Δυσοίωνες οι προοπτικές για τις εργασιακές σχέσεις

Με βάση τις ετήσιες εκθέσεις του ΣΕΠΕ (σ.σ.: που κινητοποίησαν την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Απασχόλησης-Κοινωνικής Προστασίας) προκύπτουν τα εξής σημαντικά στοιχεία:

• Το ποσοστό ανασφάλιστων που απασχολούνται στην Ελλάδα υπολογίζεται μεταξύ 20%-22%.

• Παρατηρείται εκτεταμένη παραβίαση των εργασιακών δικαιωμάτων σε όλο το φάσμα της εργατικής νομοθεσίας (ύψος μισθού, καταβολή δεδουλευμένων, ωράρια, πληρωμή υπερωριών, χορήγηση αδειών, υγιεινή, ασφάλεια κ.λπ.).

«Οι εργασιακές σχέσεις υπηρετούν τις πολιτικές ανταγωνιστικότητας και απασχόλησης με άξονα τη μείωση και τη συμπίεση του εργασιακού κόστους και η ζοφερή κατάσταση που επικρατεί στις εργασιακές σχέσεις, θα επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο», προβλέπει ο επιστημονικός συνεργάτης του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ Γιάννης Κουζής. Ο κ. Κουζής εκπόνησε, για λογαριασμό της ΓΣΕΕ, σχετική μελέτη, επισημαίνοντας πως το πρόβλημα θα συνεχιστεί και θα διαιωνιστεί εξαιτίας και της ανυπαρξίας ικανοποιητικού αριθμού ελέγχων.

Σημειώνεται πως σε περίπου 900.000 επιχειρήσεις αντιστοιχούν 400 επιθεωρητές εργασίας, που σημαίνει περιορισμένους ελέγχους, όπως περιορισμένες είναι και οι αρμοδιότητες των επιθεωρητών. Ως προς τις ποινές και τις κυρώσεις, αυτές είναι σχετικά μικρές και επιπλέον η έλλειψη ουσιαστικής συνεργασίας και συντονισμού των μηχανισμών ελέγχων (ΣΕΠΕ – ΙΚΑ – ΔΟΥ) δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο την εποπτεία των εργασιακών σχέσεων.

Στη μελέτη του κ. Κουζή υποστηρίζεται πως η κατάσταση μπορεί και πρέπει να αλλάξει. Για να γίνει αυτό, απαιτείται η αποτελεσματική καταπολέμηση της αυθαιρεσίας μεγάλης κατηγορίας εργοδοτών (συμπεριλαμβανομένου και του κράτους-εργοδότη) και η συμμόρφωσή τους στις θεσμικές τους υποχρεώσεις με τη λήψη μέτρων σε όλο το φάσμα των παραμέτρων που ενισχύουν τις παράνομες πρακτικές, οι οποίες εξ αντικειμένου δημιουργούν όριο αθέμιτου ανταγωνισμού απέναντι στις συνεπείς επιχειρήσεις που εφαρμόζουν τη νομοθεσία. Κρίσιμο ζήτημα είναι και η αντιμετώπιση του φαινομένου της κατάτμησης των μηχανισμών ελέγχων που σχετίζονται με την αγορά εργασίας και της έλλειψης συντονισμού ανάμεσά τους.

Για την αναβάθμιση των εργασιακών σχέσεων διατυπώνεται δέσμη προτάσεων, όπως είναι η μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου που αφορούν στην κάλυψη πάγιων αναγκών, σε συμβάσεις αορίστου χρόνου, η θέσπιση κατώτατου ορίου εργάσιμου χρόνου στις 20 ώρες εβδομαδιαίως για τους μερικώς απασχολούμενους, η άμεση λήψη μέτρων για τους ενοικιαζόμενους εργαζόμενους μέσω γραφείων προσωρινής απασχόλησης, η προστασία από τις απολύσεις κ.λπ.

Είναι προφανές πως η ανάπτυξη των ευέλικτων πρακτικών στην εργασία, συμβάλλει στην περαιτέρω μείωση του ήδη φθηνού εργασιακού κόστους στην Ελλάδα, ενισχύει την κατάτμηση της εργασίας και την ύπαρξη εργαζομένων πολλαπλών ταχυτήτων, δημιουργεί ανταγωνισμούς ανάμεσά τους και αποδυναμώνει τη συνδικαλιστική δράση. Ακόμη, η ευέλικτη εργασία ασκεί πιέσεις στην τυπική εργασία, συμπιέζοντας τις διεκδικήσεις και το περιεχόμενό της, συμβάλλοντας στη γενικότερη και συνολική υποβάθμισή της.

Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, οι προσωρινά απασχολούμενοι στην Ελλάδα υπολογίζονται σε 300.000, οι μερικά απασχολούμενοι σε 270.000 και οι εργαζόμενοι με καθεστώς δανεισμού σε 20.000.

Ακόμη, το 25% των επιχειρήσεων κάνει χρήση εργολαβιών και υπεργολαβιών και το 20% των απασχολούμενων εργάζεται ανασφάλιστα.


Σχολιάστε εδώ