Τα χρήματα του λαού να σώσουν τον λαό

Ο καταρρέων νεοφιλελευθερισμός, σε αγωνιώδη αναζήτηση σωτηρίας του, ανακάλυψε ξανά το κράτος. Το είχε στήσει τα τελευταία 20 χρόνια στα 6 μέτρα. Διεκδίκησε και επέτυχε, με τη συνέργεια της υπό κατοχήν του πολιτικής τάξης, την εξάρθρωσή του, την απορρύθμιση των λειτουργιών του, για να επιβάλει την ποθητή αυτορρύθμιση της αγοράς. Την απόλυτη ασυδοσία της.

Τώρα οι κερδοσκόποι που οδήγησαν στο κατάντημα, επειδή από μόνοι τους δεν μπορούν να βγουν από αυτό, καταφεύγουν ικέτες στο περιφρονημένο από αυτούς κράτος. Ευάλωτη και εξαρτημένη η πολιτική τάξη, δεξιά και αριστερά, σπεύδει να νομοθετήσει τη νεκρανάσταση του κράτους. Αυτοί που κήρυτταν το λιγότερο κράτος επιζητούν τώρα περισσότερο και ισχυρότερο κράτος.

Η παρούσα συγκυρία μπορεί να αναδειχθεί ιστορική, αν αυτό που ανασταίνεται δεν προορίζεται να στηρίξει το φαυλεπίφαυλο καθεστώς της ψεύτικης χρηματιστηριακής οικονομίας και τα χαϊδεμένα παιδιά του. Θα είναι ιστορική μόνο αν προωθήσει ένα πραγματικό κοινωνικό κράτος εγγυητή της δίκαιης κοινωνίας και ένα έθνος – κράτος το οποίο θα συγκεφαλαιώνει διαχρονικές αξίες του λαού του και θα διασφαλίζει τη συνοχή και την αλληλεγγύη του.

Τα μέτρα, τουλάχιστον όπως τα ψηλαφούμε στο κυβερνητικό νομοσχέδιο, θα καταλήξουν κατά πάσα βεβαιότητα σε επιδότηση καινούργιων κερδοσκοπικών παιχνιδιών με τους ίδιους παίχτες, δηλαδή τους συνεργούς του χρηματοπιστωτικού φιάσκου. Είκοσι οκτώ δισ. ευρώ βρήκε το κράτος για να σώσει τους μεγαλομετόχους, όπως ομολογεί ένας από τους αυτούς, ο Βγενόπουλος. Από την άλλη μεριά, η κυβέρνηση δεν κατάφερε τρία τόσο χρόνια αφότου εξήγγειλε τη σύσταση του Ταμείου κατά της Φτώχειας να τα προικοδοτήσει με 100 εκατ. ευρώ. Δεν είναι δυνατόν να μην υπήρχε λύση για την Ολυμπιακή και να προωθείται η διά-λυσή της που κοστίζει 1,3 δισ. ευρώ στον έλληνα φορολογούμενο.

Μπορεί οι αμερικανοί φορολογούμενοι να αντέχουν να πληρώσουν τα δικά τους περιβόητα golden boys, αλλά εμείς για ποιο λόγο να επιτρέψουμε να γίνει εδώ το ίδιο; Οι τράπεζές μας και οι επενδυτές πελάτες τους, με στόχο το γρήγορο και το μεγάλο κέρδος, διακινδύνευσαν 8 δισ. ευρώ στην Τουρκία, 3 στη Ρουμανία, άλλα τόσα στη Βουλγαρία και 2 στα Σκόπια. Είναι αδιανόητο το επιχειρηματικό ρίσκο που ανέλαβαν να το μετακυλίσουν στους φορολογούμενους.

«Τα εμά εμά και τα σα εμά»!

Τα χρήματα του ελληνικού λαού πρέπει να «πάνε» στον ελληνικό λαό, δηλαδή στην πραγματική οικονομία. Πρέπει να αιμοδοτήσουν τον κύριο δημιουργό νέων θέσεων απασχόλησης στην Ελλάδα, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να πάνε σε επιπόλαιες και πάντως αδηφάγες στρατηγικές των αδίστακτων τραπεζοστελεχών. Πρέπει να ενισχύσουν συγκεκριμένους κλάδους που έχουν ανάγκες ρευστότητας για να αποτραπεί η περαιτέρω αύξηση της ανεργίας, να αντιμετωπιστεί η ανεργία και να ενισχυθεί η ζήτηση. Να στηριχθούν τα 500.000 αγροτικά νοικοκυριά τα οποία εξακολουθούν να πωλούν τα προϊόντα τους αντί πινακίου φακής και οι καταναλωτές να τα πληρώνουν χρυσάφι στις υπεραγορές και τις λαϊκές.

Χρειάζονται δύο και όχι «42» μέτρα για να ελεγχθεί η κερδοσκοπία της αγοράς: α) διατίμηση, δηλαδή ανώτατες τιμές πάνω από τις οποίες δεν μπορούν να πωλούν τα μαγαζιά, β) ελεγκτικοί μηχανισμοί, απλοελληνιστί Αγορανομία, είδος Αγορανομίας. Η αυτορρύθμιση των αγορών πέθανε, ρυθμιστής οφείλει να είναι το κράτος.

Γίνονται σημεία και τέρατα. Ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός της οικονομικής μας ηγεσίας εκδηλώνεται με καθημερινώς επινοούμενα κόλπα. Φοροεπιδρομές αισχίστου είδους. Κατήργησαν τον φόρο της Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας και τον μετακύλισαν στους πολλούς, τους φτωχούς, ως ΕΤΑΚ. Μέσω αυτού επιχειρούν τώρα μιαν εξαπάτηση. Εφευρίσκουν φόρο περιουσίας και για την κύρια κατοικία με αντικειμενική αξία μικρότερη από το αφορολόγητο των 300.000 ευρώ.

Καμιά σοβαρή ενίσχυση δεν δίδεται σε ανέργους, φτωχούς εργαζόμενους και χαμηλοσυνταξιούχους. Ηγεμονική όμως αύξηση παρέχεται στους διοικητές των ΔΕΚΟ. Και αυτήν, την έσχατη θα λέγαμε στιγμή, τραπεζίτες χρυσοκάνθαροι με τους μισθούς και τα bonus τους και ιδιωτικοποιημένοι κρατικοί αξιωματούχοι λεηλατούν το δημόσιο χρήμα. Έχει απόλυτο δίκαιο ο γάλλος πρώην πρωθυπουργός Μισέλ Ροκάρ όταν επισημαίνει ότι η εμπιστοσύνη δεν πρόκειται να αποκατασταθεί αν ο τραπεζίτης που τους δύο προηγούμενους αιώνες κέρδιζε 40 φορές περισσότερα απ’ τους υπαλλήλους του σήμερα κερδίζει 350-500 φορές περισσότερα. Πρέπει να αντιληφθούμε, επιλέγει, ότι «η κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης είναι η κατανάλωση των νοικοκυριών». Αθάνατε Κέινς, εσύ τα είχες πει αυτά χαρτί και καλαμάρι…

Για να καταναλώσουν όμως τα νοικοκυριά πρέπει να έχουν. Και για να έχουν προϋποτίθεται μια τίμια αναδιανομή του μόχθου τους. Ως και ο Γκρίνσπαν, που τώρα αισθάνεται εξαπατημένος από τις τράπεζες, κατάλαβε επιτέλους ότι υπάρχει φοβερή δυσαρμονία ανάμεσα στους χαμηλούς μισθούς και τα «ιστορικά υψηλά κέρδη των επιχειρήσεων».

Οι δημόσιες επενδύσεις επείγουν και εκεί μαζί με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις οφείλουν να κατευθυνθούν τα 28 δισ. ευρώ.

Όχι, τα χρήματα του λαού δεν πρέπει να σώσουν τους μεγαλομετόχους των τραπεζών. Αυτοί έχουν ίδιους πόρους αν θέλουν να σωθούν.

Τα χρήματα του λαού πρέπει να σώσουν τον λαό.


Σχολιάστε εδώ