Δεν βλέπουν τι γίνεται γύρω μας;

Σύμφωνα με στοιχεία που περιέχονται σε παλιότερο άρθρο της Στόινας Πορομάνσκα, καθηγήτριας του τμήματος Νεοελληνικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου Σόφιας, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ελληνική Διεθνής γλώσσα» του ΟΔΕΓ (έτος 16, τόμος Ζ΄, τ. 8, σελ. 408), κάθε χρόνο πάνω από 2.500 νέοι στη Βουλγαρία συναγωνίζονται για να εισαχθούν στο τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας του Παν/μίου της Σόφιας, που ιδρύθηκε το 1993 και όπου τελικά εισάγονται μόνο 25 άτομα. (Το 1996/97 οι υποψήφιοι ήταν 2.055, το 1997/98 2.900, το1999/00 2.385, το 2000/2001 2.519, το 2002/2003 2.682. Για το αντίστοιχο τμήμα Αγγλικής φιλολογίας στο ίδιο Πανεπιστήμιο οι υποψήφιοι είναι κάθε χρόνο περίπου 800-900, δηλαδή σχεδόν το 1/3 των υποψηφίων για την Ελληνική φιλολογία.

Η είδηση επιβεβαιώνει αυτό που κατ’ επανάληψιν έχει διαπιστωθεί και για Βουλγαρία και για FYROM και για Αλβανία, ότι δηλαδή οι γείτονες διψούν για εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας και για άλλους λόγους, αλλά και για να διεκδικήσουν οι νέοι των χωρών αυτών μια θέση εργασίας στις 3.500 περίπου ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στα Βαλκάνια.

Δυστυχώς, οι κάθε λογής αρμόδιοι στη χώρα μας δεν βλέπουν τι γίνεται γύρω μας και δεν φρόντισαν να αξιοποιηθούν οι εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή. Στις βόρειες γειτονικές χώρες υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες πολίτες ελληνικής καταγωγής που μιλούν μόνο την ελληνική γλώσσα και θα ήθελαν να τη μάθουν καλύτερα, ενώ παράλληλα εκατομμύρια πολιτών από αυτές τις χώρες θα ήθελαν να μάθουν Ελληνικά κυρίως για να βρουν εργασία στις ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιήθηκαν στην περιοχή μετά το 1990 και σε διευθυντικές θέσεις τουλάχιστον αναζητούν στελέχη από την τοπική αγορά με επιθυμητό προσόν και τη γνώση της ελληνικής γλώσσας. Γι’ αυτό κι όσοι νέοι από αυτές τις χώρες είχαν έλθει για σπουδές σε ελληνικά ΑΕΙ μετά το 1990 ήδη εργάζονται στις χώρες τους ως διευθυντικά στελέχη των επιχειρήσεων ελληνικών συμφερόντων.

Όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις μοιρολατρικά παρακολούθησαν τις εξελίξεις και πέρασαν 18 χρόνια από το 1990 χωρίς να δημιουργηθεί κάτι αντίστοιχο του Ινστιτούτου Γκαίτε, ή του Γαλλικού Ινστιτούτου που να ιδρύσει κέντρα διδασκαλίας Ελληνικής γλώσσας στις γειτονικές χώρες με προσδοκώμενο αποτέλεσμα η ελληνική γλώσσα σε μερικά χρόνια να αποτελεί τη γλώσσα εργασίας της περιοχής, όπως την εποχή του Ρήγα Φεραίου, και να ακτινοβολεί ο Ελληνισμός. Βεβαίως υπάρχουν κάποια φροντιστήρια Ελληνικής γλώσσας (κυρίως στη FYROM και τη Βουλγαρία) που συντηρούν φορείς σωματειακής μορφής από την Ελλάδα, αλλά όσο κι αν είναι αξιέπαινη η προσπάθεια αυτή δεν μπορεί να καλύψει το κενό, ενώ θα έπρεπε να υπάρχει και πρόγραμμα χορήγησης υποτροφιών για μεταπτυχιακές σπουδές πτυχιούχων ΑΕΙ από αυτές τις χώρες σε ελληνικά ΑΕΙ…

Εμείς αντί αυτού, ακόμη και σε μερικές δεκάδες νέων ομογενών Σαρακατσάνων από τη Βουλγαρία που ήλθαν για σπουδές στο ΑΠΘ, ζητήσαμε δίδακτρα… ελλείψει νομοθετικής ρύθμισης.

Γνωρίζοντας τη βαλκανική πραγματικότητα και διατηρώντας πλέγμα φιλικών σχέσεων με τον επιστημονικό κόσμο σε αρκετές βαλκανικές χώρες, νομίζω πως και τώρα ακόμη, στο δώδεκα παρά ένα λεπτό, η χώρα μας πρέπει να ξυπνήσει και να χαράξει βαλκανική πολιτική με μακροπρόθεσμους στόχους. Είναι στη σωστή κατεύθυνση η δημιουργία του Διεθνούς Πανεπιστημίου στη Θεσσαλονίκη, που μακροπρόθεσμα πολλά θα προσφέρει, αλλά πρέπει άμεσα να εξετασθεί η δυνατότητα δημιουργίας ενός φορέα διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας στο εξωτερικό και κατά προτίμηση στις γειτονικές βαλκανικές χώρες. Αν αυτό γίνει, είναι σχεδόν βέβαιο ότι σε 15-20 χρόνια σημαντικό ποσοστό κατοίκων των γειτονικών χωρών θα ομιλεί την ελληνική γλώσσα, η οποία (όσο κι αν φαίνεται απίστευτο) σε κάποιο βαθμό θα μπορούσε να καταστεί γλώσσα εργασίας στα Βαλκάνια.

* Ο Δημήτρης Α. Γαρούφας είναι δικηγόρος-συγγραφέας, πρόεδρος του ΚΘΒΕ και πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης


Σχολιάστε εδώ