Οι εργολάβοι της παραχάραξης της Ιστορίας ξαναχτύπησαν
Κύριε Διευθυντά,
Η γνωστή αναπληρώτρια καθηγήτρια του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης, η οποία έχει αναλάβει την εργολαβία να «ρίξει φως» σε «σκοτεινά» σημεία της ελληνικής Ιστορίας, ξαναχτύπησε. Αφού ξεκαθάρισε το θέμα της σφαγής της Σμύρνης -τώρα όλοι γνωρίζουμε ότι οφείλεται «στον συνωστισμό των Ελλήνων στο λιμάνι της πόλεως»- έβαλε σκοπό της να «φωτίσει» και τη σύγχρονη ιστορία της Κύπρου. Απτόητη από την απόσυρση του πονήματός της «Ιστορία της ΣΤ΄ Δημοτικού», με άρθρο της στην εφημερίδα «Τα Νέα» εξαπέλυσε νέα επίθεση κατά της ιστορικής αλήθειας, αυτήν τη φορά για τα πρόσφατα, σχετικά, γεγονότα της Κύπρου. Με το εν λόγω άρθρο, το οποίο περιβάλλεται με τον μανδύα του ψευδοπροοδευτισμού και αποτελεί μνημείο ανθελληνικού μένους, εγκαλεί τους Ελληνοκυπρίους, χλευάζει το μήνυμα «δεν ξεχνώ και αγωνίζομαι», αποκαλεί τους εμπνευστές του «εργολάβους μνήμης» και καταδικάζει κάθε Έλληνα που έχει ιστορική μνήμη και θυμάται τη διχοτομημένη Μεγαλόνησο. Υποχρέωση της Πολιτείας -κατά την κ. Ρεπούση- είναι «να ενημερώσει τη νέα γενιά και για όσα προκάλεσε στους Τουρκοκύπριους για να εθνοκαθαρίσει τη Μεγαλόνησο από το «σύνοικον» στοιχείο».
Για όσους λοιπόν «κακώς» πίστευαν μέχρι σήμερα ότι οι τούρκοι εισβολείς λεηλάτησαν τις χριστιανικές εκκλησίες, βίασαν Ελληνοκύπριες, δημιούργησαν 200.000 πρόσφυγες και εξετέλεσαν 2.000 περίπου αιχμαλώτους -αγνοούμενους τους ονομάζουμε σήμερα- ας μάθουν επιτέλους ότι όλα αυτά τα υπέστησαν οι Τουρκοκύπριοι στα πλαίσια της «εθνοκάθαρσης από το «σύνοικον» στοιχείο».
Στην προκλητική αυτή ενέργεια της αιρετικής ιστορικού απάντησε το κυπριακό υπουργείο Παιδείας ως εξής: «Η μνήμη αποτελεί δικαίωμα, αλλά και υποχρέωση της Πολιτείας για τη νέα γενιά. Γεγονότα όμως που σημάδεψαν την πορεία μιας χώρας και καταγράφηκαν με δραματικό τρόπο στη μνήμη των ανθρώπων αποτελούν από μόνα τους κληρονομιά και των επόμενων γενιών. Αυτό που δεν επιτρέπεται είναι η κατάχρηση της ιστορίας με σκοπό την εξυπηρέτηση ιδιοτελών συμφερόντων». Παρέλκει, φρονούμε, να ρωτήσουμε την κ. Ρεπούση τι διδάσκουν οι Τούρκοι στα παιδιά τους, γιατί προφανώς αυτό τη βρίσκει αδιάφορη. Θα τη ρωτήσουμε όμως κάτι απλούστερο. Μετά απ’ όλα αυτά τα ανιστόρητα που έγραψε στα «Νέα», θα μπορούσε να κοιτάξει στα μάτια όλες εκείνες τις μαυροφορεμένες κύπριες μανάδες που επί 34 χρόνια τώρα κυκλοφορούν με μια φωτογραφία των παιδιών τους ανά χείρας; Τι θα τους έλεγε; Ότι τα παιδιά τους χάθηκαν επειδή οι Κύπριοι έκαναν εθνοκάθαρση από το «σύνοικον» στοιχείο»; Επιτέλους, η ρητορική της διεθνιστικής θολοκουλτούρας δεν υπολογίζει τίποτε; Έλεος πια!
Με εκτίμηση
επισμηναγός (Ι) ε.α.
και διευθύνων σύμβουλος ΕΑΑΑ
Γεώρ. Β. Κασσαβέτης