Χάθηκε το 1/3 των αναγνωστών εφημερίδων

Το 2005, με την είσοδο του «Θέματος», μιας νέου τύπου εφημερίδας, η κυκλοφορία των κυριακάτικων έφτασε το 1.134.039 φύλλα, όμως το 2006 οι πωλήσεις έπεσαν στα 738.304 φύλλα. Τι συμβαίνει με τις εφημερίδες και χάνουν αναγνώστες;

Το «Π» παρουσιάζει σήμερα τα στοιχεία των τελευταίων 10 ετών και το πρώτο 8μηνο του 2008 για το σύνολο των εφημερίδων, πρωινών, απογευματινών και κυριακάτικων.

Ξεκινώντας από τις θετικές επιδόσεις, οι πρωινές εφημερίδες ανθίστανται, με πωλήσεις που κυμαίνονται περίπου στα 120.000 φύλλα. Καλύτερη χρονιά το 2006 με 126.799 πωλήσεις, και αξιοσημείωτη αύξηση από το 1999 έως και το 2007. Επί της ουσίας, μέσα σε δέκα χρόνια η κυκλοφορία των πρωινών φύλλων έχει περίπου διπλασιαστεί. Η θετική αυτή εξέλιξη οφείλεται κυρίως στην ποιότητα των δύο πρωινών φύλλων, της «Καθημερινής» και του «Βήματος».

Η πρώτη με προσφορές μόνο στη σαββατιάτικη έκδοση και η δεύτερη με καθημερινά δώρα. Κυρίως εξαιτίας των απόψεων που εκφράζουν, απευθυνόμενες στην αστική τάξη της χώρας, στους ανθρώπους που αποφασίζουν, εξακολουθούν να διαμορφώνουν καθημερινά το στίγμα της πολιτικής και κοινωνικής επικαιρότητας. Δεν είναι βέβαια στην ίδια θέση, καθώς η «Καθημερινή» έχει φανερό προβάδισμα και, όπως φαίνεται, μεγαλύτερες οικονομικές αντοχές. Απογοήτευση βέβαια υπάρχει για τα φύλλα της Αριστεράς, που δεν έχουν ανανεώσει το δημοσιογραφικό τους υλικό κι έτσι η εμβέλειά τους είναι αναντίστοιχη των κομμάτων που στηρίζουν.

Έχασαν τα μισά φύλλα οι απογευματινές εφημερίδες

Στα απογευματινά φύλλα η κατάσταση είναι απελπιστική. Η τηλεόραση και το ότι βγαίνουν στα περίπτερα αργότερα από τις πρωινές έχουν μειώσει κατά πολύ τη δύναμή τους. Το 1997 πουλούσαν σχεδόν 500.009 φύλλα και δέκα χρόνια αργότερα περίπου τα μισά, συνυπολογίζοντας τις υψηλές σε κυκλοφορία εκδόσεις του Σαββάτου. Το πρόβλημα λοιπόν είναι μεγάλο, καθώς εκεί εργάζεται το μεγαλύτερο μέρος των δημοσιογράφων, μελών της ΕΣΗΕΑ και μη.

Η επέλαση του διαδικτύου στην Ελλάδα φαίνεται να επιδρά άμεσα στις ημερήσιες εκδόσεις, όπως και οι δωρεάν εφημερίδες. Όποιος βγει το πρωί ή θα αγοράσει μια πρωινή ή θα βρει μια δωρεάν ή θα πάρει ένα αθλητικό φύλλο επιλέγοντας άποψη και αθλητική επικαιρότητα.

Όμως είναι φανερό πως υπάρχει χάσμα επικοινωνίας ανάμεσα στο αναγνωστικό κοινό και τις εφημερίδες. Από τη μια ο αποκλεισμός των πληροφοριών κατά τη «διύλισή» τους και από την άλλη η εξάρτηση από τα συμφέροντα των ιδιοκτητών και της κάστας των υψηλόμισθων δημοσιογράφων έχουν απομακρύνει τους αναγνώστες. Αισθάνονται πως δεν θα χάσουν κάτι αν δεν διαβάσουν το ρεπορτάζ της μέρας ή τη γνώμη του σχολιογράφου, διότι αναζητούν κάτι άλλο. Εδώ έρχεται οι επιτυχία των «μικρών», των εβδομαδιαίων δωρεάν εφημερίδων.

Η «Athens Voice» και η «LIFO», οι εκδότες των οποίων «είχαν απορριφθεί» από τα μεγάλα μαγαζιά του Τύπου, κυκλοφορούν κάθε βδομάδα με πιο ενδιαφέρουσα ύλη, απευθυνόμενες σε νέους ανθρώπους, σ’ αυτούς που δεν μπορούν να πιάσουν ούτε τα ημερήσια φύλλα ούτε τα κυριακάτικα.

Στο σύνολο, η πορεία είναι αρνητική. Μέσα στη δεκαετία οι εφημερίδες χάνουν 134.429 αναγνώστες. Η πολιτική των δώρων στα ημερήσια φύλλα, όπως και τα ένθετα και τα λοιπά τρικ, δεν έφεραν αποτέλεσμα.

Και το πρόβλημα δεν έγκειται στον αριθμό των φύλλων που κυκλοφορούν, αν δηλαδή ορισμένες μικρές υπάρχουν με το να εκβιάζουν και να παίρνουν κρατική διαφήμιση. Και οι μεγάλες εκβιάζουν. Το πρόβλημα είναι πως οι ημερήσιες εφημερίδες έχουν πεθάνει προ πολλού. Έχουν βαριά δομή λειτουργίας, με διευθυντικά στελέχη που προτιμούν να συντρώγουν με τους δελφίνους και τους λομπίστες, να αποδέχονται αγόγγυστα τις απαιτήσεις των ιδιοκτητών και να βγάζουν εφημερίδες που δεν πιάνουν τον παλμό της κοινωνίας.

Τρανό παράδειγμα τα γεγονότα του Δεκεμβρίου. Οι εφημερίδες κυκλοφορώντας την επόμενη μέρα πίστευαν ότι προσφέρουν ενημέρωση (αν και κάποιες έφτασαν στο σημείο να αποκρύψουν γεγονότα ή φωτογραφίες), την ίδια ώρα που η πιτσιρικαρία διάβαζε για τα γεγονότα στο internet ή άκουγε τις εξελίξεις στο ραδιόφωνο.


Σχολιάστε εδώ