουν ένα βήμα. Τα Σύνολα της ΕΡΤ για μια συναυλία μου σε μια κενή μέρα του Μεγάρου πλήρωσαν 30.000 ευρώ. Η αίθουσα ήταν κατάμεστη. Αυτό μου δίνει θάρρος. Η αγάπη του κόσμου. Για να μιλήσω σκεφτείτε πόσο αγανακτισμένος είμαι. Και ο Θεοδωράκης έχει μιλήσει για τα άσχημα του Μεγάρου. Κατευθύνεται, ορίζεται, ελέγχεται και ποδηγετείται ο πολιτισμός μας! Εδώ συμβαίνει αδικία. Οι Έλληνες συνθέτες θέλουν να προχωρήσουν τα πράγματα. Θέλουν αίθουσα, ορχήστρα, χορωδία. Το Μέγαρο για αυτό είναι. Γιατί να μην το έχω; Να έχουν θέση τα ξένα πράγματα αλλά και τα ελληνικά; Να υπάρχουν πάθη και μίση στον πολιτισμό; Τι ανωμαλία είναι αυτή; Ανωμαλία στην πολιτισμική μας ζωή; Ας βρουν το θάρρος και άλλοι να μιλήσουν επιτέλους! Μόνο δυο-τρεις Έλληνες καλλιτέχνες να δίνουν συναυλίες στο Μέγαρο; Επειδή έχουν φιλικές σχέσεις; Δεν μπορεί να σνομπάρει ο κύριος Βοναπάρτης, εκ Γαλλίας προερχόμενος, το “Άξιον Εστί”, για να φέρνει τα μπαλέτα από τη Γαλλία… Και η Καλαμάτα μια χαρά τα καταφέρνει με τους χορογράφους. Μια κλίκα, ένα πάρεργο. Το δεξί χέρι του Μεγάρου είναι το Φεστιβάλ Αθηνών. Είναι ντροπή και πρέπει να σταματήσει, κύριοι. Πήγα στην Ολυμπία και στη Θεσσαλονίκη σε κατάμεστα στάδια με νέους και δεν έχω βήμα στην Αθήνα; Τα χρήματα του ελληνικού λαού ελέγχονται από το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Θεσσαλονίκης και το Φεστιβάλ Αθηνών. Ας κουνηθεί κάτι…».

// Έχετε νέο κοινό;

«Οι νέοι όσο μπουκώνουν με σκουπιδαριό, τόσο γυρίζουν προς τα πίσω και μας ψάχνουν, αλλά πού να μας βρουν; Εγώ θέλω να προχωράει το τραγούδι, το καινούργιο, αλλά χρειάζεται μια αλληλουχία με το παρελθόν. Στη νεότητά μου ήταν αίτημα η ποιότητα και η δημοκρατία. Έγραψα σε μια πυρακτωμένη εποχή. Όταν έγραψα τα “Γράμματα στον Μακρυγιάννη” και τα “Λαϊκά προάστια” τραγουδήθηκα από απλούς ανθρώπους. Αυτοί οι δίσκοι έχουν ξεπεράσει τα 2.000.000 αντίτυπα. Ο κόσμος δεν τρώει άχυρο! Με το ίδιο σκεπτικό έγραψα τους “Προσανατολισμούς” του Ελύτη με παρότρυνση του Ελύτη, ένα δίσκο τον οποίο λατρεύουν. Αυτές είναι οι ρίζες μας. Η Σαπφώ μελοποιούσε ποίηση. Ό,τι είναι το μπελγκάτο για τους Ιταλούς, είναι το έντεχνο τραγούδι για τους Έλληνες. Ποίηση νεότερη με μουσική. Τραγούδια στοχασμού. Αν δεν συμμετέχει ο στοχασμός πώς θα καταλάβεις Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Ξαρχάκο, Μαρκόπουλο; Ο Γεωργουσόπουλος λέει ότι τα τραγούδια μας είναι τα τραγούδια της εκλεκτής συντροφιάς!».

Με ανοησίες διαπαιδαγωγείται

ο ελληνικός λαός

// Κύριε Ανδριόπουλε, μας χαρίσατε το «Μην κλαις και μη λυπάσαι που βραδιάζει», μας κάνατε να τραγουδάμε «Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες, 3 του Σεπτέμβρη να γυρνάς», αλλά τώρα απουσιάζετε από τη δισκογραφία… Γιατί;

«Ο λόγος είναι ότι δυσκολεύομαι στο στίχο. Τόσο εγώ όσο και οι συνθέτες της γενιάς μου δίναμε σημασία στον ποιητικό στίχο. Δεν με ικανοποιεί σήμερα ο στίχος. Τον βρίσκω χωρίς έμπνευση. Επίφαση μοντέρνου χωρίς ουσία. Ο νεωτερισμός γίνεται αυτοσκοπός. Έχει χαθεί η συμπύκνωση νοημάτων και εικόνων στο στίχο. Έτσι, κάνω άλλα πράγματα. Δοκιμάζω τις δυνάμεις μου στην κλασική μουσική. Έχω γράψει ένα έργο, τις “Ωδές”, πάνω στην ποίηση του Ανδρέα Κάλβου, συμφωνική ορχήστρα και φωνή. Και αυτό το βρίσκω φυσιολογικό καθώς περνάω την ωριμότητά μου την ηλικιακή. Στο τραγούδι τότε μʼ ευνόησε η εποχή και στη δεκαετία του ʼ70 έγραψα τα “Γράμματα στον Μακρυγιάννη”, τα “Λαϊκά προάστια”, που ακόμα συγκινούν».

// Έχετε μελοποιήσει Σεφέρη, Ελευθερίου, Γκάτσο… Μεγάλη ευθύνη…

«Το να μελοποιείς την ποίηση χρειάζεται καλλιτεχνική αμαρτωσιά. Εκτός από την αμαρτωσιά της γνώσης, της φαντασίας και του ταλέντου, χρειάζεται και αγάπη για την ποίηση. Διαφορετικά θα μελοποιήσεις τον Σεφέρη από τον Ελύτη και τον Κάλβο. Ο καθένας έχει το δικό του ύφος. Η μουσική και η ποίηση συνθέτουν ένα τρίτο επίπεδο».

// Συνεργαστήκατε με τη Σωτηρία Μπέλλου, τον Ξυλούρη, τον Καλογιάννη, τον Μητσιά, την Πρωτοψάλτη… Ο καθένας τους μια ιστορία…

«Ο καθένας με τον τρόπο του είχε να προσθέσει στην έκφραση της μουσικής μου και του τραγουδιού μου. Οι τραγουδιστές αυτοί, όπως η Μπέλλου, ο Μπιθικώτσης, ο Ξυλούρης, ο Καζαντζίδης, είναι κλασικοί. Αξεπέραστοι. Μετά έχουμε τους πολύ καλούς τραγουδιστές, όπως ο Νταλάρας, ο Μητσιάς, η Γαλάνη, ο Μητροπάνος, η Αλεξίου, ο Πάριος, η Μαρινέλλα, η Αρβανιτάκη, η Πρωτοψάλτη. Στα νεότερα χρόνια δυσκολευόμαστε να διακρίνουμε τις φωνές. Υπάρχει μια ύφεση και στους τραγουδιστές και στους συνθέτες».

// Αυτή η κρίση που εντοπίζετε στο τραγούδι υπάρχει και στην κοινωνία;

«Οπωσδήποτε! Η εποχή μας είναι παρακμιακή, μπερδεμένη και γεμάτη από σύγχυση γιατί έχουν εκπέσει οι κώδικες αξιών. Η κάθε εποχή έχει τον εκπρόσωπό της. Οι εκπρόσωποι του σήμερα είναι παρακμιακοί! Κάποιοι καλλιτέχνες που πάνε κάτι να σκαρώσουν είναι ακόμη μετέωροι. Δεν έχουν κάνει το πέρασμά τους αντιληπτό. Δεν έχει πάρει το τραγούδι τους μορφή. Δεν μιλάμε για κίνημα».

// Πόσο φταίνε οι δισκογραφικές εταιρείες για αυτό;

«Η σχέση που έζησα εγώ ως νέος τη δεκαετία του ʼ70 με τη δισκογραφική μου εταιρεία έχει σήμερα ανατραπεί. Τότε η δισκογραφική επένδυσε σε εμένα. Τα διευθυντικά στελέχη έκαναν προγραμματισμό. Επέλεγαν συνθέτες, τους υποδείκνυαν τραγουδιστές. Το σημερινό χάος στο τραγούδι οφείλεται για εμένα στις σχέσεις καλλιτεχνών και δισκογραφικών εταιρειών. Οι εταιρείες ζουν έναν πανικό με την πειρατεία και το ίντερνετ και ο πανικός σε κάνει να πέφτεις από το ένα λάθος στο άλλο. Πλήρες αδιέξοδο. Για εμένα οι εταιρείες κάποια στιγμή θα σταματήσουν να υπάρχουν. Έφαγαν τις σάρκες τους. Έγιναν ακραίοι εμπορικοί οργανισμοί που πουλούν αγοραίο και βιομηχανοποιημένο προϊόν, το οποίο σχετίζεται με το τέχνασμα και το κόλπο για να παγιδεύσουν κόσμο. Τους καλλιτέχνες που εντάσσονται στην αγοραία λογική τους εξουθενώνουν και τους εξοντώνουν, το κοινό το αποβλακώνουν και το διαλύουν αισθητικά και το αποτέλεσμα είναι ότι δεν υπάρχει μέσα από αυτά μουσική και τραγούδι. Ζούμε την εποχή της εικόνας αλλά και η εικόνα, ξέρετε, μπορεί να διέπεται και από τις αρχές της ποιότητας. Ούτε αυτό βλέπουμε πλέον… Η κατηγορία της χυδαιότητας και των μεγάλων αρένων μου προκαλεί θλίψη όταν νιώθω ότι κυριαρχούν. Άβουλα κοπάδια ηλιθίων. Ο ελληνικός λαός δεν αξίζει να διαπαιδαγωγείται από ανοησίες».

// Και ποιο είδος τραγουδιού θα παραμείνει στο χρόνο; Κάποιο πρέπει να μας ανακουφίζει στον πόνο και να μας συντροφεύει στη χαρά…

«Κοιτάξτε, όταν ξεκίνησε ο Χατζιδάκις το ’48 και έγραψε μουσική για το “Ματωμένο γάμο”, αυτό έφερε μια στροφή στα ελληνικά γράμματα και δεν το περιορίζω στο τραγούδι. Την επιβεβαίωση αυτής της στροφής έρχεται να σφραγίσει ο Θεοδωράκης με τον “Επιτάφιο”. Αυτό το είδος του τραγουδιού, κατά τον Θεοδωράκη το έντεχνο –η οριοθέτηση γίνεται για να συνεννοηθούμε–, έχει τις αντιστοιχίες του στο κλασικό γερμανικό τραγούδι, το λιντ, και στους μεγάλους εκπροσώπους του, τον Σούμπερτ και τον Σούμαν. Στην Ελλάδα ήρθε αυτό το ρεύμα το ’48 με τον Χατζιδάκι και έγινε ισότιμο με την κλασική μουσική. Αυτό κράτησε και θα κρατήσει στο μέλλον γιατί έχει καλλιτεχνική αξία. Το έντεχνο δεν είναι τραγούδι διασκέδασης αλλά καλλιτεχνικών απαιτήσεων. Το έντεχνο τραγούδι δεν είναι χαρωπό. Έχει στοιχεία ελληνικότητας γιατί ανταμώσαμε μέσα από αυτό το δημοτικό μας τραγούδι και Επτάνησα και Αιγαίο και Πόντο και Ήπειρο και Κρήτη αλλά και ένα μέρος από το ρεμπέτικο τραγούδι. Το έντεχνο τραγούδι είναι ένα ρεύμα, δεν είναι το προσωπικό στίγμα του κάθε τραγουδοποιού».

Θα έκλεινα όλα τα ιδιωτικά κανάλια

// Τι ρόλο έχει παίξει η τηλεόραση στην επικράτηση του εύπεπτου τραγουδιού;

«Καταλυτικό. Αν ήμουν πρωθυπουργός θα έκλεινα όλα τα ιδιωτικά κανάλια με το αιτιολογικό ότι εκχυδαΐζουν τη ζωή του Έλληνα. Δεν έχουν ούτε υψηλή ούτε μέση, αλλά ούτε στοιχειώδη ποιότητα. Και μη νομίζετε ότι αναφέρομαι στα κανάλια της Αθήνας. Η επαρχία έχει γεμίσει από τέτοια κανάλια. Τα κανάλια έχουν διαλύσει την ελληνική κοινωνία. Η παρακμή δεν είναι μόνο στην πολιτική ή στη δικαιοσύνη, αλλά πέρασε και στον κόσμο. Το κατάφεραν. Οι τηλεοπτικοί σταθμοί κατάφεραν όλο τον ιεραρχημένο κώδικα των αξιών της ελληνικής κοινωνίας να τον εξαλείψουν. Τον εργάτη παλιά τον σεβόσουν γιατί έχυνε τον ιδρώτα του, τον επιστήμονα, το γιατρό γιατί δούλευε σκληρά. Τώρα ο γιατρός που φακελώνεται και ο εργάτης που κλέβει στις οικοδομές και σου κάνει μια δουλειά στο πόδι, με τρομάζει».

// Γιατί ο Έλληνας υιοθέτησε αυτή τη συμπεριφορά;

«Γιατί βομβαρδίστηκε τόσα χρόνια από τα κανάλια μ’ αυτήν την απαράδεκτη αισθητική των μεσημεριανών εκπομπών. Γύριζε από τη δουλειά του, καθόταν στο τραπέζι και άνοιγε την τηλεόραση για να χαζέψει και έπεφτε πάνω στα μοντέλα και τα πρότυπα που του πάσαρε η τηλεόραση ως επιτυχημένα. Το πρώτο πράγμα που θα έπρεπε να κάνει ένας πρωθυπουργός είναι να πάρει τις άδειες από τα κανάλια και να τις μοιράσει σ’ άλλη βάση. Οι πολιτικοί φοβούνται να τα πουν γιατί είναι χλομοί και αδύναμοι. Εγώ είμαι συνθέτης, δεν φοβάμαι να μιλήσω για αυτήν την τηλεοπτική αλητεία».

// Τι πρέπει να εμπεδωθεί στη χώρα;

«Αρχές, ήθος και ποιότητα. Κανείς δεν υπολήπτεται κανέναν, κανείς δεν έχει ευαισθησία. Στην Ευρώπη υπάρχει κρίση, στην Ελλάδα παρακμή! Τώρα ο σκοπός είναι η επιτυχία. Το τι σημαίνει επιτυχία για το νεοέλληνα ας το πάρει ο διάολος… Πούλα το κορμί σου, είτε κορίτσι είσαι είτε αγόρι. Βλέπω γύρω μου μπερδεμένα παιδιά που κινούνται αγχωμένα κάτω από την επιβολή της επιτυχίας».

// Και οι γονείς τι ρόλο παίζουν;

«Οι γονείς έχουν διαβρωθεί από το σύστημα. Είναι βαθιά χαλασμένοι. Το πρόβλημα της χώρας δεν είναι οικονομικό, αλλά πολιτισμικό. Πού θα ξαναβρούμε τις αξίες μας ως άνθρωποι; Δεν ξέρω! Δεν είναι η ζωή μια ψεύτικη αναγνώριση. Η αναγνώριση πρέπει να αντιστοιχεί με την αξία. Είτε είσαι δημοσιογράφος είτε καλλιτέχνης είτε αθλητής είτε επιστήμονας. Στην οικονομία τι έγινε; Μας πούλησαν μια ψευτιά, ότι με τα δάνεια θα ζήσουμε. Με την ψευτιά όμως δεν ζεις. Πλήττω να βλέπω τους πολιτικούς να λένε τα ίδια πράγματα σε δημοσιογράφους που είναι το ίδιο διαβρωμένοι όσο και οι πολιτικοί. Στην τηλεόραση δεν βλέπεις ούτε διανοητή ούτε συνθέτη ούτε συγγραφέα ούτε βοσκό ούτε ψαρά. Πιο πολλά θα μου έδινε ένας ψαράς σ’ ένα νησί αν μιλούσε σε μια εκπομπή. Πιο σοφός είναι αυτός ο άνθρωπος».

// Εσείς τι κάνετε για όλα αυτά; Αγωνίζεστε;

«Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι μέσα από τις συναυλίες μου να επικοινωνήσω τη διαφορετική αίσθηση της ζωής μέσω της τέχνης μου, αλλά αυτό είναι πολύ λίγο. Τον κόσμο τον διαμορφώνουν οι πολιτικοί, οι καναλάρχες, οι εκδότες, οι σταρ. Οι κυβερνήσεις που αναλαμβάνουν τις τύχες των τόπων είναι υπεύθυνες για το αν θα δώσουν μια άλλη κατεύθυνση στα πράγματα. Οι πολιτικοί στερούνται όμως καλλιέργειας. Οι λαϊκοί άνθρωποι ήξεραν τι σημαίνει αξία. Μ’ αυτές έβγαλαν Κατοχή, Χούντα, προσφυγιά. Οι άγραφοι κανόνες, τα ήθη και έθιμα ήταν φορείς πολιτισμού. Τα τελευταία είκοσι χρόνια όλα αυτά διακόπηκαν βίαια και στη θέση τους μπήκε ο καταναλωτισμός, ο οποίος μπούκωσε τους ανθρώπους. Για εμένα έχει μεγαλύτερη αξία μια όμορφη μελωδία, μια ευρηματική μελωδία, που θα την ακούσεις και θα ευχαριστηθείς, από το νέο μοντέλο ενός αυτοκινήτου. Πρέπει να ξαναγυρίσουμε στο εμείς. Ακούω τη μουσική των νέων παιδιών και είναι τόσο μελαγχολική. Γιατί τόση εσωστρέφεια; Εγώ έγραφα “Μην κλαις και μη λυπάσαι που βραδιάζει, εμείς που ζήσαμε φτωχοί”… Τότε εμείς είχαμε πολλά προβλήματα, αλλά δεν πέσαμε σε κατάθλιψη».


Σχολιάστε εδώ