Θέλουν οι βουλευτές τις αγωγές για να έχουν ομήρους τους δημοσιογράφους

Ο αρμόδιος υπουργός Δικαιοσύνης απέρριψε τροπολογία που κατέθεσε ο πρόεδρος και η κοινοβουλευτική ομάδα του ΛΑΟΣ και η οποία προέβλεπε οι σχετικές υποθέσεις να οδηγούνται πρώτα στα Ποινικά Δικαστήρια και, αν υπάρξει καταδίκη, να ακολουθούν τα Αστικά.

Απέρριψε επίσης την κατάργηση του πλαφόν των 30.000 ευρώ, με τη δικαιολογία ότι δεν μπορούν να καταργηθούν βασικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα περί αδικοπραξίας, κρατώντας ουσιαστικά όμηρο της κάθε κυβέρνησης και των απειλών των διάφορων επιχειρηματιών τον Τύπο.

Εντυπωσιακό είναι ότι κατά τη συζήτηση της τροπολογίας στην ολομέλεια της Βουλής, πέραν του ΛΑΟΣ που την πρότεινε, δεν βρέθηκε ούτε ένας βουλευτής –και ήταν αρκετοί, κατά τα άλλα λαλίστατοι, στην αίθουσα που προτίμησαν να σιωπήσουν, όπως ο κ. Βενιζέλος και ο κ. Κακλαμάνης από το ΠΑΣΟΚ, καθώς και ο κ. Σκυλλάκος από το ΚΚΕ– να υπερασπιστεί το συνταγματικά προστατευόμενο δικαίωμα των έντυπων και ηλεκτρονικών μέσων στην ελευθερία της έκφρασης χωρίς να αντιμετωπίζουν τη δαμόκλειο σπάθη του οικονομικού αφανισμού…

«Τι πιο σωστό από την πρόταση που σας κάνουμε, κύριε υπουργέ;», είπε ο κ. Καρατζαφέρης στον κ. Χατζηγάκη. «Είστε ανοιχτό μυαλό. Να πάει στο Ποινικό, να τον καταδικάσει έστω και μια ημέρα και, αν καταδικαστεί, από το Ποινικό, τότε να ξεκινήσει η διαδικασία της αγωγής. Είναι τρελό αυτό που συμβαίνει σήμερα. Δεν υπάρχει δημοσιογράφος που να μην κουβαλάει πενήντα αγωγές, με το χέρι στην τσέπη». Ζήτησε επίσης να απαλειφθεί το κατώτατο όριο της χρηματικής αποζημίωσης: «Ορίζουμε εμείς εδώ, νομοθετούμε ότι το κατώτερο όριο μπορεί να είναι 30.000 ευρώ. Και αν έρθει ο δικαστής και πει, «Βρε παιδιά, μικρή η ζημιά, 1.000 ευρώ»; Δεν μπορεί να είναι 30.000 ευρώ το κατώτερο όριο. Γράφει το κοντέρ. Είναι λογική η επεξεργασία; Ας πάμε, λοιπόν, αύριο το πρωί την υπόθεση στο Ποινικό Δικαστήριο, να αποφανθεί το Ποινικό Δικαστήριο, να μπει και άλλος εις τη βάσανο των ερωτοαπαντήσεων, όχι αυθαίρετα και εκ του μακρόθεν, και, αν καταδικαστεί, να πάει να βάλει και την αγωγή, να πάρει πίσω τα χρήματα που θα ορίσει το δικαστήριο και όχι εμείς να έχουμε 30.000 ευρώ το κατώτερο όριο. Νομίζω ότι αυτό αποτελεί και λογική θέση και υγεία, εάν θέλουμε πράγματι ελευθερία του Τύπου, διαφορετικά οι δημοσιογράφοι θα ζουν κάτω από τη δαμόκλειο σπάθη του οποιουδήποτε κ. Πελέκη».

Ο υπουργός Δικαιοσύνης βρήκε μεν «ελκυστική» την τοποθέτηση, επικαλέστηκε όμως τον Αστικό Κώδικα και είπε ότι δεν θα μπορούσε να καταργήσει βασικές διατάξεις του, «διότι ο Αστικός Κώδικας σαφώς αναφέρει, περί αδικοπραξίας, πότε πρέπει να υπάρχει, πότε δίδεται το δικαίωμα, ποιος το έχει και δεν συναρτά το αστικό δικαίωμα με το ποινικό δικαίωμα», ενώ πρόσθεσε ότι κάτι τέτοιο «δεν θα ήταν συμβατό με την όλη νομοθεσία μας και με το δικαιικό μας σύστημα», παρά το γεγονός ότι μέχρι το 1994 η διαδικασία έδινε προτεραιότητα στα Ποινικά Δικαστήρια.

Ο βουλευτής του ΛΑΟΣ μάλιστα Μ. Βορίδης επέμεινε λέγοντας ότι «ενώ έχουμε κατεξοχήν μια ποινική διαφορά, διότι αυτές οι διαφορές στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι διαφορές εξυβρίσεως, δυσφημίσεως, συκοφαντικής δυσφημίσεως, άρα διαφορές του Ποινικού Κώδικα, και ενώ η προσήκουσα διαδικασία είναι η ποινική αποδεικτική διαδικασία λόγω της εφαρμογής του κατωτάτου ορίου, έχει καταλήξει να γίνεται το εξής: Κανείς δεν πάει στο Ποινικό Δικαστήριο για να δικαιωθεί για μια κατεξοχήν ποινικής φύσεως διαφορά, δεν εφαρμόζεται η προσήκουσα αποδεικτική διαδικασία του Ποινικού Δικαστηρίου, υπάρχει το κατώτατο όριο, όλοι πλέον κάνουν αγωγές για να πάρουν τα χρήματα από τους δημοσιογράφους, εφόσον υπάρχει και το κατώτατο όριο, ειδικώς για τις ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές που είναι και πολύ υψηλό, στα 300.000 ευρώ, με αποτέλεσμα να εφαρμόζεται μια αποδεικτική διαδικασία που είναι η των πολιτικών δικαστηρίων, που περισσότερο ταιριάζει σε μια δίκη που έχει έγγραφα και όπου ο μάρτυς παίζει δευτερεύοντα χαρακτήρα, η δε αγόρευση του ποινικού δικηγόρου της ποινικής διαδικασίας δεν υφίσταται».


Σχολιάστε εδώ