Η αγωνία ενός ρεαλιστή για την πορεία της χώρας

Συστρατευμένος στις αντιλήψεις της πρωτοπόρου γενιάς των ελλήνων κοινωνιολόγων των δεκαετιών ’20 και ’30 του προηγούμενου αιώνα και συναποδεχόμενος την αισιοδοξία τους –άλλωστε ως ενεργός πολιτικός δεν μπορεί ουδέ καθ’ υποψία να συστοιχίζεται με τους απαισιόδοξους– ο Αλέκος Παπαδόπουλος καταθέτει την αγωνία του για την πορεία της χώρας στο εγγύς μέλλον («Αλέκος Ππαπδόπουλος: «Τα βήματα του Έστερναχ. Η Ελλάδα μετά το 2010». Βιβλιοπωλείον της Εστίας. Αθήνα 2008).

Ο πολιτικός στις 153 σελίδες του πονήματός του αφήνει τον διανοούμενο να στοχασθεί, αν και οι δονήσεις της αμφιβολίας υφέρπουν στη ροή της σκέψης του («Το καίριο ερώτημα το οποίο θέτουν σήμερα οι πολίτες είναι αν υπάρχουν οι κατάλληλες μήτρες υποδοχής όλων των νέων ρευμάτων, κινήσεων, αντιλήψεων, εξελίξεων, προκλήσεων, αλλαγών, σκέψεων και ιδεών που ορίζουν τη νέα εποχή και τις νέες πραγματικότητες…»).

Ο διανοούμενος φτερουγίζει μεν προς το θερμοκήπιο της ευρωπαϊκής σκέψης και πολιτικής πρακτικής, έστω και με τον «βηματισμό του Έστερναχ» (τρία βήματα μπροστά, δύο βήματα πίσω), και προσβλέπει κατ’ αισιοδοξία ότι «το νέο ήθος της χώρας, που κυριάρχησε στη δεκαετία του 1990, η επανάκαμψη του πνεύματος του εκσυγχρονισμού, η αναθεσμοποίηση, η ελληνική ριζοσπαστική σοσιαλδημοκρατία του μέλλοντος, οι νέες δομές του πολιτιστικού, πολιτικού, διοικητικού, οικονομικού και κοινωνικού μηχανισμού, αποτελούν τα θεμελιακά ζητούμενα της επόμενης δεκαετίας, έτσι ώστε η Ελλάδα να κυριαρχήσει ξανά πάνω στο μέλλον της».

Στο σημείο αυτό ο πολιτικός ασπάζεται τα στοιχεία της ευρωπαϊκής σκέψης, γονιμοποιημένα στη μήτρα του Δυτικού ρεαλισμού σε σύμπραξη με τον ουμανισμό της ελληνικής κλασικής σκέψης, όπως αυτή μεταπλάστηκε στα εργαστήρια του 1789 και του 1848 και των μετέπειτα κοινοβουλευτικών και κοινωνικών σταθμών των ευρωπαϊκών χωρών. Παρορά, όμως, την «καθ’ ημάς Ανατολή», το πνεύμα της οποίας «πνευματικά βυζαντινίζει κι αν ακόμα οικονομικά είναι αναγκασμένο να χειρονομεί σαν αστική κεφαλαιοκρατία ή να συζητά για την απίθανη εκλογίκευση της παραγωγής».

Στην ανάλυση των πολιτικών δυνάμεων της χώρας, ο Αλέκος Παπαδόπουλος, με ιδιαίτερη αναφορά στην αποκαλούμενη κατά την τρέχουσα ορολογία Ανανεωτική Αριστερά, εντοπίζει τη διαφοροποίησή της στο όραμα της ενωμένης Ευρώπης, στο περιθωριακό στοιχείο του Συμφώνου Σταθερότητας και όχι στα ξενοφοβικά σύνδρομα που κυριαρχούν στην πολιτική πρακτική της, η οποία εκφράζεται στην οικονομία με την άκριτη συνταύτιση με τα συντεχνιακά συμφέροντα και, κυρίως, στον χώρο της Παιδείας με το δόγμα της «ήσσονος προσπάθειας», της βαθιάς υποτίμησης της αξιοκρατίας, του «σταλινικού προτύπου» («ο μη μεθ’ ημών, καθ’ ημών»), της άλωσης με την τακτική του «εισοδισμού» των «ημετέρων», βασικών αξόνων στο πανεπιστήμιο, την οικονομία, τον πολιτισμό, έστω, και κυρίως, παρ’ αξία με την επίκληση του «κινδύνου της Δεξιάς»!

Ο πολιτικός, «Στα βήματα του Έστερναχ», επιζητεί και διεκδικεί τη συνέχεια στον αναλυτικό κοινωνιολογικό λόγο του πρόσφατου Νεοελληνικού Διαφωτισμού, αλλά λανθάνει της προσοχής του ότι η πορεία αυτής της χώρας στα 180 χρόνια του ελεύθερου βίου της παραδέρνει μεταξύ της βυζαντινής παράδοσης, των ισχυρών καταλοίπων της οθωμανοκρατίας και της ένθερμης επιθυμίας για το νέο, το καινούργιο.

•«Γνώρισμα χαρακτηριστικό στην ιστορική μας πραγματικότητα, ο δυαδισμός αυτός αποτελεί βασικό πρόβλημα του νεοελληνικού πολιτισμού. Παρουσιάζει όχι μόνο τις φυσικές σε κάθε εξέλιξη πολιτισμού αντιθέσεις, λ.χ. το παλιό και το νέο, τη στασιμότητα και την κίνηση, τη μορφή και την ουσία, μα ένα πλήθος άλλα φαινόμενα που μπορούμε να συνοψίσουμε ως αντιθέσεις μεταξύ Ανατολής και Δύσης, Βυζαντίου κι Ελλάδας. Και εδώ ίσα ίσα έχουμε την εξήγηση γιατί ο ελληνικός λαός, παρά την πλαστική του προδιάθεση και ικανότητα, δεν μπόρεσε ακόμα να έχει σ’ όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του κάποια βαθύτερη ενότητα ρυθμού, που είναι έντεχνη κι όχι μονάχα πηγαία κι ανεξέλιχτη λαϊκή, ή ξενική κι ανεδαφική». (Δημοσθ. Δανιηλίδης)

Ο πολιτικός «Στα βήματα του Έστερναχ», οριοθετεί το «μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της δεκαετίας του 1990» και τονίζει ότι «το πνεύμα του μεταρρυθμιστικού μας προγράμματος εκείνης της εποχής παραμένει και σήμερα ζωντανό, ακριβώς γιατί το κοινωνικό αίτημα της μεταρρύθμισης παραμένει ζωντανό…». Διασκελίζει, όμως, παρά το ισχυρό στοιχείο της αυτοκριτικής, που διαπερνά τις 153 σελίδες των σκέψεών του, το ότι η δεκαετία του 1990 διαδέχθηκε εκείνη του 1980, στη διάρκεια της οποίας, αρχής γενομένης από τη Μεταπολίτευση και τη συντηρητική εισαγωγή στη μεταδικτατορική πορεία της χώρας, κυριάρχησε η συστηματική προσπάθεια εκμηδένισης του πνεύματος και του οράματος της αντιδικτατορικής αντίστασης και η ανατροπή της κοινωνικής Πυραμίδας Αξιών.

Η Θεωρία του Θυρωρού καθίσταται, πλέον, η κυρίαρχη κοινωνική αξία!..

Στο τέρμα των «Βημάτων του Έστερναχ» ο πολιτικός συναπαντιέται και πάλι με τον διανοούμενο και ο τελευταίος στις «όχθες της Βαβυλώνας» αναστενάζει» για την ασύμμετρη ανάπτυξη τεχνικής και ηθικής» για την «κάμψη της δημοκρατικής αρετής», για το «μεγάλο ιδεολογικό κραχ».

Ο διανοούμενος, το «έλλειμμα της πολιτικής ζωής μας», διαχέει και πάλι την αισιοδοξία και σημαίνει συναγερμό:

•«Η ελληνική κοινωνία πρέπει να μην υποκύψει στην ιδεολογική τρομοκρατία που ασκούν καθημερινά οι εύκολοι διαδηλωτές της ακινησίας τους. Να απαλλαγεί από τα είδωλα της λαϊκής πλάνης και τις συσκοτισμένες διάνοιες του “δημόσιου” λόγου…».


Σχολιάστε εδώ