Στο όριο της αυτοκαταστροφής
Κάθε περίοδος κρίσης αντιμετωπίζεται με δύο τρόπους: Είτε η ίδια η κοινωνία και οι φορείς της κατανοούν τις ρίζες της κρίσης και επαναπροσδιορίζουν τους στόχους τους, τις λειτουργίες και τους κανόνες «πλεύσης» είτε αρκούνται στην «προς αλλήλους» επίρριψη των ευθυνών και στην περίπτωση αυτή δεν υπάρχει γυρισμός…
Εάν πράγματι η ελληνική κοινωνία διαθέτει ακόμα τα ηθικά και πνευματικά εφόδια να αναστοχασθεί πάνω στο παρόν και στο μέλλον της, εάν το ένστικτο της «κοινωνικής αυτοσυντήρησης» λειτουργεί ακόμα, τότε έχουμε ελπίδες να κλείσουμε, έστω και σταδιακά, τον κύκλο της αυτοκαταστροφής.
«Το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι». Η σημερινή κρίση είναι κρίση των ελίτ. Βεβαίως το «μήνυμα» το δίνει η κρίση των κομματικών και πολιτικών ελίτ, όμως η κρίση αυτή διαπερνά ολόκληρη την ιεραρχία των ελίτ.
Εκκλησία, κρατικός μηχανισμός, πανεπιστημιακοί φορείς, Δικαιοσύνη, οικονομικές-ηγετικές ομάδες, συνδικαλιστικοί φορείς έχουν καταστεί «παραδείγματα» συναλλαγής, διαφθοράς, ιδιοτέλειας, ανικανότητας. Δεν υπάρχει πλέον σταθερό σημείο αναφοράς, ένα ηθικο-αξιακό υπόδειγμα προς το οποίο μπορεί να στραφεί ο κάθε πολίτης, ο κάθε νέος, για να βρει απαντήσεις.
Η κρίση των ελίτ συνοδεύεται από την κρίση του κανόνα, από τη γενικευμένη ανομία που δεν αποτελεί προνόμιο των ελίτ, αλλά συνιστά σήμερα γενικευμένη κοινωνική συμπεριφορά. Τα δημόσια αγαθά ακυρώνονται ή προπηλακίζονται και ο ατομικισμός, το ατομικό όφελος, αποτελεί μοναδικό στόχο. Οι συνάνθρωποί μας δεν αποτελούν σκοπούς, αξίες, αλλά απλά μέσα, «εργαλεία», για να πετύχουμε τους στόχους μας.
Η πολύπλευρη αυτή κρίση αξιών και συμπεριφορών αποδυναμώνει και διαλύει, κυριολεκτικά, τους βασικούς φορείς κοινωνικοποίησης, την οικογένεια και το σχολείο.
Γονείς υπεραπασχολημένοι, που προσπαθούν να παράσχουν με πολλές θυσίες κάθε υλικό αγαθό στα παιδιά τους, αλλά αδυνατούν να ανταποκριθούν στον βασικότερο ρόλο τους, στο κύριο καθήκον τους. Στη διαμόρφωση της προσωπικότητας, στην ανάδειξη του πλαισίου των κοινωνικών και ανθρωπιστικών αξιών, αλλά και των αντιθέσεων που θα συναντήσει ο νέος άνθρωπος στη ζωή του.
Το σχολείο συνιστά μια τυπική διαδρομή για το πανεπιστήμιο και την εργασία. Ούτε τον γνωσιακο-επιστημονικό του ρόλο επιτελεί ούτε την κριτική/αναλυτική γνώση καλλιεργεί ούτε μπορεί να λειτουργήσει ως πεδίο διαλόγου και επιχειρηματολογίας.
Γονείς αβέβαιοι για τον εαυτό τους και το μέλλον των παιδιών τους, εκπαιδευτικοί -σε μεγάλο ποσοστό- αδιάφοροι και απλώς επαρκείς στον δημοσιοϋπαλληλικό τους ρόλο… Τότε, τι μένει;
Το ανοικτό πεδίο παρέμβασης από τα ΜΜΕ, το Ιίντερνετ και ένας εσμός από «συμβούλους-καθοδηγητές» που σπεύδουν πρόθυμα να καλύψουν το κενό.
Όταν υπάρχει απουσία νοήματος και προοπτικής, όταν τα πρότυπα καταρρέουν και οι αξίες και οι κανόνες ακυρώνονται, τότε είναι εύκολο στο κενό αυτό να διεισδύσει το «μήνυμα» της βίας, της καταστροφής, του μηδενισμού.
Σε ηλικίες όπου κυριαρχεί το συναίσθημα, που δεν είναι διαμορφωμένη μια λογική δομή σκέψης, η οποία θα αναλύει και θα αξιολογεί ένα γεγονός, τότε το «καλό» και το «κακό» δεν τα διαχωρίζει παρά το συναίσθημα.
Η πνευματική και η ηθική εγκατάλειψη του παιδιού, του νέου ανθρώπου, από γονείς, δασκάλους, πνευματικούς ανθρώπους δημιουργεί ένα κρίσιμο κενό που μπορεί να οδηγήσει στην απελπισία, στη σύγκρουση, στη βία, στην καταστροφή. Η απουσία αγάπης, κατανόησης, διαλόγου, σταθερών αξιών και προοπτικής οδηγεί στην αποστροφή, στο μίσος την αγνή νεανική ψυχή που μπορεί να γενικευθεί σε τυφλό μίσος κατά του κοινωνικού συνόλου.
Άλλωστε την καθοδήγηση και τις κατά καιρούς κινητοποιήσεις έχει αναλάβει μια πολυπληθής ομάδα καθοδηγητών και «εκτελεστών» με στρατιωτικού τύπου οργάνωση και επικοινωνία, με εξοπλισμό και πηγές ανεφοδιασμού, με «στρατόπεδα» ανασυγκρότησης και εφόδων, στρατόπεδα τα οποία δεν είναι άλλα από τους χώρους του περίφημου ακαδημαϊκού ασύλου… Ο σκληρός πυρήνας που περιλαμβάνει όχι μόνο ενήλικες αλλά και «ώριμους» καθοδηγητές συνδέεται με περιφερειακά στοιχεία τρομοκρατικών οργανώσεων γι’ αυτό και διαθέτει αυστηρή πειθαρχία και ακρίβεια εκτέλεσης.
Γύρω από τον «πυρήνα» αυτόν εκτείνονται επάλληλοι κύκλοι δράσης, οι οποίοι στον «εξωτερικό κύκλο» περιέλαβαν τους έφηβους και τους μαθητές που κινούνται με βάση τον αυθορμητισμό και το συναίσθημα και αποτελούν, τελικά, τα θύματα της σύγκρουσης των δύο αντίπαλων μηχανισμών της σύγκρουσης και της βίας.
Η δολοφονία του άτυχου Αλέξανδρου, αποτέλεσμα της τυφλής βίας των μηχανισμών καταστολής, έγινε δυστυχώς και αυτή αντικείμενο διαχείρισης και εκμετάλλευσης από κάθε, σχεδόν, πλευρά.
Ιδιαίτερα θα επισημάνουμε τον ρόλο της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία εδώ και καιρό αποτελεί, έστω και έμμεσα, με τις τοποθετήσεις της, τον φορέα πολιτικής νομιμοποίησης των πράξεων της τυφλής βίας των χαρακτηριζόμενων κουκουλοφόρων, όπως πριν από δύο χρόνια συνέβη με τις πολύμηνες και καταστροφικές συγκρούσεις για τον νόμο-πλαίσιο στα πανεπιστήμια.
Τα νέα παιδιά αντιμετωπίζονται δυστυχώς ως «κομματικό εμπόρευμα» και ως μοχλός ανατροπής των συσχετισμών υπέρ μιας «ριζοσπαστικής Αριστεράς» που πορεύεται χωρίς σχέδιο, χωρίς ευθύνη, χωρίς κοινωνική αναφορά. Όμως τα νέα παιδιά δεν χρειάζονται τις «επαναστατικές ψευδαισθήσεις», με τις οποίες τα «ταΐζουν» κάποιοι επαγγελματίες της πολιτικής.
Χρειάζονται διάλογο, χρειάζονται υπεύθυνους ανθρώπους που θα ακούσουν το μήνυμά τους και θα συζητήσουν μαζί τους. Δεν επιτρέπεται να μετατρέπουμε τους νέους, τα παιδιά μας, σε εχθρούς μιας κοινωνίας που θα ζήσουν σ’ αυτήν, σε αρνητές κάθε αξίας και κανόνα που διέπει τις δημοκρατικές κοινωνίες.
Δυστυχώς, ακόμα και στο αποκορύφωμα της κρίσης, τα κόμματα δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν σε ένα μίνιμουμ στόχων και πρακτικών για την αντιμετώπιση της κρίσης. Το πολιτικό σύστημα δεν φαίνεται να δίνει διέξοδο, αλλά παραμένει βυθισμένο στο τέλμα.
Ας ελπίσουμε ότι η παρούσα κρίση θα δώσει τη δυνατότητα στον κάθε πολίτη να ξανασκεφθεί βασικές παραμέτρους της ζωής του, της νοοτροπίας του, της ανοχής του σε όλα αυτά τα φαινόμενα αυτοκαταστροφής.
Ίσως μια γενικευμένη και δρώσα κοινωνική συνείδηση, μια συλλογικότητα με στόχους και βούληση να αποτελέσει την ιστορική δύναμη που θα αναστείλει και θα αναστρέψει την καταστροφική πορεία που ακολουθούμε μοιρολατρικά. Ίσως…