«Κράτος» μέσα στο κράτος

Πρώτος στόχος η Αστυνομία, ο αστυνομικός με στολή, που εκπροσωπεί τη «βία της εξουσίας». Ο θάνατος ενός αστυνομικού επιδιώκεται ως συμβολική-πραγματική πράξη που ακυρώνει ή ευτελίζει την ίδια την εξουσιαστική δομή. Με αυτού του τύπου τις προσεγγίσεις από την πλευρά των «εκτελεστών», η εξουσιαστική δομή δαιμονοποιείται και αναγορεύεται σε «μεταφυσικού» τύπου αντίπαλο, που πρέπει να εξοστρακισθεί έστω και συμβολικά.

Δεύτερος στόχος οι δικαστικοί λειτουργοί και δημόσια πρόσωπα τα οποία είτε «εμπλέκονται» επαγγελματικά με ποινικές υποθέσεις που αφορούν τρομοκρατικού χαρακτήρα ενέργειες ή καταστροφές περιουσιών, είτε εμφανίζονται στα ΜΜΕ και υποστηρίζουν τις απόψεις τους σχετικά με το πανεπιστημιακό άσυλο ή με τη «λογική» των καταστροφών… Η επίθεση και ο ξυλοδαρμός του καθηγητή Γιάννη Πανούση μέσα σε κεντρικό κτίριο του Πανεπιστημίου Αθηνών, οι εμπρηστικοί μηχανισμοί κατά συγγραφέων και διανοουμένων που «τόλμησαν» να δημοσιεύσουν τις απόψεις τους στον Τύπο, αποτελούν απόπειρα φίμωσης και απαγόρευσης έκφρασης γνώμης με «επιχείρημα» την απειλή της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας.

Από την άλλη, οι τρομοκρατικές αυτές ενέργειες δείχνουν τα ακραία όρια ανευθυνότητας και παραλογισμού των ανθρώπων που τις επιχειρούν. Η τοποθέτηση εκρηκτικού μηχανισμού, τεράστιας ισχύος, ικανού να ισοπεδώσει ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο και να δολοφονήσει τον οποιοδήποτε βρισκόταν εκεί γύρω, αποδεικνύει μια σημαντική ποιοτική διαφορά από τις μέχρι τώρα «στρατηγικές» της τρομοκρατικής δράσης.

Από τους επιλεγμένους «πολιτικοϊδεολογικούς» στόχους, η τρομοκρατική δράση επεκτείνεται στα τυφλά χτυπήματα που στρέφονται κατά πάντων. Στην «επιχείρηση» κατά της City Bank δεν υπήρξε καν προειδοποιητικό τηλεφώνημα ώστε να αποφευχθούν ανθρώπινα θύματα. Η ποσότητα της εκρηκτικής ύλης (που παλαιότερα χρησιμοποιήθηκε από τον IRA) αποκαλύπτει ότι δεν επιδιώκεται το «μήνυμα», αλλά αυτή η ίδια η καταστροφή και ο θάνατος αθώων…

Μπορούμε απ’ όλα αυτά να συμπεράνουμε ότι ο στόχος διευρύνεται και εκφράζεται όχι μια ριζική άρνηση κατά του συστήματος, αλλά ένα μίσος κατά της κοινωνίας. Το σύνθημα «να καταστρέψουμε τον αστικό πολιτισμό», το οποίο συναντούμε σε τοίχους, εκφράζει αυτό το αδιέξοδο συναίσθημα του μίσους και της καταστροφής, που καθολικοποιείται και στρέφεται κατά πάντων.

Όλη αυτή η τυφλή βία, η αντικατάσταση της πολιτικοϊδεολογικής ανάλυσης και επιχειρηματολογίας από ψυχοσυναισθηματικού χαρακτήρα κίνητρα και αιτιάσεις, καθιστούν ακόμα πιο δύσκολη την αντιμετώπιση αυτών των τρομοκρατικών ενεργειών, γιατί δεν μπορούν να αναλυθούν και να προσεγγισθούν μέσα από μια ορθολογική «αλυσίδα» μέσων και σκοπών, ούτε και να καθορισθούν οι πιθανοί στόχοι παρόμοιων ενεργειών.

Η πολιτικοϊδεολογική ανεπάρκεια και αμορφία των οργανώσεων αυτών, η απουσία προοπτικής στις ενέργειές τους (αντίθετα με τις «παραδοσιακές» τρομοκρατικές οργανώσεις που προσδιόριζαν συγκεκριμένους πολιτικούς αντικαπιταλιστικούς στόχους) αποκαλύπτει τελικά ότι οι οργανώσεις αυτές διεκδικούν τον αυτόνομο χώρο τους «εντός του συστήματος», επιδιώκοντας να επιβάλουν βιαίως τα όρια της δράσης τους. Θέλουν να καθορίσουν τελικά το δικό τους «θεσμικό όριο» απέναντι στην υπόλοιπη κοινωνία.

Γι’ αυτό και «απαγορεύουν» την οποιαδήποτε κριτική. Γι’ αυτό και καθορίζουν με επιθετικές ενέργειες τα όρια αυτόνομης δράσης τους απέναντι στους δικαστικούς μηχανισμούς και στους μηχανισμούς καταστολής, με έμμεσο σύνθημα «μη μας πειράζετε, γιατί θα πάθετε χειρότερα». Γι’ αυτό και διεκδικούν τα δικαιώματα της αστικού τύπου ιδιοκτησίας μέσω του ασύλου των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, μέσα στο οποίο έχουν «κατοχυρώσει» στέκια που χρησιμεύουν ως προκαλύμματα της «επαναστατικής δράσης»…

Μηχανισμοί ιδεολογικής καταστολής, μηχανισμοί βίας και εγκλήματος, ιδιοποίηση περιοχών/εδαφών δράσης… Ένα αυτόνομο «κράτος» των επαναστατικών οργανώσεων, μέσα στο αστικοκαπιταλιστικό κράτος, με τα χαρακτηριστικά όμως του αστικού κράτους… Αυτό είναι το δημιούργημα των καιρών μας. Είναι φανερό ότι η αντιμετώπιση του τόσο επικίνδυνου αυτού φαινόμενου οφείλει να είναι και ψύχραιμη και πολύπλευρη.

Ούτε η «σιωπή των αμνών» επιτρέπεται να επιβληθεί, ούτε τα «φέουδα» των «επαναστατικών» εξορμήσεων να διατηρούνται στο απυρόβλητο. Τα πολιτικά κόμματα και οι ηγεσίες τους έχουν τεράστια ευθύνη απέναντι στην ελληνική κοινωνία. Και θα πρέπει να την αναλάβουν, παραμερίζοντας την οποιαδήποτε μικροκομματική σκοπιμότητα. Γιατί η αντιμετώπιση ενός τόσο πολυσύνθετου φαινομένου έχει ως βασική προϋπόθεση τη συναίνεση των φορέων του πολιτικού συστήματος.


Σχολιάστε εδώ