ΑΝΑΛΗΨΗ ΕΥΘΥΝΩΝ ΧΩΡΙΣ ΣΗΜΑΣΙΑ ΠΛΕΟΝ

Ο πρόεδρος της κυβέρνησης δεν είχε άλλο δρόμο να ακολουθήσει παρά αυτόν της συσπείρωσης των βουλευτών, των στελεχών και της βάσης της Νέας Δημοκρατίας. Και δεν υπήρχε καλύτερος τρόπος να το κάνει από το να παραδεχτεί θεαματικά και «αντρίκεια» τα λάθη και τις ευθύνες του στην υπόθεση του Βατοπεδίου, κλέβοντας για μια φορά ακόμα τις εντυπώσεις από το κόμμα του, το οποίο ούτως ή άλλως είναι ανίκανο να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο, επικοινωνιακό ή άλλο, μια και είναι απαράλλαχτο με το κόμμα της δεκαετίας του ʼ80.

Αυτό είναι το «δράμα» του Καραμανλή: Αναγκάζεται να συμπορεύεται μʼ ένα κόμμα (του οποίου μάλιστα ηγείται) που παραμένει σκληρό δεξιό, δύσκαμπτο και πίσω, πολύ πίσω από τις εξελίξεις που συντελούνται στην ελληνική κοινωνία. Όμως είναι αναγκασμένος να το κάνει, μια και η ΝΔ είναι το θεσμικό εργαλείο που του επιτρέπει να είναι πρωθυπουργός. Αλλά αυτό δεν μπορεί να διαρκέσει για πολύ. Ήδη η κυβέρνηση έχει περιέλθει σε εξαιρετικά δύσκολη θέση μόλις έναν (και κάτι μήνες) χρόνο μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007, όταν είχε ξανακερδίσει τις εκλογές με χαρακτηριστική άνεση και μεγάλη απόσταση από το ΠΑΣΟΚ. Στις εκλογές του Μαρτίου 2004 είχε κερδίσει με διαφορά 4,81%, ενώ σε αυτές του Σεπτεμβρίου 2007 με διαφορά 3,74%. Μπορεί η διαφορά να μειώθηκε κατά 1,07% και η ΝΔ να συγκέντρωσε λιγότερες ψήφους απʼ ό,τι το 2004, αλλά κατά γενική έκπληξη το ίδιο συνέβη και με το ΠΑΣΟΚ. Και εάν είναι φυσιολογικό για το κυβερνών κόμμα να χάνει ψήφους εισπράττοντας δυσαρέσκεια από κοινωνικές ομάδες για ορισμένες επιλογές, δεν είναι καθόλου φυσιολογικό να χάνει ψήφους και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης που επιδιώκει την επιστροφή του στην κυβέρνηση. Επρόκειτο για σαφές μήνυμα δυσαρέσκειας και προς τους δύο, αλλά σε κάθε περίπτωση η ΝΔ είχε ξανακερδίσει τις εκλογές και είχε ανοιχτό τον δρόμο μπροστά της να κυβερνήσει.

Αν λοιπόν η νέα κυβέρνηση έπρεπε να αποφύγει ένα λάθος, αυτό ήταν της βουλιμίας περί τον πλουτισμό και των δραστηριοτήτων στελεχών της με στόχο το βόλεμα μιας μεγάλης παρέας.

Έκανε όμως το λάθος που δεν έπρεπε να κάνει.

Γιʼ αυτό και δεν έχει μεγάλη σημασία επί της ουσίας η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης από τον πρωθυπουργό. Μπορεί ο κόσμος να εκτιμάει την ευθιξία του Κ. Καραμανλή, αλλά αμέσως μετά αναρωτιέται «τώρα τι θα γίνει;», διότι ανάληψη πολιτικής ευθύνης σημαίνει ότι κρίνομαι γιʼ αυτό που δέχομαι ότι έχω κάνει. Και κρίνομαι στις εκλογές. Που πρέπει εκ των πραγμάτων (αφού ο πρωθυπουργός αποδέχεται την πολιτική ευθύνη) να διενεργηθούν όσο πιο γρήγορα γίνεται. Αλλιώς τι νόημα έχει; Μήπως απλώς υπάρχει η ελπίδα ότι ο λαός θα ξεχάσει όσο πιο μακριά πάνε οι εκλογές; Μπορεί να το ελπίζουν. Αλλά το όλο κλίμα οδηγεί και έξυπνους ανθρώπους όπως είναι ο Κ. Καραμανλής να κάνουν λάθη, χρησιμοποιώντας παραδείγματα που στην καλύτερη περίπτωση προκαλούν χαμόγελα.

Είπε στην ομιλία του αναφερόμενος στη στάση του ΠΑΣΟΚ για το Βατοπέδι: «Επενδύει κομματικά στην απόπειρα ποινικοποίησης του δημόσιου βίου. Αυτή η απόπειρα ποινικοποίησης γίνεται με κάθε μέσο. Γίνεται με αδιαφορία για την αλήθεια».

Τα λέει αυτά λησμονώντας προφανώς ότι είναι ο αρχηγός της παράταξης που με πάθος, εμπάθεια και ιδιοτέλεια παρέπεμψε στο Ειδικό Δικαστήριο τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ Ανδρέα Παπανδρέου.

Λάθος αυτό, μια και ο κόσμος θυμάται, αλλά και να μη θυμάται, κάνει αμέσως τους σχετικούς συνειρμούς. Αλλά και η επόμενη πρότασή του κινείται στα πλαίσια ενός ηθικοπλαστικού διδακτισμού απʼ όπου πηγάζει η λογική του κακού ΠΑΣΟΚ και της καλής ΝΔ: «Και ρωτώ: Έτσι προσπαθεί να «φωτίσει» την αλήθεια, το ΠΑΣΟΚ; Ένα είναι βέβαιο: Ούτε το παρελθόν ούτε και το παρόν του κόμματός τους τούς επιτρέπει να παριστάνουν τους καταγγέλλοντες και τους ηθικολόγους».

Είναι άραγε το παρελθόν και το παρόν της ΝΔ που εγγυώνται ανάλογους ρόλους; Όχι φυσικά. Αλλά ας μείνει ο γράφων (και ο αναγνώστης αν θέλει) στην ανακάλυψη και κατανόηση των λόγων που ωθούν τον κ. Καραμανλή σε ανάλογες θέσεις. Όχι για πολύ ακόμα.


Σχολιάστε εδώ