Ο κύριος Νίμιτς και η Ελλάδα

Η διαρροή, πάντως, είναι δηλωτική της μεταβατικής φάσης που περνά η ηγεσία των ΗΠΑ. Η απερχόμενη διοίκηση δεν έχει πια τον έλεγχο των πραγμάτων, όχι απλώς διότι αλλάζει, αλλά διότι απέρχεται ως αποτυχημένη στην οικονομία και στην εξωτερική της πολιτική, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που κανείς να μη θέλει να έχει σχέσεις μαζί της. Είναι δηλωτική της κατάστασης αυτής τόσο η απόσταση που κρατά από τον Πρόεδρο Μπους ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος Τζον ΜακΚέιν, όσο και η υποστήριξη του Δημοκρατικού υποψήφιου Μπάρακ Ομπάμα από τον πρώην ΥΠΕΞ Κόλιν Πάουελ.

Πλήρης αποτυχιών, λοιπόν, η εξωτερική πολιτική του Προέδρου Μπους, κυρίως το 2008, με αποκορύφωμα το Βουκουρέστι, όπου εκτέθηκε τόσο σε σχέση με τα Σκόπια, τα οποία δημοσίως διαβεβαίωνε πως θα γίνουν μέλος του ΝΑΤΟ, όσο και σε σχέση με τη μηδέποτε πραγματωθείσα ένταξη στο ΝΑΤΟ της Γεωργίας και της Ουκρανίας. Κι ακόμη, παταγώδης ήταν η αποτυχία του τον Αύγουστο, με την επίθεση της Γεωργίας στη Νότιο Οσετία, όπου δόθηκε η ευκαιρία στη Ρωσία να στείλει το μήνυμα πως δεν είναι πλέον η Ρωσία του Γέλτσιν, αλλά η επανακάμψασα χώρα των Πούτιν – Μεντβέντεφ.

Η διαρροή, επομένως, του τηλεγραφήματος της αμερικανίδος πρέσβεως στην ΠΓΔΜ, το οποίο εκθέτει τον ειδικό διαμεσολαβητή του ΟΗΕ, είναι ενδεικτική της αναστάτωσης που υπάρχει στο αμερικανικό ΥΠΕΞ και της εξαιρετικά λεπτής κατάστασης, την οποία έχει να διαχειριστεί ο οποιοσδήποτε συνομιλητής του.

Είναι εξάλλου εντυπωσιακό πως, από την πλευρά της Ελλάδας, σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο η κυβέρνηση δεν φρόντισε να κρατήσει τις απαραίτητες ισορροπίες ή και αποστάσεις. Ήμασταν σίγουροι πως, πριν το Βουκουρέστι, η ελληνίδα υπουργός των Εξωτερικών έδινε στους Αμερικανούς την εντύπωση ότι η Ελλάδα θα δεχόταν μια λύση διπλής ονομασίας και θα βοηθούσε να ξεπεραστεί το πρόβλημα του ονόματος, ούτως ώστε να ενταχθεί η ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, κάτι που ενδιαφέρει τους Αμερικανούς στο πλαίσιο της πολιτικής διεύρυνσης του ΝΑΤΟ. Οι εξελίξεις είναι γνωστές, όπως είναι γνωστή και η αμερικανική δυσαρέσκεια για την Ελλάδα, που άλλη εντύπωση τους έδινε και άλλα τελικώς έπραξε.

Φθάνοντας στον Σεπτέμβριο, με όλα όσα μεσολάβησαν από την εθνικιστική πλευρά των Σκοπίων, για τα οποία θα έπρεπε η χώρα αυτή να έχει περιθωριοποιηθεί και από τους Αμερικανούς και από το ΝΑΤΟ και από τον ΟΗΕ και από την ΕΕ ως επικίνδυνο κράτος-ταραξίας που δημιουργεί νέες εντάσεις στα ήδη ταραγμένα δυτικά Βαλκάνια, είδαμε δίχως έκπληξη τις «νέες ιδέες» Νίμιτς να βρίσκονται πολύ κοντά στις θέσεις των Σκοπίων. Το «δίχως έκπληξη» προέκυπτε από τις διαχεόμενες πληροφορίες πως το «κείμενο Νίμιτς» θα ήταν «σκληρό» για την Ελλάδα. Το ΠΑΣΟΚ κάλεσε την κυβέρνηση να απορρίψει το «πακέτο» Νίμιτς, όπως ο ίδιος το αποκάλεσε, τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης το ίδιο, όμως η κυβέρνηση σιώπησε. Μετά από λίγες εβδομάδες κατατέθηκε το νέο, βελτιωμένο, «πακέτο νέων ιδεών» Νίμιτς, το οποίο ωστόσο στηρίχθηκε και αυτό στη λογική της διευρυμένης διπλής ονομασίας, εμπεριέχοντας ως παράρτημα απαράδεκτες διευθετήσεις για τα διαβατήρια, την εθνότητα και τη γλώσσα. Περί αυτών τοποθετήθηκαν αρνητικά τα κόμματα, πλην του κυβερνητικού, ενώ η ηγεσία των Σκοπίων εμφανίστηκε απορριπτική, πρώτα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και στη συνέχεια, και μάλιστα με πιο ευέλικτο τρόπο, ο πρωθυπουργός.

Σε ό,τι αφορά τους σκοπιανούς διαπραγματευτές, στη Νέα Υόρκη εμφάνισαν μια διακριτική επιφυλακτικότητα.

Η διαρροή του τηλεγραφήματος έγινε σε αυτήν ακριβώς την περίσταση. Ακυρώνοντας κατ’ ουσίαν τη διαμεσολάβηση Νίμιτς, αφού διά στόματος της αμερικανίδος πρέσβεως στα Σκόπια προκύπτει πως ο ειδικός διαμεσολαβητής ετεροκαθορίζεται ως προς τη στάση του. Το ΠΑΣΟΚ κάλεσε την κυβέρνηση να ζητήσει, με τη σειρά της, εξηγήσεις από τον αμερικανό ειδικό διαμεσολαβητή του ΟΗΕ, ως κίνηση του μέρους που ενοχλείται από τα όσα γίνονται πίσω από την πλάτη του. Η κυβέρνηση δεν κινήθηκε, αλλά εξήντλησε τις αντιδράσεις της, επαναλαμβάνοντας στο εσωτερικό της χώρας την εθνική κόκκινη γραμμή! Η αμηχανία του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών ήταν διάχυτη, διότι ήταν προφανής η αποτυχία του, είτε επειδή τα βασικά της διαπραγμάτευσης γίνονται πίσω από την πλάτη του, είτε επειδή συμμετέχει στις συνεννοήσεις με άξονα τους αμερικανούς και με βάση τη διπλή ονομασία.

Στη Διαρκή Επιτροπή της Βουλής των Ελλήνων, η υπουργός Εξωτερικών αρνήθηκε πως υπάρχει ανάγκη να ζητήσει εξηγήσεις από τον κύριο Νίμιτς, θεώρησε αυτονόητη την παρέμβαση των Αμερικανών και απέφυγε να καταδικάσει προτάσεις διπλής ονομασίας!

Οι αμέσως επόμενες εξελίξεις γύρω από το Σκοπιανό θα κινηθούν στο εσωτερικό της ΕΕ. Στις 5 Νοεμβρίου θα κατατεθεί η έκθεση της Επιτροπής της ΕΕ για την πορεία της χώρας αυτής και τον Δεκέμβριο θα εξεταστεί η πιθανότητα να αποκτήσει η ΠΓΔΜ την ιδιότητα του κράτους με το οποίο διεξάγονται ενταξιακές συνομιλίες. Η πολιτική βούληση, ωστόσο, των κρατών-μελών της ΕΕ ως προς τις πιθανότητες μιας περαιτέρω διεύρυνσής της είναι απολύτως αρνητικές. Αν εξαιρεθεί η Κροατία, κανείς άλλος δεν έχει τη δυνατότητα να γίνει μέλος της ΕΕ σε αυτήν τη συγκυρία. Αυτό αφορά τους πάντες, τόσο την ΠΓΔΜ και την Τουρκία όσο και τη Γεωργία και την Ουκρανία, για τις οποίες προωθείται αμερικανικό δήθεν σχέδιο για την ένταξή τους στην ΕΕ, αφού δεν κατέστη δυνατή η ένταξή τους στο ΝΑΤΟ. Είναι, νομίζω, σαφές πως η Ελλάδα πρέπει να ενταχθεί σε αυτήν τη λογική, διά της οποίας δεν θα χρειαστεί να προβάλει τα δικά της θέματα σε σχέση με την ΠΓΔΜ. Εννοείται βέβαια πως, αν χρειαστεί, η μη επίλυση του θέματος του ονόματος θα πρέπει να προβληθεί με τον πιο έντονο τρόπο. Η συγκυρία, ωστόσο, επιτρέπει και άλλους χειρισμούς που συνδέονται με τη δύσκολη πραγματικά κατάσταση στην οποία βρίσκεται η ΕΕ, τόσο λόγω της οικονομικής κρίσης όσο και λόγω της εμπλοκής με τη Συνθήκη της Λισσαβώνας, της συνεπαγόμενης καθυστέρησης της πολιτικής ενοποίησης, καθώς και της μη αφομοίωσης της «διευρυμένης διεύρυνσης» του 2004.


Σχολιάστε εδώ