ΟΤΑΝ Η ΑΛΙΚΗ ΚΑΙ Η ΤΖΕΝΗ «ΔΙΕΚΔΙΚΟΥΣΑΝ»… ΤΟΝ «ΚΟΚΟ»!

Όσο για την απόφαση του Στράτου Μαρκίδη, σκηνοθέτη της «Εξαφάνισης» να πάρει στα χέρια του τη σκυτάλη (και κοίτα, κύριε, διαβολική σύμπτωση τίτλου με τα γεγονότα!) το μόνο που τη δικαιολογεί είναι το αν αποφασίσει να απαγκιστρώσει την αφήγηση από την εντελώς ανούσια μορφή των παλιών εικονογραφημένων ρομάντζων και την τοποθετήσει στη σωστή ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής, παίρνοντας πληροφορίες και λεπτομέρειες που πιθανόν και εκείνος να μην τις ξέρει. Ιδιαίτερα τώρα που η εξιστόρηση της ζωής της μπαίνει στην πιο ενδιαφέρουσα φάση, όταν με «επιχειρηματία» τον εαυτό της οικοδομήθηκε και ο «θρύλος» για το «πιο λαμπρό αστέρι». Είναι η εποχή που, μεταξύ άλλων, εμφανίζεται και ο διάδοχος Κωνσταντίνος, ως πολλαπλά ενδιαφερόμενος για τα θεατρικά παρασκήνια, πέφτοντας και ο ίδιος, πιθανόν και άθελά του, θύμα ενός καλά κατασκευασμένου «μάρκετινγκ», στα μέτρα βέβαια εκείνης της εποχής και που ειδικά στο σημείο αυτό έπαιξα και εγώ το ρόλο μου στα μέτρα ενός παράλογου σεναρίου που στήθηκε εκ του προχείρου…

«Σας πήραμε… σας πήραμε φλωρί Κωνσταντινάτο…»
(και όταν ο ανταγωνισμός παιδιαρίζει!)

Βρισκόμαστε λοιπόν στο χειμώνα του 1960, όταν γυρίζονται τρεις ταινίες με πυρετώδεις ρυθμούς για να προλάβουν να παιχτούν στην άνοιξη που πλησιάζει. Ο Φίνος γυρίζει το «Κλωτσοσκούφι» με την Αλίκη Βουγιουκλάκη και σκηνοθέτη τον Ντίνο Δημόπουλο, οι Καρατζόπουλοι το «Μωρό μου» με την Άννα Φόνσου και σκηνοθέτη τον Δημήτρη Δαδήρα και η δική μου εταιρεία το «Κοροϊδάκι της δεσποινίδος» με την Τζένη Καρέζη και σκηνοθέτη τον Γιάννη Δαλιανίδη. Τρεις οι βεντέτες μας, αλλά η «μάχη μέχρις εξοντώσεως» μόνο ανάμεσα στις δύο, δηλαδή Αλίκης και Τζένης, και που όταν ακούω για τις «αμοιβαίες αγάπες και φιλίες» τους, είναι σαν να μου λένε ανέκδοτα όπως εκείνα με τον Τοτό. Όσο για τη Φόνσου, μπήκε στη μάχη τον επόμενο χρόνο περισσότερο… οργισμένη, όταν γυρίσαμε την «Οργή» με τον Βασίλη Γεωργιάδη.

Όταν και ενώ τα γυρίσματα πλησιάζουν να τελειώσουν, μαθαίνουμε –επειδή στην καλλιτεχνική γειτονιά τίποτε δεν μένει κρυφό– ότι ο διάδοχος Κωνσταντίνος, που από τότε τον λέγαμε και «Κοκό», πρόκειται να επισκεφθεί το στούντιο του Φίνου για να παρακολουθήσει το γύρισμα της ταινίας της Αλίκης, μια και είχε προηγηθεί η «υψηλή του επίσκεψη» και στο θέατρο «Μουσούρη» (από όπου μας ήρθε από φιλικό μας πρόσωπο η πληροφορία), όπου παιζόταν η «Ωραία μου κυρία» σε μια έξοχη διασκευή, φτιαγμένη «κοστούμι» για τα μέτρα της Αλίκης από τον Μάριο Πλωρίτη και το αναφέρω γιατί είχε τη σημασία του. Και που βέβαια η επίσκεψη γινόταν, από πλευράς των ανακτόρων, όχι για κανέναν άλλο λόγο, αλλά για να δημιουργηθεί ένα περισσότερο δημοκρατικό και κοινωνικό προφίλ του Κωνσταντίνου, εν όψει της προβλεπομένης ταχείας διαδοχής του, λόγω της βεβαρημένης υγείας του βασιλιά Παύλου. Και επειδή, όπως και να το κάνουμε, οι ιστιοπλοϊκές του δραστηριότητες δεν ήταν και ό,τι καλύτερο για ένα λαό μαθημένο ακόμα στην απλή βαρκάδα, γι’ αυτό και μια από τις προσεγγίσεις γινόταν με «γέφυρα» το λαϊκό ελληνικό κινηματογράφο. Να μην ξεχνάμε ότι τον ίδιο χρόνο η επιτυχημένη ταινία και το τραγούδι της εποχής ήταν το «Λαός και Κολωνάκι», άρα –γιατί όχι;– και «αυλή της γειτονιάς» και «Αυλή των Ανακτόρων»;

Η πληροφορία όμως ήταν αρκετή για να ρίξει πολλά κάρβουνα και στα δικά μας τα καζάνια για να έχουμε και εμείς την ίδια επίσκεψη. Και αν ρωτήσετε γιατί τόση σημασία, η εξήγηση είναι πολύ απλή: Επειδή τότε τα διαφημιστικά μέσα ήταν ελάχιστα, τα λεφτά λίγα και οι «χορηγοί» ανύπαρκτοι τότε, έτσι που ένα τόσο έστω και μικρό γεγονός –που δεν ήταν και μικρό– θα ανέβαζε την ταινία στα ύψη και μάλιστα για τον κατασυκοφαντημένο, από μια μερίδα του Τύπου, ελληνικό κινηματογράφο, που τώρα θυμήθηκαν να τον λένε και «καλό»!

Έβαλε τότε σε ενέργεια όποια γνωριμία θα μπορούσε να βοηθήσει και σ’ αυτό βοήθησε και η Τζένη, ειδικά με το φιλικό της ζεύγος Μεσολωρά, αν θυμάμαι καλά, που είχαν τον τρόπο να προσεγγίσουν και το θαύμα πραγματοποιήθηκε. Μετά την επίσκεψη του Κωνσταντίνου στο στούντιο της Φίνος Φιλμ, μας ειδοποίησαν ότι την επομένη ο διάδοχος θα επισκεπτόταν και το δικό μας στούντιο για να παρακολουθήσει το γύρισμα της ταινίας «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος», δίδοντας έτσι και σε εμάς την ευκαιρία να στερήσουμε από τον Φίνο ένα τέτοιο αποκλειστικό διαφημιστικό «φλωρί» και μάλιστα… Κωνσταντινάτο! Ένα δικό του, του «Πατριάρχη» και ένα δικό μας, των «διακόνων»! Βασιλευομενοδημοκρατικά πράγματα…

Και την άλλη ημέρα ήρθε και μάλιστα όχι μόνος, αλλά με τις αδελφές του, τις πριγκίπισσες Σοφία και Ειρήνη, συνοδευμένες από δύο κυρίες της Αυλής και το μόνιμο υπασπιστή του Αρναούτη και περιττό να προσθέσω ότι όλη εκείνη η περιοχή του Ψυχικού, όπου ήταν τότε το στούντιο, γέμισε από αστυνομία και μυστικούς που από 100 μέτρα μακριά η δουλειά τους ήταν… ολοφάνερη!

Έμειναν όλη την ημέρα μαζί μας, παρά το ότι ο Αρναούτης κάθε τόσο έσκυβε να του θυμίσει ότι είχαν και κάποιες άλλες δουλειές να κάνουν. Τίποτα όμως, ο Κωνσταντίνος δεν εννοούσε να ξεκολλήσει και διαρκώς ρωτούσε την Καρέζη να μάθει για ένα σωρό λεπτομέρειες για το πώς γίνεται μια ταινία, παρά τον κίνδυνο να τον κατσαδιάσει το βράδυ η βασιλομήτωρ για τα πολλά του θάρρητα με τις θεατρίνες… «Είπαμε, αλλά όχι κι έτσι…». Ιδιαίτερα πρόθυμος να τον ενημερώνει για τα πάντα, προς μεγάλη κατάπληξη όλων μας, ήταν ο διευθυντής φωτογραφίας και κορυφαίος στο είδος του, ο Δήμος Σακελλαρίου, γνωστός αριστερός με θητεία σε εξορίες και διωγμούς, αφού από το πολύ ξύλο που είχε φάει στις δημοκρατικές του «διακοπές», κουβαλούσε και μια πολύ δική του τρέλα και ένα… θανάσιμο χιούμορ. Ενθουσιασμένος από την προθυμία του Σακελλαρίου να τον ενημερώνει για τα κινηματογραφικά μυστικά, γυρίζει μια στιγμή και του λέει ο Κωνσταντίνος:
– «Χαίρομαι, κύριε Σακελλαρίου, που γνώρισα σήμερα έναν τόσο δικό μας άνθρωπο…».

Δαγκωθήκαμε όλοι μας με εκείνο το «δικό μας άνθρωπο» και μάλιστα όταν ακούστηκε και η ατακάριστη απάντηση του Δήμου:
– «Δικού σας; Μη μου πείτε, έχετε κάνει κι εσείς στη Μακρόνησο, μεγαλειότατε;».

Όπου επεμβαίνει η βασιλομήτωρ και μας παίρνει
το… «φλωρί» από το στόμα!

Την άλλη μέρα κιόλας, σε όλους τους κινηματογράφους που θα έπαιζαν πολύ σύντομα το «Κοροϊδάκι της δεσποινίδος» (και σιγά που θα άφηνα να πήγαινε χαμένη μια τέτοια ευκαιρία για διαφήμιση) παιζόταν με τη μορφή «επικαίρων» και μια ταινία μικρού μήκους με την επίσκεψη του Κωνσταντίνου και της συνοδείας του, γυρισμένη και μονταρισμένη αστραπιαία από τον Αριστείδη Καρύδη – Φουξ και να… τα γκρο πλαν του διαδόχου να κοιτάζει την Τζένη και να… το γκρο στα ακαταμάχητα μάτια της Τζένης, να κοιτάζει τάχα αιφνιδιασμένη και χαμηλοβλεπούσα το διάδοχο. Και ενώ στους κοσμικούς κύκλους της Αθήνας είχαν φουντώσει τα σχόλια, μοιράζοντας οι πάντα «καλά πληροφορημένοι» τα αισθηματικά ενδιαφέροντα του Κωνσταντίνου οι μισοί με στόχο την Αλίκη και οι άλλοι μισοί για την Τζένη, ανοιγοκλείνοντας η ψαλίδα πάνω-κάτω, όπως τώρα μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ και που όλα αυτά φυσικά φούντωναν το ενδιαφέρον και για τις δύο ταινίες, ενώ για τη Φόνσου παρέμενε προφητικός ο τίτλος. Ήταν ακόμα… «το μωρό μας»!

Μόνο που το μεγάλο κόλπο για το διαφημιστικό «μάρκετινγκ» δεν κράτησε πολύ, όταν η βασιλομήτωρ κατάλαβε την γκάφα της και η προσπάθεια για τη βελτίωση του «προφίλ» του γιου της κινδύνευε να γίνει «μπούμερανγκ» και έτσι ύστερα από λίγες ημέρες μου τηλεφώνησε ο πανεπιστημιακός καθηγητής της Ιστορίας, ο Νικόλαος Καρμίρης, που ήταν τότε και γενικός γραμματέας του υπουργείου Παιδείας και άνθρωπος των ανακτόρων, και με παρακάλεσε να πάω επειγόντως στο γραφείο του, όπου και με δέχτηκε αμέσως για να μου πει με πολύ κομψό, είναι αλήθεια, τρόπο αλλά και με ύφος που δεν σήκωνε αντιρρήσεις:
– «Είναι επιθυμία της βασιλίσσης να αποσυρθεί από τους κινηματογράφους η προβολή της επισκέψεως του διαδόχου στο γύρισμα της ταινίας σας…», προσθέτοντας πάντα πολύ κομψά «πράγμα που ασφαλώς δεν θα πρέπει να έχετε αντίρρηση…».

Προσπάθησε βέβαια να δικαιολογήσει την υψηλή επιθυμία με την οποία μας άρπαζε το «φλωρί» από την τσέπη.

Την ίδια ημέρα, λίγο αργότερα, ο Τάκης Λαμπρίας, διευθυντής του περιοδικού «Εικόνες» της Ελένης Βλάχου, με ειδοποιούσε ότι το αφιέρωμα που ετοίμαζαν με 6 ολόκληρες σελίδες για την ταινία μας, με την Καρέζη στο εξώφυλλο από την επίσκεψη… αναβάλλεται και όταν τον ρώτησα για την αιτία, μου απάντησε:
– «Δεν πρέπει να ρωτάς. Για τον ίδιο λόγο που μάζεψαν από τους κινηματογράφους την ταινία της επίσκεψης…».

«Που μάζεψαν»! Έτσι ακριβώς όπως μου το είπε ο καλά πληροφορημένος μακαρίτης Τάκης Λαμπρίας, που σήμαινε ότι πριν φροντίσουμε να αποσύρουμε τις ταινίες από τους κινηματογράφους, όπως το υποσχέθηκα στον Νικόλαο Καρμίρη, είχαν ορμήσει τα τσακάλια της «υψηλής επιθυμίας» να τις κατάσχουν, με τη δικαιολογία ότι εκείνο το ταινιάκι των 2 λεπτών δεν είχε την απαιτούμενη… άδεια της Λογοκρισίας! Τέτοια κομψότης!

Και όσο για τη διεκδίκηση του υψηλοτάτου γαμπρού που πέρα για πέρα ήταν μια μεγαλοπρεπέστατη «μπούρδα», αφού και οι δύο αξέχαστες πια πρωταγωνίστριες εκείνη την εποχή είχαν δεδηλωμένα αλλού τα αισθηματικά τους ενδιαφέροντα, σε συνδυασμό με τα συμφέροντα της δουλειάς τους, Μάριος Πλωρίτης στη μια περίπτωση και Ιάκωβος Καμπανέλλης στην άλλη.


Σχολιάστε εδώ