ΤΙ ΧΑΛΑΣΕ ΓΙΑ ΤΟΝ κ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ

Το νοσηρό κλίμα που εκπέμπεται από την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η κυβέρνηση γίνεται όλο και πιο αισθητό, όλο και πιο έντονο. Οι σκοτεινές υποθέσεις κοινών οικονομικών συμφερόντων μεταξύ κυβέρνησης και μέρους της Εκκλησίας βυθίζουν το κυβερνών κόμμα σε κρίση ανυποληψίας και βλάπτουν ευθέως το έως τώρα αλώβητο κομμάτι του: Τον αρχηγό του και πρωθυπουργό της χώρας. Κανονικά, θα έπρεπε ο ισχυρός, έως πριν λίγο καιρό, υπουργός Επικρατείας Θ. Ρουσόπουλος, ακόμα κι αν δεν είχε ανάμειξη στην υπόθεση Βατοπεδίου (που έχει, σύμφωνα και με μαρτυρίες συναδέλφων του, μελών της κυβέρνησης), να αναλάβει δημόσια την προστασία του πρωθυπουργού, εκείνου δηλαδή που τον εμπιστεύτηκε εδώ και χρόνια για πολλά. Σχεδόν για όλα. «Δεν είχε ιδέα και καμιά σχέση ο πρωθυπουργός με όσα συνέβησαν, με τα συμβόλαια μεσιτείας που έγιναν, με τις πολιτικές παρεμβάσεις, με τις πιέσεις και τις υποδείξεις, επρόκειτο για πρωτοβουλίες υπουργών που θέλησαν να βοηθήσουν το έργο της Εκκλησίας», ή τέλος πάντων της συγκεκριμένης Μονής. Ή κάτι τέτοιο. Κάτι που θα δείχνει ότι αναλαμβάνει τις ευθύνες που του αναλογούν, τόσο εκ της θέσεως που διατηρούσε (και της ισχύος που προέκυπτε εξ αυτής), όσο και από την προσωπική του σχέση με τον περίφημο μπίζνεσμαν αστέρα του μοναχισμού Εφραίμ. Επαναλαμβάνουμε, ακόμα κι αν δεν έχει τόσες ευθύνες. Θα πρόκειται για μια πράξη υπέρβασης, ευθύνης και μεγαλοσύνης που θα εκτιμηθεί απ’ όλους. Αλλά συγχρόνως και για μια πράξη που σε μεγάλο βαθμό την οφείλει στον Κ. Καραμανλή, στον βαθμό που εκείνος τον δημιούργησε πολιτικά για να διεκδικεί σήμερα ο κ. Ρουσόπουλος βουλευτική εκλογή ή ευρωβουλή ή παρουσία ρυθμιστική και σημαντική στη δημόσια ζωή.

Ο πρώην δημοσιογράφος δεν είναι επαγγελματίας πολιτικός και δεν έχει καταγραφεί ως τέτοιος στη συνείδηση της κοινής γνώμης. Επίσης δεν έχει κομματικές αναφορές και ερείσματα που θα τον αναδείκνυαν ως αυτόφωτη πολιτική προσωπικότητα. Έλκει την αίγλη, τη λάμψη και τον ρόλο του από τη σχέση του με τον ηγέτη του κόμματος, άρα ακόμα και λόγοι πολιτικής επιβίωσης (τον) παραπέμπουν στην ανάγκη επιλογής που αφενός θα προστατεύει τον πολιτικό του προϊστάμενο και αφετέρου θα αναβαθμίζει τον ίδιο στα μάτια της κοινής γνώμης. Μια αναβάθμιση που την έχει μεγάλη ανάγκη ο κ. Ρουσόπουλος.

Ευρύτερα, ως προς την έκταση της νοσηρότητας, η Νέα Δημοκρατία έχει σοβαρό πρόβλημα στο βαθμό που ενεπλάκη σε ζήτημα ηθικής. Υπονόμευσε έτσι σε μεγάλο βαθμό τον ρόλο της στη δημόσια ζωή και την επιχειρηματολογία με την οποία έπεισε και εξελέγη, τουλάχιστον τον Μάρτιο του 2004. Διότι τον Σεπτέμβριο του 2007 κέρδισε τις εκλογές ως συνέχεια της προηγούμενης φοράς, ως αναγκαία διαδικασία για τη συνέχιση και ολοκλήρωση ενός έργου. Και κυρίως εξελέγη χάρη στην ικανότητα επικοινωνίας και πειθούς του Κ. Καραμανλή. Στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα λειτουργήσουν οι ίδιες δυναμικές, πολύ περισσότερο τώρα που έχει πληγεί η εικόνα του ίδιου του αρχηγού της παράταξης, μέσω της ανάμειξης σε σειρά ανθυγιεινών υποθέσεων, με κορυφαία αυτήν του Βατοπεδίου, δικών του ανθρώπων, στενών του συνεργατών. Γι’ αυτό και είναι πολύ λογικό να μακρύνει ο Κ. Καραμανλής όσο μπορεί, τον χρόνο των εκλογών, ελπίζοντας να συμβούν δύο πράγματα: Πρώτον να έχουν αδυνατίσει ή και εξαφανιστεί οι μνήμες από σκανδαλώδεις υποθέσεις τύπου Βατοπεδίου και δεύτερον να μην έχουν προκύψει στο διάστημα που ακολουθεί νέες ανάλογες υποθέσεις. Κάτι όμως μάλλον πιθανό, αν αναλογιστεί κανείς τη συχνότητα τέτοιων κρουσμάτων.

Το απολύτως βέβαιο είναι ότι η κυβέρνηση έχει περιέλθει σε δύσκολη θέση και δεν φαίνεται τρόπος εξόδου της από την κρίση. Με αυτά τα δεδομένα είναι εξαιρετικά απίθανο να θεωρεί κανείς ότι όπου να’ ναι θα γίνουν εκλογές, μια και κανείς δεν κάνει εκλογές που σίγουρα θα χάσει. Το βάθος χρόνου μπορεί να φέρει ήττα, το «τώρα» θα φέρει σίγουρα ήττα. Η διαφορά της σιγουριάς με τη δυνατότητα που έχει κάτι να συμβεί είναι μεγάλη, άλλωστε υπολείπονται περισσότερα από δυόμισι χρόνια θητείας στην κυβέρνηση. Αν τα καταφέρει να σταθεί…


Σχολιάστε εδώ