ΣΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΙΝΔΙΑΣ – ΠΑΚΙΣΤΑΝ
Σε σημείο τομής στις σχέσεις της με τα γειτονικά κράτη είναι πολύ πιθανό να εξελιχθεί η επίθεση που συγκλόνισε τα πιο πολυσύχναστα μέρη της Βομβάης την εβδομάδα που πέρασε, καθώς από την πρώτη στιγμή οι πιο αρμόδιοι πολιτικοί παράγοντες επέρριψαν την ευθύνη στο Πακιστάν. Αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που έτρεξε αίμα στους δρόμους της Βομβάης. Το 1993, επίσης ταραχές και εκρήξεις άφησαν πίσω τους περισσότερους από 200 νεκρούς, ενώ δύο χρόνια νωρίτερα βομβιστικές επιθέσεις στον σταθμό οδήγησαν στο θάνατο 150 άτομα. Η τεράστια διαφορά όμως αυτής της επίθεσης σε σχέση με τις προηγούμενες, πέραν της οργάνωσής της, αφορούσε τους στόχους, καθώς συλλαμβάνονταν και εκτελούνταν- κατά προτεραιότητα- ξένοι υπήκοοι και ανώτεροι κρατικοί αξιωματούχοι και διπλωμάτες, μεταξύ δε αυτών και ο επικεφαλής της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας της Ινδίας. Οι τρομοκράτες λοιπόν είχαν επιλέξει να θέσουν σε δοκιμασία τις διεθνείς σχέσεις της χώρας. Γι’ αυτό κι ο πρωθυπουργός της Ινδίας, Μανμοχάν Σιγκ, σε τηλεοπτικό του διάγγελμα κατηγόρησε δυνάμεις «που έχουν την έδρα τους έξω από αυτήν τη χώρα», ενώ ο Ινδός υπουργός Εξωτερικών κατηγόρησε ευθέως «στοιχεία» από το Πακιστάν. Οι καταγγελίες τους επιβεβαιώθηκαν από την αποκάλυψη των ινδικών μυστικών υπηρεσιών ότι η πολυάριθμη ομάδα των ενόπλων εισέβαλε στη χώρα με ένα πλοιάριο από το Καράτσι του γειτονικού Πακιστάν κι από το γεγονός επίσης, ότι τουλάχιστον ένας εκ των νεκρών ενόπλων προερχόταν πράγματι από το Πακιστάν.
Στο αέρα
οι γέφυρες φιλίας
Η τροπή, που έλαβε το χτύπημα στη Βομβάη, σηματοδοτεί μια μείζονα μεταβολή γιατί το τελευταίο διάστημα ήταν σε εξέλιξη μια πραγματικά επίμονη προσπάθεια βελτίωσης των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, που μόλις το 2002 ήρθαν στα πρόθυρα της ένοπλης σύγκρουσης, ενώ μέχρι τώρα τρεις φορές έχουν αναμετρηθεί στο πεδίο της μάχης. Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας μόλις πρόσφατα ο νέος πρόεδρος του Πακιστάν, Ασίφ Αλί Ζαρνταρί, χαρακτήρισε «τρομοκράτες» τους αντάρτες του υπό ινδικό έλεγχο (κατοχή το χαρακτηρίζουν οι Πακιστανοί) Κασμίρ. Με αυτήν του τη δήλωση (που δεν έχει προηγούμενο) θέλησε να πάρει αποστάσεις από τη δράση των μουσουλμάνων ενόπλων, που μάχονται για την απελευθέρωση του Κασμίρ, με τη στήριξη πάντα των φανατικών ισλαμιστών του Πακιστάν. Πολύ μεγαλύτερη προβολή όμως, και δικαίως, συνάντησε μια πολύ σημαντικότερη πρωτοβουλία του πακιστανού Προέδρου, ο οποίος έκανε «ένα από τα μεγαλύτερα ανοίγματα στην Ινδία», όπως το χαρακτήρισαν οι προχτεσινοί «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς». Συγκεκριμένα, προσφέρθηκε να παραιτηθεί πρώτο το Πακιστάν από την απειλή του πρώτου πυρηνικού πλήγματος, στην προοπτική να τερματιστεί η εμπόλεμη κατάσταση που διαρκεί 61 χρόνια τώρα κι, επίσης, να υπογραφεί οικονομική συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών στα πρότυπα της ενοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτήν την εβδομάδα μάλιστα, είχε συμφωνηθεί να συναντιόταν οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο χωρών για να συζητήσουν τα πεδία οικονομικής συνεργασίας που θα προκρίνουν.
Αμερικανική πίεση
Η βελτίωση των σχέσεων των δύο χωρών όμως, δεν προήλθε ούτε αυθόρμητα ούτε τυχαία. Πίσω από τη ζέση, που έδειξε ο νέος Πρόεδρος του Πακιστάν (να σημειωθεί ότι είναι εύκολο να τον χειριστούν οι Δυτικοί λόγω των κατηγοριών για σκάνδαλα που τον βαραίνουν) βρίσκεται η πίεση που δέχεται από τους Αμερικανούς. Η ίδια του η χώρα, αν και ανεπίσημα, έχει μετατραπεί στο τρίτο μέτωπο κατά της τρομοκρατίας μετά το Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Αμερικανικά πολεμικά βομβαρδίζουν συνεχώς το Πακιστάν, ακόμη και πυκνοκατοικημένες περιοχές του, εμφανίζοντας ως αιτία πολέμου την ευκολία με την οποία οι Ταλιμπάν μπαινοβγαίνουν από τη μια χώρα στην άλλη. Χάρτες δε, με το Πακιστάν διαιρεμένο, που είδαν πρόσφατα το φως της δημοσιότητας, έριξαν λάδι στη φωτιά του αντιαμερικανισμού καθώς εύκολα κατηγορήθηκε η Ουάσινγκτον ως υποκινητής ανάλογων σχεδίων διαμελισμού του Πακιστάν. Ο δεύτερος παράγοντας, που έδωσε ώθηση στην προσπάθεια υπέρβασης της εμπόλεμης κατάστασης, προέρχεται από την Ινδία. Είναι συγκεκριμένα η φτερούγα προστασίας που έχει απλώσει η Ουάσινγκτον πάνω από το Νέο Δελχί, μετά την απόφαση της κυβέρνησής του να εγκαταλείψει την πολιτική ουδετερότητας που ακολουθούσε από την πρώτη μέρα της ίδρυσής του μέχρι και την εποχή που πρωτοστατούσε στο Κίνημα των Αδεσμεύτων. Η στροφή της Ινδίας, που καλείται πλέον να αποτελέσει τον κυματοθραύστη των κινεζικών φιλοδοξιών και να καλύψει το κενό στις αμερικανικές συμμαχίες που αφήνει πίσω της η αστάθεια του Πακιστάν, ανταμείφθηκε από την Ουάσινγκτον με τον πιο γενναιόδωρο τρόπο όταν η κυβέρνηση Μπους άναψε το «πράσινο φως» για να αποκτήσει η χώρα πυρηνικά όπλα. Μια απόφαση που εξόργισε τους πάντες, καθώς έδειξε πόσο μεροληπτικά είναι τα κριτήρια των ΗΠΑ και πόσο υποκριτικό είναι το ενδιαφέρον τους για την παγκόσμια ασφάλεια.
Ενδεικτικό στοιχείο για τους πολιτικούς προσανατολισμούς της Ινδίας (που ανέκαθεν είχε εχθρικές σχέσεις με οτιδήποτε μουσουλμανικό και αραβικό) είναι και η «προσφορά» αντιτρομοκρατικής βοήθειας που έγινε από το Ισραήλ διά στόματος του υπουργού Άμυνας, Εχούντ Μπάρακ, και της υπουργού Εξωτερικών, Τζίπι Λίβνι. Οι προχθεσινοί «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» μάλιστα, τόνιζαν ότι «η Ινδία και το Ισραήλ έχουν εδώ και καιρό στενούς πολιτικούς και οικονομικούς δεσμούς κι επίσης συνεργάζονται σε θέματα ασφάλειας και άμυνας», δείχνοντας έτσι το βάθος στις σχέσεις των δύο χωρών.
Τα κίνητρα πίσω από το μακελειό στη Βομβάη
Στη βάση όλων των παραπάνω, τα κίνητρα των ένοπλων ισλαμιστών (αν δούμε το επίπεδο εξοπλισμού και οργάνωσης της επιχείρησης δεν αποκλείεται καθόλου να στηρίχθηκαν και από τις μυστικές υπηρεσίες του Πακιστάν, που επανειλημμένως έχουν κατηγορηθεί για σχέσεις με την Αλ Κάιντα) φωτίζονται πολύ καλύτερα και αποδεικνύονται πολλαπλά. Με την αιματηρή τους επίθεση έδειξαν κατ’ αρχήν στους Αμερικανούς ότι όσο αυτοί επεκτείνουν τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας θα τους απαντούν με το ίδιο νόμισμα, βάζοντας στο στόχαστρό τους και παρασέρνοντας στη δίνη του τρόμου κι άλλες χώρες που δεν είχαν μέχρι στιγμής παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας». Πρακτικά δηλαδή, ότι στον πόλεμό τους δεν υπάρχει νικητής. Στην κυβέρνηση Ζαρντάρι, (που έστειλε τον υπουργό Εξωτερικών της αμέσως στη Ινδία για να κατευνάσει τους Ινδούς θέλοντας να αποτρέψει μια άμεση καταστροφική απάντηση) έδειξαν ότι είναι πραγματικά ανήμπορη να ελέγξει τις εξελίξεις στο Πακιστάν και να εγγυηθεί γι αυτές. Δηλαδή, ότι είναι μια κυβέρνηση- μαριονέτα. Προς δε την κυβέρνηση της Ινδίας, ότι ο φιλοαμερικανισμός στην εξωτερική πολιτική και η καταπίεση των μουσουλμάνων εντός της χώρας, πληρώνεται ακριβά. Δίδαγμα οδυνηρό για την αξιοπιστία της εν όψει των εκλογών.