Δεν έφυγε, τον διώξαμε

Τον διώξαμε. Ο Τάσσος Παπαδόπουλος δεν έφυγε. Τον διώξαμε. Τον εκδικηθήκαμε σκληρά και τον τιμωρήσαμε ανελέητα για τα καλά που μας έκανε. Ημεδαπή πολιτική μετριότης, αμβλεία πολιτική όραση και μικροπολιτική απληστία, συνεπικουρούμενες από τη διεθνή κοινότητα των δύο-τριών κυβερνήσεων, προσπάθησαν να εκμηδενίσουν την περήφανη και αξιοπρεπή στάση του λαού μας απέναντι στο Σχέδιο Ανάν τον Απρίλη του 2004 και να ταπεινώσουν τον ηγέτη του. Τον μείωναν, τον χλεύαζαν και, μαζί με τους εχθρούς και άσπονδους φίλους της Κύπρου, τον δαιμονοποίησαν και του φόρτωσαν κάθε πραγματικό ή φανταστικό κακό συνέβηκε ή συμβαίνει σ’ αυτόν τον τόπο. Εγκαταλειμμένος από τέως δικούς βίωνε την πολιτική του μοναξιά, αναμένοντας περήφανα και στωικά.

Τις μέρες, βδομάδες και μήνες, που ακολούθησαν την αποχώρησή του από την Προεδρία, θα ένιωσε έντονα τη γεύση της προδοσίας. Στα ταμεία της έσπευσαν πολλοί «φίλοι» και συνεργάτες του για να εισπράξουν τα αργύριά της.

Αίφνης η πολιτική μας σκηνή μετατράπηκε σε παζάρι όπου τα πάντα πωλούνταν. Συνειδήσεις και ιδεολογίες, πολιτικές θέσεις και αξίες, ψευτιές, ρουφιανιές και πληροφορίες, εξαργυρώνονται έναντι μιας θέσης επ’ αμοιβή , έναντι κάποιου αξιώματος με επιρροή, έναντι μιας κάποιας εύνοιας ή έστω ολίγης αίσθησης εξουσίας.

Στο θυσιαστήριο του προσωπικού συμφέροντος, έθυαν, συχνά με τη μάσκα του καταδότη, το προηγούμενο ίνδαλμά τους μαζί και τα ψήγματα αξιοπρέπειας που τους είχαν απομείνει, για να εξευμενίσουν τη θεά Νέα Τάξη Πραγμάτων ώστε να τους διασφαλίσει τα προσωπικά τους κεκτημένα και να τους επιδαψιλεύσει με νέες τιμές.

Τα έβλεπε όλα αυτά και δεν παραπονιόταν. Μειδιούσε με θλίψη για την κατάντια των ανθρώπων μα δεν κατηγορούσε κανένα. Αντίθετα, έβρισκε για τον καθένα και μια δικαιολογία. Η αγνωμοσύνη όμως κι η αχαριστία σκοτώνουν αργά, σταθερά και σίγουρα.

Η ήττα στις εκλογές τον πίκρανε πολύ, όχι όμως λόγω της λιποταξίας και της προδοσίας. Το συζητήσαμε μερικές φορές. «Αυτό ήθελε ο λαός, αυτό έγινε», έλεγε.

Τον πίκρανε για άλλον λόγο: Φοβόταν πως η ήττα ήταν σημάδι κόπωσης που προμήνυε συνθηκολόγηση. Με την αγωνία αυτή άφησε τον λαό και τον τόπο του που τόσο λάτρεψε. Τα κακά μαντάτα ήλθαν και μας κτύπησαν εκεί, πέρα από τη θάλασσα, σαν επιβεβαίωση παλιάς είδησης και λειτούργησαν μόνο σαν έναυσμα του θρήνου. Ο θάνατος του παλικαριού είχε ήδη συντελεστεί. Έγινε την ώρα που τον έχουμε ανάγκη όσο ποτέ άλλοτε.

Τάσος Τζιωνής


Σχολιάστε εδώ