Το όραμα του οικουμενικού Ελληνισμού (Δύναμη Πολιτικής και Αναπτυξιακής Αναγέννησης)

Αν στα ελληνικά υπάρχουν πολλές λέξεις που αποδίδουν απόλυτα την πραγματικότητα, τότε σίγουρα μία απ’ αυτές είναι η «Διασπορά» των Ελλήνων στις χώρες της Γης.

Το ελληνικό στοιχείο βρίσκεται παντού.

Σε μέρη άγνωστα, απομακρυσμένα, εκεί όπου κανείς δεν το περιμένει υπάρχουν Έλληνες διάσπαρτοι, απομονωμένοι, ασύνδετοι, πολλές φορές με ελάχιστη έως καθόλου γνώση της γλώσσας αλλά πάντοτε με φλογερή εθνική συνείδηση και μεγάλη υπερηφάνεια για την πατρίδα τους.

Είναι χαρακτηριστικό και θέλω ν’ αναφερθώ εδώ σ’ έναν ελληνικής καταγωγής Αργεντινό, από την USUAIA του παγωμένου νότου της χώρας, χωρίς γνώση ελληνικών αλλά με τρία παιδιά με ελληνικά ονόματα, ο οποίος ζήτησε να του αποσταλεί ( και του απεστάλη) μια ελληνική σημαία, προκειμένου να παρελάσει με τα παιδιά του στην επέτειο της απελευθέρωσης της πόλης του! Με την αφορμή μιας πρόσφατης περιοδείας σε χώρες της Ν. Αμερικής, όπου οι Έλληνες και ο ελληνικός πολιτισμός συναντούν και καταγράφουν πολύ υψηλούς δείκτες αποδοχής και εκτίμησης, θεωρώ χρήσιμο να παραθέσω κάποιες σκέψεις – προτάσεις. Κατ’ αρχήν θα πρέπει ν’ αναγνωρισθεί η μεγάλη συνεισφορά των αποδήμων Ελλήνων της Νοτίου Αμερικής που με την εκεί παρουσία και προοδευτική τους δράση κέρδισαν την εκτίμηση των γηγενών και τίμησαν έτσι την Ελλάδα και την ιστορία της. Φωτεινό παράδειγμα αποτελεί το Ίδρυμα Διάδοσης του Ελληνικού Πολιτισμού και Ελληνικής Γλώσσας «Μαρία Τσάκου» στο Μοντεβίδεο της Ουρουγουάης, απ’ όπου κάθε χρόνο αποφοιτούν 300 ουρουγουανοί πολίτες με γνώση της ελληνικής γλώσσας, της ιστορίας και του πολιτισμού μας.

Η ίδια συνεισφορά πρέπει ν’ αναγνωρισθεί στους Έλληνες αποδήμους απανταχού Γης που με την ένταξή τους στις παραγωγικές δυνάμεις των τοπικών κοινωνιών αποτελούν σήμερα τη βιτρίνα της πατρίδας μας και λειτουργούν έτσι ως άτυποι πρεσβευτές της.

Ανάμεσα σ’ αυτούς υπάρχουν και άλλοι πολλοί Έλληνες δεύτερης, τρίτης και τέταρτης γενιάς, άγνωστοι και διεσπαρμένοι στις πέντε Ηπείρους, γόνοι πολλές φορές μεικτών ή και αμιγών πλέον οικογενειών, χωρίς γνώση της γλώσσας, αλλά με βαθιά συνείδηση της ελληνικής καταγωγής τους.

Είναι αυτοί που δεν ανήκουν σε καμιά ομογενειακή οργάνωση και δεν έχουν έτσι καμία επαφή με τη μητέρα πατρίδα.

Είναι αυτή η άλλη «Ελλάδα» που ζει εκτός συνόρων και υπολογίζεται να είναι πληθυσμιακά μεγαλύτερη και απ’ την Ελλάδα. Αν δε θελήσει κανείς να προσθέσει τον συγγενικό και τον κοινωνικό περίγυρο αυτής της άλλης «Ελλάδας» αλλά και τους φιλέλληνες απανταχού της Γης, τότε εύκολα θα αντιληφθεί το μέγεθος αυτού του συνόλου.

Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, στην εποχή της έκρηξης των ανθρώπινων επαφών μέσω Διαδικτύου, αυτό που μέχρι χθες λόγω της απόστασης και της Διασποράς ήταν το καθοριστικό εμπόδιο στην επικοινωνία, φαντάζει σήμερα να είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα για τη δημιουργία σύγχρονου διεθνούς δικτύου Ελλήνων.

Κάποτε, η πραγματοποίησή του φάνταζε πολύ δύσκολη έως αδύνατη, σήμερα όμως με την ηλεκτρονική επιστήμη η απόφαση δημιουργίας του συνιστά μια πρόκληση που αν δεν αναληφθεί δημιουργεί τεράστιες ευθύνες. Συνεπώς τα μέσα υπάρχουν.

Οι Πρεσβευτικές Αρχές, τα Προξενεία, οι ΓΓΑΕ (Γενική Γραμματεία Αποδήμου Ελληνισμού), οι Οργανώσεις, η Εκκλησία, το ΣΑΕ κατέχουν εκείνα τα στοιχεία που θα αποτελέσουν τη βάση για το ξεκίνημα της δημιουργίας του.

Το υπουργείο Εξωτερικών με τη ΓΓΑΕ, την Επιτροπή της Ελληνικής Βουλής για τον Απόδημο Ελληνισμό και το ΣΑΕ (Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού) έχουν δραστηριοποιηθεί ιδιαίτερα τον τελευταίο καιρό και, αυξάνοντας τις προσπάθειες και τις επαφές, δημιούργησαν νέες οργανωτικές δομές σε περιοχές όπου πριν από λίγα χρόνια ήσαν υποτυπώδεις (Ανατολική Ευρώπη – Αφρική – Νότιος Αμερική).

Οι οργανωτικές αυτές δομές όμως για να παράξουν έργο και να μεγιστοποιήσουν το αποτέλεσμα, πρέπει να διαθέτουν μια πλήρη και καλά ενημερωμένη βάση δεδομένων.

Απαιτείται λοιπόν πλήρης καταγραφή των Ελλήνων σε διεθνές επίπεδο, ώστε να γνωρίζουμε το πού, πόσοι, ποιοι είναι και με τι ασχολούνται. Μόνον με αυτόν τον τρόπο, ανά πάσα στιγμή, θα είναι δυνατή κάθε είδους επικοινωνία – επαφή, μεταξύ τους ή με το κέντρο, κατά κατηγορία ενδιαφέροντος (νέοι, γυναίκες, άνδρες, επιστήμονες, επιχειρηματίες κ.ά.) ή κατά γεωγραφική περιοχή.

Αυτό είναι βέβαιο ότι δεν μπορεί να γίνει μόνον από την εθελοντική βάση της οργάνωσης των αποδήμων μας.

Απαιτείται η απόφαση της Ελληνικής πολιτείας για μια διεθνή απογραφή του Ελληνισμού καθώς και η συγκρότηση ενός Διεθνούς Κέντρου Ελληνισμού, στελεχωμένου σε επαγγελματική και επιστημονική βάση, με αντικείμενο την επαφή και την πληροφόρηση των μελών του.

Μ’ αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουμε να ξεπεράσουμε τα μειονεκτήματα της Διασποράς και να τα μετατρέψουμε σε πλεονεκτήματα, που ένα σύγχρονο και λειτουργικό διεθνές δίκτυο μπορεί να προσφέρει σήμερα στα μέλη του.

Η νεολαία μας, που σήμερα από απόσταση αναζητεί εναγωνίως μια θέση στο σκληρό και ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον, γρήγορα θ’ αντιληφθεί τα πλεονεκτήματα της συμμετοχής της σ’ ένα σύγχρονο δίκτυο και θα το πλαισιώσει.

Είναι απόλυτα αναγκαίο και χρήσιμο στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, η Ελλάδα μέσω αυτού του δικτύου να προβάλει στη διεθνή κοινότητα τα πανανθρώπινα μηνύματα του πολιτισμού της: Δημοκρατία, Ειρήνη, Ανθρώπινη Αξιοπρέπεια.

Πρέπει να προσεγγίσουμε τον στόχο που όλοι μας επαγγελλόμαστε εδώ και δεκαετίες: Το Όραμα του Οικουμενικού Ελληνισμού που θέλει την Ελλάδα με συγκεντρωμένες τις δυνάμεις της να επιχειρεί νέα πορεία πολιτικής και αναπτυξιακής αναγέννησής της.

Είναι η ώρα της απόφασης καθώς η επικείμενη θεσμοθέτηση της ψήφου των αποδήμων μας θα δημιουργήσει νέα δυναμική πορεία για τη χώρα μας που τούτη την ώρα τη χρειαζόμαστε όσο ποτέ άλλοτε.


Σχολιάστε εδώ