Η Κύπρος πάει για βέτο στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Τις απαισιόδοξες προβλέψεις για την πορεία των διαπραγματεύσεων διετύπωσε ο ίδιος ο Πρόεδρος Χριστόφιας ακόμη και την περασμένη Πέμπτη, όταν θα συναντούσε τον Ταλάτ για το περιουσιακό, δηλώνοντας ότι πόρρω απέχουν οι θέσεις των δύο πλευρών και υπογραμμίζοντας ταυτοχρόνως ότι εμμένει μεν στην προοπτική του συμβιβασμού, αλλά θα υπερασπισθεί τις αρχές που πρέπει να τον διέπουν. Κάτι που υποστηρίζεται και από τις άλλες δυνάμεις εντός κι εκτός της κυβερνήσεώς του. Επίσης ενώ η Άγκυρα ευθέως επαναλαμβάνει την εμμονή της σε λύση δύο κρατών, ο κύπριος Πρόεδρος δήλωσε με τρόπο δεσμευτικό για τη Λευκωσία, ότι δεν υπάρχει θέμα εντάξεως της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενόσω θα υπάρχει Αττίλας στην Κύπρο. Προεξοφλώντας έτσι κυπριακό βέτο στο άνοιγμα ουσιαστικών κεφαλαίων κατά τις τουρκοκοινοτικές διαπραγματεύσεις.
Αυτό δημιούργησε κάποια δυσφορία στο ελληνικό ΥΠΕΞ, όπως συνάγεται από ακριτομυθίες αρμοδίων πρέσβεων, που ακολουθώντας πολιτική κατευνασμού θεωρούν ότι δεν πρέπει να δημιουργούνται ζητήματα σ’ αυτήν τη φάση με την Άγκυρα.
Η τελευταία σκληρύνει παραπέρα τη θέση της και στο Κυπριακό και στα ελληνοτουρκικά, ενώ αναμένεται ότι θα δημιουργήσει έως και οξύνσεις, προκειμένου να διευκολύνει αποτροπή ευρωπαϊκών υποδείξεων προς την ίδια σχετικά με την Κύπρο.
Ή από τις Βρυξέλλες επαναφέρεται το θέμα της αναγνωρίσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας, με την εφαρμογή των προνοιών του Πρωτοκόλλου Τελωνειακής Ενώσεως της Τουρκίας. Από πλευράς της η Άγκυρα θ’ αντιδράσει, προτάσσοντας εκβιαστικές προϋποθέσεις και απαιτώντας συγκεκριμένα ανταλλάγματα. Ενταξιακά μεν από μέρους της Κοινότητος. Γεωπολιτικά δε από πλευράς Κύπρου.
Οι Βρυξέλλες ανησυχούν, γιατί θα υποχρεωθούν ούτως ή άλλως έως το φθινόπωρο να κινηθούν αποφασιστικότερα, ενώ η μη επίλυση του Κυπριακού (ή τουλάχιστον ευοίωνες ενδείξεις ότι αυτό θα γίνει έστω αργότερα) οδηγεί ευθέως σε σοβαρότερες επιπλοκές, που θα δημιουργήσουν απροσδιόριστες εξελίξεις και συνέπειες. Γι’ αυτό και από κάποιες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες επιδεικνύεται ιδιαίτερο ενδιαφέρον και κατευθύνονται υποδείξεις για την ανάγκη κάποιων «τολμηρότερων βημάτων» όπως χαρακτηρίζεται η διολίσθηση θέσεων, προκειμένου να προκύψουν πλαίσια συμβιβασμού. Τα οποία όπως και αν ιδωθούν, δεν απέχουν από εκείνα που ανεδείχθησαν με το Σχέδιο Ανάν.
Πρέπει να λεχθεί ότι προετοιμάζεται με μεθοδικότητα και ιδιαίτερη παρέμβαση από την Ουάσινγκτον προς τη Λευκωσία, την Αθήνα και την Άγκυρα, με την αποστολή -σε προκαταρκτική φάση- ανωτέρων διπλωματών, με στόχο να υπάρξουν «συναινετικότερες προσεγγίσεις». Και δεν αποκλείεται -ενώ αντιθέτως προεξοφλείται- ο διορισμός στη συνέχεια υψηλόβαθμου απεσταλμένου της Ουάσινγκτον στο Κυπριακό.