Η νέα οικονομική πολιτική, ευκαιρία ανάκαμψης ή μια νέα αποτυχία;

Η στροφή στην οικονομική πολιτική των ΗΠΑ από τις ιδιωτικές στις δημόσιες επενδύσεις έχει προκαλέσει ένα κύμα συζητήσεων μεταξύ των δύο μεγαλύτερων κομμάτων σχετικά με την προοπτική επιτυχίας των προτεινόμενων μέτρων.
Οι Ρεπουμπλικάνοι προτρέπουν τον Ομπάμα να μην επαναλάβει τα λάθη των ιαπωνικών κυβερνήσεων της εικοσαετίας 1991-2009 που κατέληξαν στη δαπάνη 6,5 τρισ. δολαρίων και στη δημιουργία του μεγαλύτερου δημόσιου χρέους στον δυτικό κόσμο σε ποσοστό 180% του ΑΕΠ της χώρας. Κύριο επιχείρημά τους είναι ότι ο κόσμος ξέρει καλύτερα από την κυβέρνηση να ξοδεύει τα χρήματα που θα προέρχονται από φορολογικές απαλλαγές παρά από την κατευθείαν χρηματοδότηση της κυβέρνησης σε συγκεκριμένα έργα, κυρίως υποδομές (δρόμοι, νοσοκομεία, σχολεία, ενέργεια κ.λπ.).
Ο αντίλογος από πλευράς κυβερνητικού επιτελείου είναι ότι μέσω των δημοσίων επενδύσεων τα χρήματα φτάνουν γρηγορότερα στους πολίτες και κατευθύνονται μέσω των οικογενειακών προϋπολογισμών άμεσα στην τόνωση της κατανάλωσης, που είναι και το τελικό ζητούμενο. Το μεγαλύτερο μέρος, όπως αναφέρθηκε, πηγαίνει άμεσα ή έμμεσα στις κατασκευές, τους 25 με 30 κλάδους που καλύπτουν αυτόν τον τεράστιο χώρο. Στόχος είναι η τόνωση της κατανάλωσης με ευνοϊκές επιπτώσεις και στους λοιπούς παραγωγικούς κλάδους.
Υπάρχει πάντα βέβαια ο φόβος μήπως μέρος των χρημάτων αυτών κατευθυνθεί στη ζήτηση εισαγόμενων προϊόντων, γεγονός που κανείς δεν μπορεί να το αποκλείσει. Για τον λόγο αυτόν το σύνθημα «Αγοράστε αμερικάνικα» ξανακούστηκε μετά από πολλά χρόνια, δημιουργώντας ποικίλες αντιδράσεις.
Ένα δεύτερο ευαίσθητο σημείο της προτεινόμενης πολιτικής είναι η μορφή των έργων που θα επιλεγούν. Η εμπειρία της Ιαπωνίας έχει δείξει ότι δεν αρκεί η κατασκευή έργων που δημιουργούν θέσεις εργασίας μόνο κατά την περίοδο της κατασκευής τους, όπως δρόμοι, γέφυρες κ.λπ., γιατί στην ουσία δεν λύνουν το πρόβλημα αλλά το αντιμετωπίζουν για ένα μόνο συγκεκριμένο διάστημα.
Είναι πολύ μεγάλης σημασίας τα έργα που θα
επιλεγούν να συνεχίσουν να δημιουργούν νέες ποιοτικές θέσεις εργασίας και μετά την ολοκλήρωσή τους. Τέτοιες επιλογές θα μπορούσε να είναι η ενέργεια, το περιβάλλον, η εκπαίδευση στην ευρύτερη έννοια, η ενίσχυση προσπαθειών υψηλής τεχνολογίας, η αντικατάσταση ξεπερασμένων υποδομών.
Μια τρίτη παράμετρος εξίσου σημαντική είναι το ποσόν, ο τρόπος και ο χρόνος που θα διατεθεί και θα διαρκέσει η πολιτική της ανάκαμψης της οικονομίας μέσω των δημοσίων επενδύσεων.
Η υπάρχουσα εμπειρία διδάσκει ότι η τόνωση πρέπει να έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
– Συγκεκριμένη κατεύθυνση των κεφαλαίων
έπειτα από μελέτη προτεραιότητας κλάδων που θα ενισχυθούν.
– Να είναι μαζική χωρίς να έχει χαρακτήρα διασπάθισης.
– Να δίνεται με συνέχεια, χωρίς διαλείμματα και παλινδρομήσεις.
– Να μη διακοπεί πρόωρα, με τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης.
Θα έχει ιδιαίτερη σημασία η προσπάθεια την
οποία ξεκινά σήμερα το νέο οικονομικό επιτελείο να έχει και διακομματική κάλυψη, αφού είναι πιο κοντά στη φιλοσοφία της αντιπολίτευσης.
Είναι απαραίτητο, πέραν του πακέτου των 28 δισ. ευρώ των τραπεζών, να προσδιοριστούν το ύψος, τα έργα και ο χρόνος διάρκειας του προγράμματος αυτού.
Είναι σημαντικό η εμπειρία άλλων χωρών να χρησιμοποιηθεί προσαρμοσμένη στα ελληνικά δεδομένα.
Σύμφωνα με μια αναφορά του Japan Institute for Local Government, κάθε γιεν που επενδύθηκε:
– Σε κοινωνικές υπηρεσίες, βοήθεια σε ενήλικες, συντάξεις συνεισέφερε στην ανάπτυξη κατά 1,64 Υ.
– Σε εκπαίδευση, σχολεία, ερευνητικά προγράμματα συνεισέφεραν στην ανάπτυξη κατά 1,74 Υ.
– Αντιθέτως, κεφάλαια που επενδύθηκαν σε δρόμους κ.λπ. συνεισέφερε στην ανάπτυξη κατά 1,37 Υ.
Μία ευαίσθητη και εξαιρετικά επικίνδυνη παρενέργεια θα είναι να περάσει η αίσθηση ότι όλη η
ανάπτυξη θα βασιστεί στο πρόγραμμα δημοσίων
επενδύσεων με παραμερισμό των ιδιωτικών επενδύσεων. Και οι τοπικές οικονομίες να γίνουν τελείως
εξαρτημένες από τις κρατικές επενδύσεις.
Κυρίαρχο ρόλο στη διατήρηση της ισορροπίας αυτής καλούνται να παίξουν οι τράπεζες, και κυρίως οι μεγάλες.
Η μέχρι σήμερα συμπεριφορά στον τομέα της μείωσης των επιτοκίων χορηγήσεων είναι ενθαρρυντική. Όμως το πρόβλημα παραμένει στο κομμάτι των εγκρίσεων των δανείων, ιδιαίτερα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που απασχολούν 5-10 άτομα. Είναι έντονο το πρόβλημα της απορριψιμότητας, το επεσήμανε και ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ. Τα εγκριτικά κριτήρια έχουν ανέβει, ξαναπήγαμε στην εποχή που πρώτο κριτήριο ήταν η δυνατότητα να προσφέρεις εξασφάλιση, δηλαδή ακίνητο για υποθήκη, και μετά η βιωσιμότητα της επιχείρησης, γι’ αυτό μέσα στα δικαιολογητικά του δανείου ζητείται η υποβολή του Ε9 με καθοριστική επιρροή στην τελική τύχη του
αιτήματος.
Η απόρριψη ενός αιτήματος, πέραν της δημιουργίας συνθηκών κλεισίματος της επιχείρησης και της προσθήκης νέων ανέργων, αποτρέπει και την ανάπτυξή της. που θα δώσει την ευκαιρία στους εργαζομένους της, αν μη τι άλλο, να συνεχίσουν να έχουν τη δυνατότητα να καταναλώνουν έστω και τα απαραίτητα.

Γ. Φ.


Σχολιάστε εδώ