Ανάταση και περίοδοι πτώσης

Στον ουρανό της Ελλάδος το «φάντασμα» του κομμουνισμού ξεδιπλώθηκε μέσ’ από τους καπνούς των νεοσύστατων βιομηχανικών καμινάδων τον Νοέμβριο του 1918, ημερομηνία γέννησης του «Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας» (ΣΕΚΕ), που κάτω από την αίγλη και τη γοητεία της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία μετεξελίχθηκε μετ’ ολίγον στο σημερινό «Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας» (ΚΚΕ).

Στη διαδρομή των 98 χρόνων από την ίδρυσή του το ΚΚΕ αποτέλεσε τον αντίποδα της ελληνικής αστικής πολιτικής και τον ουσιαστικό προωθητικό παράγοντα προόδου της καθόλου ζωής του ελληνικού έθνους, άλλοτε με σωστούς και άλλοτε με λανθασμένους πολιτικούς χειρισμούς, αλλά με γνώμονα πάντα την πολιτική και κοινωνική απελευθέρωση της πλειοψηφίας του έθνους.

Στην πορεία των 98 χρόνων του ΚΚΕ στο ελληνικό τοπίο σηματοδοτείται μέχρι σήμερα η απουσία εθνικής αστικής τάξης και ως εκ τούτου παρατηρείται έλλειμμα στην ομαλή πολιτική και κοινωνική εξέλιξη της χώρας.

Πεφωτισμένοι αστοί (π.χ. Δ. Καλιτσουνάκης) αναγνώρισαν το «ηθικό στοιχείο» υπεροχής των αγώνων των κομμουνιστών «υπέρ των αδικουμένων», ενώ δεν παράβλεψαν ότι η «κοινωνική απελευθέρωση» παρέμεινε το «μεγάλο μείον» τόσο του Αγώνα της Ανεξαρτησίας (1821) όσο και των μετέπειτα επαναστατικών εξεγέρσεων (1843, 1862, 1909, Εθνικής Αντίστασης, Αντιδικτατορικής Αντίστασης).

Ουδείς κομίζει «γλαύκα ες Αθήνας» αν υπενθυμίσει το «ανθρώπινο μεγαλείο» των διακηρύξεων του Παγκόσμιου Κομμουνιστικού Κινήματος κατά των «προκαταλήψεων και των δεισιδαιμονιών», καθώς και τον ανειρήνευτο αγώνα τους κατά του «κέρδους», που ανήγαγαν σε «θεότητα» οι αστοί και οι κοινωνικές διαβαθμίσεις τους.

• Η αστική τάξη «έπνιξε στα παγωμένα νερά του εγωιστικού υπολογισμού τα ιερά ρήγη του ευλαβικού ρεβασμού… μετέτρεψε την προσωπική αξιοπρέπεια σε ανταλλακτική αξία… η αστική τάξη αφαίρεσε το φωτοστέφανο από όλα τα ως τότε αξιοσέβαστα επαγγέλματα που τα αντίκριζαν με θρησκευτική ευλάβεια, τον γιατρό, τον νομικό, τον παπά, τον ποιητή, τον άνθρωπο της επιστήμης… Η αστική τάξη ξέσκισε το πέπλο του συναισθηματισμού που σκέπαζε τις οικογενειακές σχέσεις και τις έκανε ξεκάθαρες χρηματικές σχέσεις…» (Κομμουνιστικό Μανιφέστο).

Στη διαδρομή του ενός σχεδόν αιώνα η δράση του Ελληνικού Κομμουνιστικού Κινήματος με την κομματική μορφή του ΚΚΕ, ενταγμένο, όπως και το εν γένει παγκόσμιο Κομμουνιστικό Κίνημα, στην «Τρίτη Διεθνή» (κομμουνιστική) και υπό την καθοδήγηση της τελευταίας, επιδέχεται σοβαρές επιφυλάξεις και ειδικότερα ως προς τις εσωκομμουνιστικές εξελίξεις με ορόσημο τη διεθνή σύγκρουση της δεκαετίας του 1920.

Το ελληνικό εργατικό κίνημα, όπως άλλωστε και το παγκόσμιο υπ’ αυτήν την οπτική γωνία, είδε ένα τμήμα του, το νικηφόρο, να ενδύεται το ένδυμα του αλάνθαστου, του άσπιλου, του αναλλοίωτου, και κατά την «αστική αρχή: ο νικητής γράφει την Ιστορία», να θριαμβεύει και να μονοπωλεί την Ιστορία.

• «Στη χώρα μας, μετά τις αλλεπάλληλες κρίσεις του Σοσιαλεργατικού και έπειτα Κομμουνιστικού Κόμματος, η νικήτρια ηγεσία έθαψε βαθιά και τους λόγους των κρίσεων και μια σειρά οργανώσεων και αγωνιστών που στάθηκαν στο πρώτο μέτωπο της πάλης, τόσο απέναντι στον ταξικό εχθρό όσο και σε κάθε παραμόρφωση «εκ των άνω» του κόμματος. Λέκιασαν οι νικήτριες ηγεσίες, με τη βούλα του χαφιέ, του ύποπτου, του «εξτρεμιστή», του «δεξιού», του αντικομματικού, όποιον αντιτάχθηκε στη μετατροπή του κόμματος σε άβουλη μαριονέτα της νέας ρωσικής ηγεσίας…» (Θ. Μπενάκης: Η άλλη όψη του ελληνικού εργατικού κινήματος 1918-1930». Κούριερ Εκδοτική. Αθήνα 1983.).

Ενενήντα οκτώ χρόνια ζωής και δράσης του ΚΚΕ. Χρόνια ανάτασης και περίοδοι πτώσης… Χρόνια ρεαλιστικής πολιτικής δράσης και τραγικές περίοδοι κατά τις οποίες το Ελληνικό Κομμουνιστικό Κίνημα δεν κατόρθωσε ν’ αποφύγει τους ελιγμούς της «ξενοκρατίας», με επακόλουθο οι πολιτικές εκτιμήσεις της ηγεσίας του ΚΚΕ να οδηγήσουν σε εσφαλμένους χειρισμούς «που σαν συνέπεια είχαν και τον προσωπικό μηδενισμό και την οπισθοδρόμηση ολόκληρου του λαϊκού κινήματος».

Βεβαίως δεν είναι δυνατόν να διασκελισθεί ότι η ελληνική «αστική» τάξη, στη διαδρομή αυτών των 90 χρόνων (1918-2008) (διαφοροποιείται η περίοδος της Μεταπολίτευσης), μεταπρατική στην υφή της και με την απουσία του προσδιοριστικού «εθνική», αλλά και αιχμάλωτη των συντηρητικών βιωμάτων της, της αντικομμουνιστικής υστερίας και της αγωνιώδους προσπάθειά της να παραμείνει «ιθύνουσα», παραδόθηκε δέσμια στους «προστάτες» της τής εκάστοτε «ξενοκρατίας». Τα μερικά «φωτεινά διαλείμματα» εθνικής ανάτασης «έσβησαν γρήγορα κάτω από τις αγριωπές ματιές των ξένων ”ανθυπάτων”…»


Σχολιάστε εδώ