ΓΑΖΑ, ΓΑΖΩΝΩ ΓΑΖΙ… ΦΕΡΤΕ ΓΑΖΕΣ ΤΕΛΟΣ ΜΕ ΤΙΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΜΑΖΕΣ

Είπα νά πάω εκδρομή
νά ζεσταθώ λιγάκι
νά βρώ μιά πόλη ήσυχη
μέ καθαρό αεράκι.

Βαρέθηκα τών Αθηνών
Τά θορυβώδη μέσα
πού ένας σέ λέει κερατά
καί άλλος τίς μπουχέσα.

Θέλω μιά πόλη φωτεινή
έξω απ’ τά σκοτάδια,
μιά πόλη ει καί δυνατόν
ανέμελη καί άδεια.

Έναν Παράδεισο ζητώ
μέ πράσινο καί δέντρα
όπου σιγή νά επικρατεί
κι όχι φωνές καί κέντρα.

Τά φώτα, οι επιγραφές
τό νέφος καί η βρώμα
ν’ απουσιάζουν εντελώς
νά επικρατεί τό χρώμα.
Τά σπίτια νά ‘ναι χαμηλά
ανύπαρκτοι οι χειμώνες
τά καλοκαίρια ατέλειωτα
δίχως βροντές, στρατώνες.

Τά χελιδόνια νά πετούν
καί τίς φωλιές νά κτίζουν
καί τ’ αγριοπερίστερα
τά ράμφη τους ν’ αγγίζουν.

Νά περπατάει ο Χριστός
επί πολλών κυμάτων
καί νά γιατρεύει τίς πληγές
χωλών καί αομμάτων.

Ν’ ακούω Ευαγγέλια
νά μπαίνω σ’ εκκλησίες
χωρίς χρονοδιάγραμμα
κι άχρηστες ικεσίες.
Νερό νά πίνω καθαρό
τήν ΕΥΔΑΠ να βρίζω
καί τή ΔΕΗ όταν μπορώ
μέ φάσκελα ν’ αγγίζω.

Κινέζους νά μή συναντώ
μέ ψεύτικα παιχνίδια
κι αδέσποτα κοπρόσκυλα
νά σκίζουνε κοψίδια.

Θέλω μιά πόλη ιλαρή
πάντα χαρές γεμάτη
αναίμακτη, ειρηνική
αναρχική, φευγάτη.

Θέλω μητέρες άφθονες
μέ στήθη ανεβασμένα
όχι καρτέλ τού γάλακτος
καί φρούτα ξινισμένα.
Κάπου η πόλη πού ζητώ
στόν χάρτη θά υπάρχει
τά παραμύθια έτσι λέν
– ρώτα τόν Πλανητάρχη.

Έτσι λοιπόν ξεκίνησα
μ’ ένα σακί στούς ώμους
καί πήρα τόν ανήφορο
καί τούς ονειροδρόμους.

Τέλος στήν πόλη βρέθηκα
καί βλέπω απ’ τό γραφείο
ότι η πόλη ήτανε
ένα… ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ.
………………………………….
………………………………….
………………………………….
«Εν αρχή ήν ο Λόγος…»,
μετά τα αεροπλάνα!


Σχολιάστε εδώ