Με πρωταγωνιστή την TV…

«Οι τέσσερις ημέρες που συγκλόνισαν την Ελλάδα» την προηγούμενη εβδομάδα και έθεσαν σε δοκιμασία τη Δημοκρατία στη χώρα, έφεραν στην επιφάνεια την αμφισβήτηση της κοινής γνώμης για την αξιοπιστία των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας και ειδικότερα της τηλεοπτικής δημοσιογραφίας.

Τα ΜΜΕ, με πρωταγωνιστή την τηλεόραση, κατέδειξαν ότι ελάχιστη ευαισθησία διαθέτουν στην ακρίβεια των πληροφοριών. Η είδηση αντιμετωπίζεται ως εμπορεύσιμο είδος και πάνω απ’ όλα ως μέσο κέρδους!

Η κοινή γνώμη βομβαρδίστηκε με «ειδήσεις» και θέσεις τις οποίες η τηλεοπτική δημοσιογραφία ανήγαγε σε θέσφατα με χαρακτήρα αμετακίνητο!

Η τηλεοπτική δημοσιογραφία, μεθοδικά, στα πλαίσια της είδησης-εμπορεύματος υφαίνει καθημερινά έναν ασφυκτικό ιστό στον οποίο περιτυλίγει θανάσιμα τη διαμορφούμενη προσωπικότητα του τηλεθεατή.

Η τηλεόραση, εκμεταλλευόμενη τις δυνατότητες που της παρέχει η τεχνολογία, δεν προσφέρει μόνο θέαμα, αλλά και γρήγορη ενημέρωση και μάλιστα μεταδίδει εικόνες με την ταχύτητα, σχεδόν, του φωτός. Κατ’ αυτόν τον τρόπο καταλαμβάνει την «πρώτη θέση στην ιεραρχία των ΜΜΕ και επιβάλλει στα υπόλοιπα μέσα ενημέρωσης τις δικές της διαστροφές και πρώτα απ’ όλα τη γοητεία που ασκεί η εικόνα. Αλλά και τη θεμελιακή ιδέα ότι μόνο το ορατό αξίζει να αποτελέσει είδηση, ό,τι δεν είναι ορατό και δεν έχει εικόνα δεν μπορεί να βγει στην τηλεόραση και άρα δεν έχει υπόσταση για τα ΜΜΕ…».

Η τηλεοπτική δημοσιογραφία «διδάσκει» ότι τα γεγονότα που παράγουν δυνατές εικόνες -καιόμενοι κάδοι απορριμμάτων στους αθηναϊκούς δρόμους, καταστροφές, δυστυχήματα- έχουν το προβάδισμα στην ενημέρωση και υπερισχύουν των άλλων γεγονότων, αν και στην πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι δευτερεύουσας σημασίας.

Οι επικεφαλής της τηλεόρασης και οι «θεωρητικοί» της «είδησης-εμπορεύματος» γνωρίζουν ότι το άτομο γίνεται εύκολα «καταναλωτής» της ετοιμοπαράδοτης σκέψης, η οποία τόσο καλά και επιτηδευμένα προσφέρεται στις ημέρες μας, όπου η ψυχοσωματική κόπωση και ο εθισμός στην αδράνεια ανοίγουν διάπλατα τις λεωφόρους για τη διείσδυση της κατευθυνόμενης σκέψης. Άλλωστε η ψυχολογία και η κοινωνιολογία διδάσκουν ότι ο μιμητισμός στον χώρο της σκέψης είναι μια πραγματικότητα. «Στερεότυπες απόψεις με στερεότυπα επιχειρήματα γίνονται πιο εύκολα αποδεκτές και χωρίς τις περισσότερες φορές την παραμικρή αντίδραση»…

Παράλληλα, όμως, η εξάρτηση από τα νούμερα τηλεθέασης έχει αποτέλεσμα τον ανελέητο και άνευ αρχών ανταγωνισμό, που ευνοεί τον μιμητισμό και τα στερεότυπα σε βάρος της αντικειμενικότητας.

Η κατά κόρον χρήση της τεχνικής των «απευθείας» μεταδόσεων επιδρά στον θεατή κατά τρόπο συναισθηματικό και λιγότερο κριτικό, καθιστώντας τον έτοιμο να ταυτιστεί και έτοιμο να ξεχάσει. Το «δόγμα» στο σημείο αυτό της τηλεοπτικής δημοσιογραφίας δεν είναι η αναζήτηση αλήθειας. Το σημαντικό είναι να συγκινείς…

Κάθε «επιτυχία» του «απευθείας», του «live» κατά την ξενόγλωσση ορολογία, είναι μια απειλή για την ουσιαστική ενημέρωση, που εδράζεται στη διασταύρωση και τη διαφορετική κριτική.

Η TV, το «χαζοκούτι» του Ντε Γκολ, ο κατ’ άλλους ιδεολογικός μηχανισμός των εξουσιολάγνων και των οργανωμένων οικονομικών συμφερόντων, επιδιώκει, και το κατορθώνει, να μεταβάλει το άτομο σε μάζα στην ευθεία όχι μόνο τι να σκεφτόμαστε, αλλά και πώς να σκεφτόμαστε.

Η τηλεοπτική δημοσιογραφία έχει αναγάγει σε κυρίαρχο στοιχείο της λειτουργίας της το να κατευθύνει τον θεατή στο ποιες ιδέες να υιοθετεί, ποιες απόψεις και ποια προβλήματα και ποια όχι. Μάλιστα προσφέρει όχι μόνο έτοιμες λύσεις, αλλά και προκάτ προβλήματα! Στο πεδίο αυτό μετέρχεται τη δοκιμασμένη τακτική της προβολής ή της αποσιώπησης ενός γεγονότος. Η προβολή βεβαίως σημαίνει την τεχνητή μεγέθυνση ενός προβλήματος. Και η αποσιώπηση συνεπάγεται η ελαχιστοποίηση ή τουλάχιστον την εκμηδένιση της σημασίας του.

Η TV δημιουργεί την ψευδαίσθηση, όχι μόνο στο κοινό της αλλά και στους δημοσιογράφους της, ότι έχει τη δύναμη να παρουσιάζει την «ιστορία την ώρα που γράφεται». Και προβάλλει την απαίτηση να γίνεται ασυζητητί αποδεκτή αυτή η θέση της. Αλλά κατά τον Ιγνάσιο Ραμονέ, εκ των πλέον ειδικών στον τομέα της επικοινωνίας και των ΜΜΕ, «ο δημοσιογράφος που αποδέχεται την άποψη της τηλεόρασης αυτοαναιρείται, αφού είναι σαν να παραδέχεται ότι στην πράξη η δουλειά του είναι άχρηστη, ότι στο εξής το μόνο σημαντικό είναι η εικόνα και ότι όλα τα υπόλοιπα δεν είναι τίποτα άλλο από φλυαρίες»!

Η ανυποληψία του δημοσιογραφικού επαγγέλματος

–θα ‘ταν ιεροσυλία με τις σημερινές συνθήκες παρουσίας του να αποκληθεί λειτούργημα– επιτάσσει στο επαγγελματικό σωματείο των δημοσιογράφων, την ΕΣΗΕΑ, και την ηγεσία της, να «ορθοτομήσει τον λόγο της αληθείας», να επανεξετάσει το θέμα της συνύπαρξης στον ίδιο χώρο των υπεύθυνων και των ανεύθυνων, των ερευνητών δημοσιογράφων και των «προθύμων» διαγγελέων των κάθε μορφής ομάδων συμφερόντων, των «κομματικών δημοσιογράφων», που υπό την προστασία κομματικών προθαλάμων προωθούνται σε καίριες θέσεις της ενημέρωσης, σε ανταπόδοση των συνεπών υπηρεσιών προς το κόμμα και την παράταξη και των αδέσμευτων λειτουργών της ενημέρωσης. Των εγγραμμάτων και των δολοφόνων της ελληνικής γλώσσας και της κοινά αποδεκτής γλωσσικής αισθητικής. Των τίμιων από τους ανέντιμους… Η ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ, δυστυχώς υπό τα απλανή βλέμματα του συνόλου της ηγεσίας της, συμπολιτευομένων και αντιπολιτευομένων, κατέρχεται στον Άδη…


Σχολιάστε εδώ