Ο Χριστόδουλος των Ελλήνων
Σε φορτισμένο συγκινησιακά κλίμα διέκοπταν συνεχώς τη δέηση και την ομιλία του πνευματικού του παιδιού Μητροπολίτη Σερρών Θεολόγου χειροκροτώντας και φωνάζοντας «άξιος» και «αθάνατος». Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος περιορίστηκε σε μια λιτή δήλωση όταν ολοκληρώθηκε το μνημόσυνο και αναφέρθηκε στα έργα υποδομής που άφησε ο Μακαριστός…
Παρόντες στο μνημόσυνο, και στο τρισάγιο που ακολούθησε στο Α΄ κοιμητήριο Αθηνών, ήταν πολλοί Μητροπολίτες, παλιοί συνεργάτες του Μακαριστού αλλά και παλαιοί… υβριστές του που σήμερα έχουν αναβαθμιστεί σε «στελέχη» της Εκκλησίας της Ελλάδος.
«Γιατί να τον σεβασθούν νεκρό, όσοι τον πολέμησαν με μανία όταν ακόμη ήταν στη ζωή» αναρωτήθηκε στην ιστοσελίδα του ο Μητροπολίτης Καλαβρύτων Αμβρόσιος, αφήνοντας αιχμές για την ημέρα τέλεσης του μνημοσύνου που συνήθως γίνεται πριν από την ημερομηνία εκδημίας του Αρχιεπισκόπου και όχι αργότερα. Το μνημόσυνο δεν έγινε νωρίτερα, όπως ήταν προγραμματισμένο να μη γίνει και αφιέρωμα στον Μακαριστό από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Εκκλησίας της Ελλάδος. Γιατί, όπως φαίνεται από τις πράξεις τους, ορισμένοι τον φοβούνται τον Χριστόδουλο ακόμη και νεκρό…
Ανάμεσα στους ανθρώπους που διέγραψαν κοινή πορεία με τον Μακαριστό Χριστόδουλο και βρέθηκαν στη Μητρόπολη για να τον τιμήσουν ξεχώρισε ο αδελφός του Γιάννης Παρασκευαΐδης, ο πνευματικός του πατέρας πρώην Πειραιώς Καλλίνικος και τα πνευματικά του παιδιά Μητροπολίτες Σερρών Θεολόγος και Βρεσθένης Θεόκλητος. Ο Σερρών ήταν και εκείνος που αναφέρθηκε εκτενώς στην προσφορά του Μακαριστού και το δυσαναπλήρωτο κενό που άφησε. Όπως τόνισε χαρακτηριστικά, «ο περικλεής πρωθιεράρχης Χριστόδουλος, ενωτιζόμενος ευφυώς των αναγκών της συγχρόνου πραγματικότητος, εδημιούργησε με την πληθωρικήν του προσωπικότητα προϋποθέσεις δημιουργικής συναντήσεως και γονίμου διαλόγου της Εκκλησίας μας με τον σύγχρονον κόσμον». «Εις τα ολίγα σχετικώς χρόνια της Αρχιεπισκοπικής του διακονίας», ανέφερε ο κ. Θεολόγος, «εν μέσω πολλών πειρασμών, θλίψεων, πολέμων φανερών και αφανών, αναποφεύκτων προσωπικών αστοχιών και υπερβολών, επρωτοστάτησε εις την δημιουργίαν, εν πνεύματι πάντοτε ιεροσυνοδικής συνεργασίας και συνθέσεως, ενός πολυσημάντου, πολυσυνθέτου και πολυπρισματικού εκκλησιαστικού έργου. «Ο ασυμβίβαστος πνευματικός αγωνιστής Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος», συνέχισε στην ομιλία του ο Μητροπολίτης Σερρών, «εθεώρει ως υπέρτατο ηθικόν χρέος του τον αδιαπραγμάτευτον σεβασμόν προς μίαν ιστορικήν αλήθειαν η οποία συνεκίνει ολόκληρον την ύπαρξίν του, ότι δηλαδή εντός της Ορθοδόξου Εκκλησίας εζωογονήθησαν αι πηγαί των εμπνεύσεων της αγιοτόκου καί ηρωοοτόκου Πατρίδος μας, εσφυρηλατήθησαν αι προγονικαί πνευματικαί αξίαι, εκραταιώθησαν διά πολλών δοκιμασιών και θλίψεων αι ψυχαί των πατέρων μας, και ενισχύθησαν οι ιεροί θεμελιώδεις θεσμοί και η κοινωνική ευτονία του λαού μας. Επίστευε διά τούτο ως επιτακτικήν ανάγκην και ως προϋπόθεσιν εθνικής και πνευματικής επιβιώσεως, την διατήρησιν της ιδιοσυστασίας και ιδιοπροσωπίας του πνευματικού κυττάρου της Πατρίδος μας, όπως αυτό διεπλάσθη και εζωογονήθη επί μακρούς αιώνας υπό της αγίας Ορθοδοξίας μας». «Ο ευρηματικός πνευματικός εργάτης, Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος», επισήμανε, «αντελήφθη την πορείαν της ζωής του ως ένα ακάματον τρόπον ζωής, έναν σκληρόν και μέχρις αίματος προσωπικόν αγώνα κατά της πολυειδούς αμαρτίας, μίαν συνετήν και ρεαλιστικήν αναζήτησιν λύσεων εις τα προβλήματα τα οποία ανεφύοντο συνεχώς, μίαν αδιάκοπον σύγκρουσιν με ανομολόγητα συμφέροντα, δουλείας και παλαιάς πικρίας, ως άμυναν και επίθεσιν κατά των οχυρωμάτων της αθεΐας και του ευτελισμού της αξίας του ανθρωπίνου προσώπου, ως πάλην πνευματικήν με την ύβριν και το ψεύδος. Μέσα δε εις αυτήν την ατμόσφαιραν των συνεχών αγώνων και της αγωνίας εγνώριζε όμως να ίσταται ορθός, ισχυρός, δίκαιος, μεγάθυμος, νηφάλιος, προσηνής, φιλικός, ευπροσήγορος, διαλεκτικός και ανεκτικός». Και τόνισε: «Ο άφθαστος Εκκλησιαστικός Ρήτορας Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, διηκόνησε τον θείον λόγον με πολυμέρειαν, οξυδέρκειαν, παρατηρητικότητα, εσωτερικόν διάλογον, αγιοπατερικήν θεμελίωσιν, ενθουσιασμόν, ενάργειαν, γλαφυρότητα, αμεσότητα, αγωνιστικότητα, ελευθερίαν, σεβασμόν προς τον άνθρωπον, αφοσίωσιν, εις την Ορθόδοξον Πίστιν, αγάπην προς την Πατρίδα.
Ο πρωτοπόρος κοινωνικός εργάτης Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, με πατρικήν ανησυχίαν, ευθύνην και ελπίδας διά το μέλλον, ωραματίσθη, ηγωνίσθη να καταστήση την Εκκλησίαν πρωταγωνιστικώς και δημιουργικώς παρούσαν εις τα προβλήματα και τα επίκαιρα ζητήματα της νεοελληνικής ζωής, δυνατήν, θαρραλέαν, φωτίζουσαν και εμπνέουσαν τον κόσμον.
«Ο Χριστόδουλος των Ελλήνων», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Θεολόγος, «εστάθη εις τούς αποκαλυπτικούς καιρούς μας μία σύγχρονος πατερική φυσιογνωμία, χρυσοστομικού φρονήματος, παράδειγμα ακαμάτου δράσεως, ιωβείου υπομονής, υποδειγματικής μακροθυμίας και ισχυράς αντοχής. Ως ασυμβίβαστος εκκλησιαστικός ταγός και ειλικρινής Έλλην, επολεμήθη λυσσωδώς αλλά και ηγαπήθη περιπαθώς από τον πιστόν και ευλαβή λαόν, εις τας ακοάς και τας καρδίας του οποίου ωμίλησε και ομιλεί κατά τρόπον μοναδικόν και αξεπέραστον». «Έστι δε καί άλλα πολλά που προσδιορίζουν τον πολυεδρικόν και ανεκτίμητον τούτον Εκκλησιαστικόν αδάμαντα ο οποίος αφήσας οπίσω αυτού δυσαναπλήρωτον το κενόν. Και είναι αναντιρρήτως αληθές, Μακαριώτατε Αρχιεπίσκοπε Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμε, αυτό το οποίον εσημειώσατε λίαν ευστόχως διά τον αείμνηστον άμεσον προκάτοχόν σας, λέγων ότι ”Ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος είναι ανεπανάληπτος, τα δε χαρίσματά του όσο και εάν θέλει κανένας δεν επαναλαμβάνονται”. «Ημείς δε οι περιλειπόμενοι, ο κλήρος και ο λαός», κατέληξε ο Μητροπολίτης Σερρών, «μιμούμενοι του κλεινού εκείνου Αρχιεπισκόπου την πίστιν, την υπομονήν, την αγάπην, τούς ωραίους οραματισμούς και τούς ευγενείς αγώνες, και παραμένοντες με αδιάλειπτον, αμετάπτωτον και ισόβιον ευγνωμοσύνην προς την ιεράν του μορφήν, δεύτε ικετεύσωμεν εκτενώς τον θείον της Εκκλησίας Δομήτορα, τον Κύριον και Σωτήρα πάντων ανθρώπων, Ιησούν Χριστόν, ίνα την μακαρίαν ψυχήν
Εκείνου μεν αναπαύη μετά αγίων και δικαίων, την δε Εκκλησίαν Του, επιχορηγεί δαψιλώς διά της πάντα νουν
υπερεχούσης ειρήνης, ενότητος και αγάπης».