Η αφωνία της Αριστεράς

Δεν αναδύεται όμως σ’ αυτήν την κρίσιμη περίοδο μια εναλλακτική στρατηγική, δεν διαμορφώνονται συλλογικά, κοινωνικά και πολιτικά υποκείμενα ικανά να αναστρέψουν αυτήν την πορεία και να αποδώσουν στην κοινωνία και στους πολίτες την ισχύ και τη βούληση που τους αφαίρεσαν οι μηχανισμοί της αγοράς.

Πώς θα απαντήσει η χώρα μας σε αυτές τις ιστορικές ανάγκες όταν μαστίζεται από βαθιά κρίση και απαξίωση θεσμών και προσώπων; Όταν δεν διαθέτει καν μια ισχυρή πνευματική ηγέτιδα τάξη ικανή να συλλάβει το νόημα των καιρών και να διαμορφώσει ένα σύγχρονο πλαίσιο κανόνων, αξιών, και κατευθύνσεων δράσης;

Είναι γεγονός ότι η κρίση του πολιτικού συστήματος και των κομμάτων,που δεν αφορά μόνο τη χώρα μας, εμποδίζει την ξεκάθαρη και ειλικρινή τοποθέτηση πάνω στα κρίσιμα ερωτήματα.

Γιατί το βασικό ιστορικό ερώτημα είναι το ακόλουθο: Θεωρούμε ότι η σημερινή κρίση είναι προσωρινή και ότι βασικός στόχος είναι να επανέλθουμε- μετά τις αναγκαίες «διορθωτικές» κινήσεις- στην προηγούμενη κατάσταση; Ή μήπως απαιτείται να επαναξιολογήσουμε το ίδιο το πρότυπο ζωής, το μοντέλο κατανάλωσης, τον ρόλο των υλικών αγαθών και των πρωτοκαθεδρία του κέρδους και του ανταγωνισμού που βιώνουμε σήμερα, ακολουθώντας την τροχιά του νεο-φιλελευθερισμού; Μπορούν, άραγε οι ανθρώπινες αξίες, οι αξίες του βίου μας να ταυτίζονται με τις αξίες της αγοράς; Είναι δυνατόν να συνεχίσουμε να ζούμε σε καθεστώς δανεικής ευημερίας και πλαστικής ευτυχίας;

Είναι γεγονός ότι η οικονομική κρίση, η ανασφάλεια, ο φόβος για το αύριο έχουν μετατοπίσει τους ατομικούς στόχους από την ιδιωτική στη δημόσια σφαίρα. Στο κράτος, στους θεσμούς του, στην παρέμβαση της εκτελεστικής εξουσίας αναζητούνται τα πεδία ασφάλειας.

Ζήσαμε μια μεγάλη περίοδο συνεχούς ανοδικής οικονομικής εξέλιξης. Για δεκαπέντε χρόνια παρατηρείται αξιοσημείωτη αύξηση του ΑΕΠ. Ο εύκολος δανεισμός, η προσπάθεια απόκτησης του καταναλωτικού προτύπου (που διαφημίζουν τα ΜΜΕ), η αρχή της «ήσσονος προσπαθείας», η συναλλαγή, ο συμβιβασμός, η διαφθορά, η ανομία (ως γενικευμένη, πια, κοινωνική συμπεριφορά) αποτέλεσαν τους πυρηνικούς-αξιακούς στόχους του ατομικισμού και της ιδιωτικότητας ως κοινωνικής στάσης.

Τώρα, υπό το βάρος της κρίσης αναζητούνται οι κρατικές παρεμβάσεις, το ισχυρό κράτος που θα αποκαταστήσει τις ανισορροπίες, «ανακαλύπτεται» η αξία του συλλογικού και διαπιστώνεται ότι η γενικευμένη ανομία, η πτώση των αξιών, η περιφρόνηση του ηθικού κανόνα δεν διευρύνουν απλώς το πεδίο ασυδοσίας του ατομικού/ιδιωτικού. Καταλήγουν να πλήξουν τις πλέον αδικημένες και αδύναμες-οικονομικά και κοινωνικά- τάξεις, αφού στο πεδίο ανταγωνισμού της αγοράς επικρατεί, αυτονόητα, το «δίκαιο» του ισχυρού…

Η «μετάβαση» όμως από το ατομικό/ιδιωτικό στο κοινωνικό-συλλογικό δεν είναι εύκολη. Προϋποθέτει ξεκάθαρη πολιτική στρατηγική, σαφείς στόχους, ένα εμπνευσμένο αξιακο-κανονιστικό πλαίσιο και κυρίως την ανάπτυξη μιας συνείδησης (ατομικής και συλλογικής) που θα υπηρετήσει τις αξίες αυτές.

Όμως, μια παρόμοια πολιτικο-ιδεολογική στρατηγική δεν υπάρχει. Η παγκόσμια οικονομική κρίση δεν αποκαλύπτει μόνον τα όρια της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής αλλά και την ιστορική κρίση της Αριστεράς, που αδυνατεί να κατανοήσει τα θεμέλια της κρίσης και να διατυπώσει εναλλακτική στρατηγική.

Η αφωνία, η «πλαδαρότητα» των θέσεων, η πολιτικο-ιδεολογική αμορφία, που χαρακτηρίζουν τις θέσεις των σοσιαλιστικών και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, αποκαλύπτουν παράλληλα την πολιτική ισχύ του νεοφιλελεύθερου προτύπου, το οποίο πέτυχε μέσα σε δύο δεκαετίες να «αποικιοποιήσει» και να αφομοιώσει μια, ιστορικής εμβέλειας, στρατηγική πρόταση που άφησε έντονα τα ίχνη της στις κοινωνίες του 20ού αιώνα.

Στην απουσία της Αριστεράς ήλθαν να απαντήσουν οι συντηρητικές κυβερνήσεις. Με τον δικό της τρόπο η σύγχρονη Δεξιά υιοθέτησε επιλεκτικά μορφές κεϋνσιανών παρεμβάσεων, είτε με την αύξηση των δημοσίων δαπανών είτε με τον έμμεσο έλεγχο ορισμένων τραπεζικών συγκροτημάτων είτε με προστατευτικά μέτρα για τις εθνικές βιομηχανίες. Βεβαίως, στη «λογική» της Δεξιάς βρίσκεται η αίσθηση της κυκλικότητας της μορφής της κρίσης γι’ αυτό και αναζητεί ρυθμιστικές παρεμβάσεις προκειμένου να ξεπερασθεί με τις λιγότερες απώλειες…

Οπωσδήποτε, όμως, η Δεξιά κινείται με συνέπεια στα όρια της δικής της στρατηγικής. Το πρόβλημα αφορά την Αριστερά που, τελικά, αν η ίδια είχε κατανοήσει το δικό της πρόβλημα και είχε εγκαίρως ανασυνταχθεί, ίσως δεν θα είχαμε φθάσει στο σημερινό ιστορικό αδιέξοδο.


Σχολιάστε εδώ