ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΜΕ ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΤΟΥ ΑΝΤΑΠΟΔΟΤΙΚΟΥ ΤΕΛΟΥΣ
Αυτή είναι η άποψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως εγκρίθηκε από το Κοινοβούλιο στις 14/11/2008, σχετικά με το ανταποδοτικό τέλος και τον ρόλο των κρατικών ραδιοτηλεοράσεων.
Με την ανακοίνωσή της η Επιτροπή ζητάει από τις εθνικές αρχές «να αξιολογήσουν κατά πόσον οι δημόσιοι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς τηρούν τις αρχές της αγοράς» και προβλέπει τη λειτουργία τέτοιων μηχανισμών. Είναι δε άκρως επίκαιρη, καθώς αμφισβητείται εκ νέου η απόφαση της ΕΡΤ να επενδύσει στο ποδόσφαιρο.
Το «Π» παρουσιάζει σήμερα εν συντομία την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις στις δημόσιες υπηρεσίες και ειδικά το τελικό κεφάλαιο των «στρεβλώσεων», που είναι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος:
«Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι δραστηριότητες της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης δεν οδηγούν σε στρεβλώσεις της αγοράς που δεν είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση της εντολής δημόσιας υπηρεσίας. (…) Τα ερωτήματα κατά πόσον οι δημόσιοι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς πωλούν σε χαμηλότερες τιμές κατά την εμπορική προσφορά τους, ή εάν υποβάλλουν υψηλότερες προσφορές για δικαιώματα προγραμμάτων στο πλαίσιο της εντολής δημόσιας υπηρεσίας, θα πρέπει κατ’ αρχήν να αξιολογούνται σε εθνικό επίπεδο, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε περίπτωσης και κάθε αγοράς», αναφέρεται μεταξύ άλλων στην ανακοίνωση.
Το ενδιαφέρον εστιάζεται στο 103ο σημείο της ανακοίνωσης, όπου επί της ουσίας περιγράφεται εξαντλητικά ότι οι κρατικοί ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί δεν μπορούν να χρησιμοποιούν το ανταποδοτικό τέλος για να ανταγωνίζονται τους ιδιώτες. «Κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους όσον αφορά την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, οι δημόσιοι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς δεν θα πρέπει να επιδίδονται σε δραστηριότητες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε δυσανάλογες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού», αναφέρει η Επιτροπή και εξηγεί, κάνοντας ειδική αναφορά στα αθλητικά δικαιώματα: «Παραδείγματος χάρη, η μετάδοση περιεχομένου υψηλής ζήτησης μπορεί να αποτελεί μέρος της αποστολής δημόσιας υπηρεσίας των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών φορέων. Ωστόσο, θα ανέκυπταν δυσανάλογες στρεβλώσεις της αγοράς εάν οι δημόσιοι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς διατηρούσαν ανάλογα δικαιώματα μετάδοσης περιεχομένου υψηλής ζήτησης (λ.χ. δικαιώματα αθλητικών μεταδόσεων υψηλής ζήτησης) αχρησιμοποίητα, χωρίς να εκχωρούν τις σχετικές άδειες. (…) Εάν οι δημόσιοι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς επρόκειτο να χρησιμοποιούν τη δημόσια αντιστάθμιση την οποία λαμβάνουν για να υποβάλλουν σε σταθερή βάση υψηλότερες προσφορές από τους ιδιωτικούς ανταγωνιστές τους για την απόκτηση δικαιωμάτων περιεχομένου υψηλής ζήτησης, η συμπεριφορά αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει στον παραγκωνισμό των ιδιωτών ανταγωνιστών, πράγμα που θα μπορούσε να επηρεάσει τους όρους του εμπορίου και τον ανταγωνισμό σε βαθμό αντίθετο προς το κοινό συμφέρον, χωρίς αυτό να είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση της δημόσιας υπηρεσίας».
Και για να μην υπάρχει καμία αμφιβολία, η Επιτροπή υπογραμμίζει πως κατά την εκτέλεση εμπορικών δραστηριοτήτων οι δημόσιοι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς θα πρέπει να τηρούν τις αρχές της αγοράς.