ΜΕΤΑΞΥ ΣΦΥΡΑΣ ΚΑΙ ΑΚΜΟΝΟΣ ΤΟ ΠΑΚΙΣΤΑΝ

Στο γειτονικό Πακιστάν συγκεντρώθηκαν τα βλέμματα της διεθνούς κοινότητας πριν ακόμη τον τερματισμό της τριήμερης αιματοχυσίας στη Βομβάη (ή Μουμπάι όπως καλείται πλέον), που άφησε πίσω της τουλάχιστον 172 νεκρούς και το γόητρο της Ινδίας βαριά τραυματισμένο. Ο λόγος είναι ότι η νέα, μόλις δέκα μηνών, κι επίσης χωρίς λαϊκή νομιμοποίηση κυβέρνηση του Ασίφ Αλί Ζαρντάρι, καθώς κλήθηκε τελευταία στιγμή να καλύψει το κενό που άφησε πίσω της η δολοφονημένη σύζυγός του, Μπεναζίρ Μπούτο, βρίσκεται ενώπιον δραματικών διλημμάτων που δεν αποκλείεται να απειλήσουν ακόμη και τη συνοχή της χώρας. Η κυβέρνηση του Αλί Ζαρντάρι στέκεται για την ακρίβεια στο μέσο διασταυρούμενων πυρών που εξαπολύουν από τη μια οι ένοπλοι ισλαμιστές που δρουν εντός και εκτός του Πακιστάν, από την άλλη οι Ινδοί που ζητούν εκδίκηση κι επίλυση όλων των εκκρεμοτήτων και τέλος οι Αμερικανοί που αντιμετωπίζουν τη δολοφονική αυτή επιχείρηση σαν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να προωθήσουν τα ιδιοτελή και αποσταθεροποιητικά γεωπολιτικά τους σχέδια.

Οργή Ισλαμιστών

Μπορεί η κυβέρνηση του Πακιστάν να έγνεψε καταφατικά στο αίτημα που διατύπωσαν οι Ινδοί για σύλληψη και άμεση έκδοση στο Νέο Δελχί δύο υπόπτων ισλαμιστών που έχουν και στο παρελθόν συμμετάσχει σε επιθέσεις κατά της Ινδίας, αίτημα που επανέλαβε κι η Κοντολίζα Ράις πριν επισκεφθεί την περιοχή, τη στάση της όμως δεν τη συμμερίστηκαν όλες οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας. «Το γεγονός ότι ένας από τους ένοπλους στη Βομβάη δήλωσε ότι έφθασε από το Πακιστάν κι έκανε αυτή τη δήλωση υπό καθεστώς βίας δεν αποδεικνύει ότι είχε αναμιχθεί το Πακιστάν», δήλωνε στους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» της Τρίτης ηγέτης της Μουσουλμανικής Πακιστανικής Ένωσης, δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο τον διχασμό του πακιστανικού πολιτικού κόσμου μπροστά στις κατηγορίες που δέχτηκε για την ευθύνη που είχε σχετικά με την επίθεση στη Βομβάη.

Η επίδειξη υποταγής της πολιτικής ηγεσίας του Πακιστάν απέναντι στην Ινδία, με την οποία έχουν πολεμήσει τρεις φορές από το 1947 οπότε ιδρύθηκαν τα δύο κράτη, θα οξύνει στο έπακρο τον διχασμό της χώρας. Ήδη η κατάσταση στο Πακιστάν είναι δραματική, λόγω των δεκάδων βομβαρδισμών που έχουν γίνει από τους Αμερικανούς με απώτερο στόχο να εξοντώσουν τους Ταλιμπάν, οι οποίοι βρίσκουν καταφύγιο στα δυσπρόσιτα νοτιοδυτικά σύνορα του. Λάδι στη φωτιά του μίσους που θρέφουν οι Πακιστανοί προς τους Αμερικανούς έριξε επίσης η δημοσίευση ενός χάρτη που δείχνει το Πακιστάν να έχει συρρικνωθεί στη μισή σχεδόν έκταση από αυτή που καταλαμβάνει σήμερα, ενώ από το υπόλοιπο τμήμα του ένα κομμάτι είναι προσαρτημένο στο Αφγανιστάν, το μεγαλύτερο στην Ινδία κι ένα άλλο τμήμα, μαζί με εδάφη από το Αφγανιστάν, ανήκει σε ένα νέο, «ανεξάρτητο» κράτος το Μπαλουκιστάν που θα είναι προφανώς αμερικανονατοϊκό προτεκτοράτο. Η δημοσίευση του χάρτη, σε συγκερασμό με αρθρογραφία νεοσυντηρητικών αμερικανών αξιωματούχων που υποστηρίζει κι επεξηγεί αυτό το σχέδιο, «έχει κάνει τους Πακιστανούς, περιλαμβανομένων και μελών των ενόπλων δυνάμεων, να πιστεύουν ότι αυτό που πραγματικά θέλουν οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι τη διάσπαση του Πακιστάν, της μοναδικής μουσουλμανικής χώρας με πυρηνικά όπλα», όπως έγραφε χαρακτηριστικά ο ανταποκριτής της «Ιντερνάσιοναλ Χέραλντ Τρίμπιουν» από το Ισλαμαμπάντ στις 24 Νοέμβρη, πολύ πριν δηλαδή από το λουτρό αίματος στη Βομβάη. Το αίτημα επομένως των ινδικών μυστικών υπηρεσιών για πρόσβαση στους φακέλους των πακιστανικών υπηρεσιών ήρθε να προστεθεί στην καχυποψία που υπήρχε ως αποτέλεσμα των ανακατατάξεων των τελευταίων χρόνων.

Έκφραση -κορυφαία μάλιστα – της έντασης που διαπερνάει τις σχέσεις των δύο χωρών (ως αποτέλεσμα της αντιτρομοκρατικής σταυροφορίας, και όχι μόνο, των ερίδων που κληροδότησε το «διαίρει και βασίλευε» της βρετανικής αποικιοκρατίας) ήταν και η αιματηρή επίθεση που δέχτηκε η πρεσβεία της Ινδίας στην Καμπούλ τον Ιούλιο. Χτύπημα για το οποίο κρίθηκε ένοχο, έστω και έμμεσα, το Πακιστάν. Τα κίνητρα που είχαν οι Ταλιμπάν και μέσω αυτών το Πακιστάν για να «τιμωρηθεί» η Ινδία ήταν πολλά. Ξεκινούσαν από τις κατηγορίες που έχει δεχτεί η Ινδία ότι χρησιμοποιεί την κάλυψη που παρέχει η διπλωματική ιδιότητα για να στέλνει ανθρώπους της στο Μπαλουκιστάν να οργανώνουν την απόσχισή του από το Αφγανιστάν και το Πακιστάν κι έφθαναν μέχρι την ενεργό ανάμιξη του ινδικού στρατού στην εκπαίδευση του αφγανικού στρατού και της αστυνομίας και την πρωτοφανή μαζική οικονομική διείσδυση επιχειρήσεων από την Ινδία στην κατεχόμενη χώρα, εκτοπίζοντας με την παρουσία τους ομοειδείς πακιστανικές. Η προθυμία λοιπόν του Ζαρντάρι να συνεργαστεί με την Ινδία δεν συνάδει προς τις τεταμένες σχέσεις και συναντάει την ανοιχτή αποδοκιμασία της πλειοψηφίας των Πακιστανών.

Πιέζουν οι Ινδοί

Η πίεση από την άλλη μεριά που ασκεί το Νέο Δελχί εκπορεύεται από πολλές κατευθύνσεις. Πρώτ’ απ’ όλα θέλει να αξιοποιήσει την ευκαιρία των πρόσφατων επιθέσεων για να κλείσει το μέτωπο του Κασμίρ, νομιμοποιώντας την κατοχή του κρατιδίου και επινοώντας νέες αφορμές για να διαιωνίσει την καταστολή στον μουσουλμανικό πληθυσμό του. Η επίθεση στη Βομβάη αποτελεί άλλωστε πρώτης τάξης ευκαιρία για να δείξει το Νέο Δελχί ότι το πρόβλημα της τρομοκρατίας που αντιμετωπίζει είναι εξωτερικό, δημιούργημα δηλαδή των πακιστανικών μυστικών υπηρεσιών, κι όχι εσωτερικό. Κάτι τέτοιο όμως δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Γιατί οι επιθέσεις στη Βομβάη έγιναν πρώτο θέμα στα διεθνή μέσα επειδή οι ένοπλοι σκότωναν επιλεγμένα όσους είχαν ξένο διαβατήριο κι επειδή στόχος επίθεσης έγιναν πανάκριβα ξενοδοχεία όπου σύχναζε η πολιτική και οικονομική ελίτ.

Κατά τ’ άλλα όμως, με κριτήριο για παράδειγμα τον αριθμό των νεκρών, η επίθεση στη Βομβάη για τους κατοίκους της Ινδίας δεν αποτέλεσε ένα πρωτοφανές γεγονός. Μόνο το τρέχον έτος για παράδειγμα οι νεκροί από εξίσου βίαιες βομβιστικές ενέργειες έχουν ξεπεράσει τους 400, ενώ η Βομβάη είχε γίνει και πάλι στις 11 Ιουλίου 2006 στόχος 9 βομβιστικών επιθέσεων με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 180 άτομα!

Υπαίτιοι όλων σχεδόν αυτών των βομβιστικών επιθέσεων έχουν θεωρηθεί ισλαμικές οργανώσεις που μάχονται για την ανεξαρτητοποίηση του Κασμίρ. Μέχρι το 2001 μάλιστα εξοπλίζονταν και χρηματοδοτούνταν επίσημα σχεδόν από το Πακιστάν. Έτσι ο εκλεκτός των ΗΠΑ δικτάτορας Μουσάραφ είχε φθάσει να τους χαρακτηρίσει «μαχητές της ελευθερίας». Οι επίσημες σχέσεις διακόπηκαν τον Δεκέμβριο του 2001 όταν η βόμβα που είχε τοποθετήσει στο ινδικό Κοινοβούλιο μία απ’ αυτές τις οργανώσεις (που ονομάζεται Στρατός των Φτωχών) έφερε τις χώρες στα πρόθυρα της σύρραξης. Στη συνέχεια μπήκε στη λίστα των τρομοκρατικών οργανώσεων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και κατόπιν αμερικανικών εντολών το Ισλαμαμπάντ την αποκήρυξε. Οι ισλαμιστές όμως στην Ινδία εκφράζουν πρώτ’ απ’ όλα την οργή του μουσουλμανικού πληθυσμού για την ωμή καταπίεση που δέχονται πρωτίστως στο Κασμίρ, αλλά όχι μόνο, αν πάρουμε υπόψη μας ότι με τα 140 εκατομμύρια μουσουλμάνων η Ινδία είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη σε μέγεθος μουσουλμανική μειονότητα.

Το μίσος εναντίον της κυβέρνησης της Ινδίας οξύνθηκε δε και από την εξόφθαλμα φιλοαμερικανική στροφή της.

Απόρροια αυτής της στροφής ήταν η ξεχειλίζουσα υποτέλεια δήλωση του πρωθυπουργού της χώρας, Μανμοχάν Σιγκ, πριν από δύο μήνες στον Μπους («ο λαός της Ινδίας σε αγαπά») με αφορμή την άδεια που έδωσε η Ουάσινγκτον στο Νέο Δελχί να εμπορεύεται πυρηνικά υλικά, παρότι δεν έχει υπογράψει τη συνθήκη για τη Μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων, αρνούμενη έτσι να αναλάβει ακόμη κι ορισμένες τυπικές υποχρεώσεις για τον περιορισμό τους.

Το χτύπημα στη Βομβάη θα οξύνει το πρόβλημα εθνικής συνοχής που έχει ήδη η Ινδία. Ο λόγος είναι πως για να μπορέσει να υπερκεράσει την κριτική που δέχεται από το αντιπολιτευόμενο φανατικό ινδουιστικό κόμμα Μπαρατίγια Τζανάτα το κεντροαριστερό κόμμα του Κογκρέσου, που βρίσκεται στην εξουσία (κι η οποία κριτική όσο θα πλησιάζουμε προς τις εκλογές του Μαΐου θα εντείνεται), θα ασκεί όλο και περισσότερη βία προς τους μουσουλμάνους εντός της Ινδίας, για να δείξει ότι έλαβε το «μήνυμα της Βομβάης», και θα καταφέρεται με όλο και πιο οξείς χαρακτηρισμούς κατά του Πακιστάν.

Φρένο από Αμερικανούς

Ωστόσο το ύψος της θερμοκρασίας που μπορούν να αγγίξουν οι σχέσεις των δύο χωρών έχει ένα αυστηρό όριο που καθορίζεται από τις προτεραιότητες της αντιτρομοκρατικής σταυροφορίας. Συγκεκριμένα, όσο κι αν εξοργίζονται οι Ινδοί από τον πόλεμο διά αντιπροσώπων που διεξάγει το Πακιστάν με την Ινδία, αποκλείεται να επιλέξουν τη σύγκρουση γιατί τότε το Ισλαμαμπάντ θα απέσυρε μονομιάς τους 150.000 στρατιώτες της από τα αφγανικά σύνορα για να τους στείλει στα σύνορα με την Ινδία. Αναμφισβήτητα πρόκειται για απροκάλυπτο εκβιασμό του Ζαρτνάρι προς τους Αμερικανούς, που είναι οι μοναδικοί ωφελημένοι από τον μονοσήμαντο προσανατολισμό του πακιστανικού στρατού προς τα σύνορα με το Αφγανιστάν και το ξερίζωμα των Ταλιμπάν. Γι’ αυτό άλλωστε τον λόγο κι ο Μπαράκ Ομπάμα από πέρυσι κιόλας είχε υποδείξει με άρθρο του στο περιοδικό «Φόρεϊν Αφέαρς» το κλείσιμο των ινδοπακιστανικών διαφορών. Έγραφε συγκεκριμένα: «Αν το Πακιστάν στραφεί προς τ’ ανατολικά με εμπιστοσύνη, όλο και λιγότερο θα πιστεύει ότι προωθούνται καλύτερα τα συμφέροντά του από τη συνεργασία του με τους Ταλιμπάν».

Για να διαφυλαχτεί η αγκίστρωση του πακιστανικού στρατού στο πλάι των Αμερικάνων που μάχονται τους Ταλιμπάν (χωρίς καμιά ελπίδα νίκης, με αποτέλεσμα ο ίδιος ο εγκάθετος Πρόεδρος του Αφγανιστάν, Χαμίντ Καρζάι, να ζητά ή χρονοδιάγραμμα αποχώρησης όλων των ξένων δυνάμεων ή διαπραγματεύσεις ειρήνης με τους Ταλιμπάν) θεωρείται σχεδόν απίθανο ακόμη και το σενάριο των χειρουργικών βομβαρδισμών της Ινδίας σε πακιστανικούς στόχους, στον βαθμό που κάτι τέτοιο θα εξέθετε την κυβέρνηση του Ζαρντάρι στα μάτια του λαού του.

Κάτι που είναι πάντως αδύνατο να αποφευχθεί στον βαθμό που οι Αμερικανοί απαιτούν τη συνεργασία των Πακιστανών με τους Ινδούς που θα γίνει με ταπεινωτικούς για τους πρώτους όρους και πολύ πιθανό πέρα από την παράδοση υπόπτων να περιλαμβάνει και τη ριζική αναδιάρθρωση της πακιστανικής αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας ISI, που θεωρείται φυτώριο τρομοκρατίας.

Σε αυτό το πλαίσιο, όπου κάθε επιλογή είναι ναρκοθετημένη από εχθρούς και «φίλους», η συνοχή και η σταθερότητα του Πακιστάν σύντομα θα δοκιμαστεί


Σχολιάστε εδώ