Άγνωστα παρασκήνια της εποχής της παντοδυναμίας της Μιμής και της συντροφιάς της

Ένας τίτλος που δεν δίνει την εντύπωση ότι στις 344 σελίδες του κρύβονται άγνωστα παρασκήνια της εποχής της παντοδυναμίας της Μιμής και της συντροφιάς της, όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Βαγγέλης Κουλουμπής, ένας τεχνοκράτης που, και πριν ως πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου και μετά ως υπουργός, έκανε έργο σημαντικό, πρόσφερε πολλά, άνοιξε δρόμους και όλα εκείνα τα χρόνια καμία σκιά εναντίον του δεν υπήρξε. Και αυτό βγαίνει απερίφραστα διαβάζοντας το τελευταίο κεφάλαιο, με το οποίο κλείνει την αυτοβιογραφία του των 15 χρόνων παρουσίας του στην πολιτική ζωή της χώρας, που τιτλοφορείται «Φεύγω με το κεφάλι ψηλά», αρνούμενος να συμβιβαστεί με τη Μιμή και την παρέα της, πετώντας την παραίτησή του. Αυτό το κεφάλαιο παρουσιάζει το «ΠΑΡΟΝ» σήμερα ολόκληρο:

Βρέθηκα ανάμεσα σε δύο πυρά…

Τα Μεγάλα Έργα κυριάρχησαν στα χρόνια 1987 και 1988. Για το υπουργείο Δημοσίων Έργων ήσαν σημαντικές χρονιές. Κατ’ αρχάς έπρεπε να αποπερατωθεί η κατασκευή του αυτοκινητόδρομου Κορίνθου – Τρίπολης.

Παράλληλα, βέβαια, έπρεπε να προωθήσουμε τις δημοπρατήσεις όλων των Μεγάλων Έργων για τα οποία είχε ληφθεί η απόφαση προώθησής τους από το Υπουργικό Συμβούλιο.

Αυτά τα χρόνια, όμως, η πολιτική ζωή στη χώρα μας δηλητηριάστηκε από το σκάνδαλο Κοσκωτά.

Ο νέος επιχειρηματίας Γ. Κοσκωτάς είχε καταφέρει να κυριαρχήσει και στον οικονομικό αλλά και στον εκδοτικό τομέα. Αυτό το «φαινόμενο Κοσκωτά» είχε καταφέρει να αγοράσει μια σημαντική τράπεζα, να αγοράσει την «Καθημερινή» με τις κτιριακές της εγκαταστάσεις στην Παλλήνη, να εκδώσει μια νέα εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας, τις «24 Ώρες», και γενικά να κυριαρχήσει. Όλα αυτά αποδείχθηκαν ότι ήταν μια «φούσκα» με ύποπτη διαδρομή του ίδιου και τελικά είχαν αποτέλεσμα να οδηγηθεί ο ίδιος στη φυλακή.

Η άνοδος του Κοσκωτά έβγαλε σε πόλεμο τους άλλους εκδότες.

Ο πόλεμος ήταν κυρίως ανάμεσα στο «Έθνος» (Μπόμπολας και Φιλιππόπουλος) και στον Κοσκωτά. Και εγώ τότε, ως ΥΠΕΧΩΔΕ, βρέθηκα ανάμεσα στα δύο πυρά. Από τη μια το «Έθνος» με κτυπούσε γιατί δεν κατεδάφιζα τις παράνομες εγκαταστάσεις στην Παλλήνη και από την άλλη ο Κοσκωτάς, γιατί δεν του έκανα το χατίρι να τις νομιμοποιήσω. Η ιστορία, με λίγα λόγια, ήταν η εξής: Μετά τις καταγγελίες του «Έθνους» έδωσα εντολή στο αρμόδιο Πολεοδομικό Γραφείο της Αγ. Παρασκευής να κάνει αυτοψία και να συντάξει έκθεση.

Πραγματικά το Πολεοδομικό Γραφείο διαπίστωσε τις παραβάσεις, έκανε διακοπή των εργασιών και εφάρμοσε τις νόμιμες διαδικασίες. Με βάση τη νομοθεσία, δεν είχε το δικαίωμα να κατεδαφίσει τα παράνομα κτίσματα. Μπορούσε, όμως, να τα νομιμοποιήσει, βάζοντας ένα υψηλό πρόστιμο που ήταν μεγαλύτερο από την αξία των κτισμάτων.

Η συνήθης πρακτική είναι: Όταν μια βιομηχανία θέλει υπέρβαση (σε ύψη π.χ.) κάνει πρόταση το αρμόδιο υπουργείο Βιομηχανίας και δηλώνει ότι συνηγορεί στην έγκριση αυτής της παρέκκλισης. Στη συνέχεια το αρμόδιο Συμβούλιο στο ΥΠΕΧΩΔΕ επιλαμβάνεται και λέει αν πρέπει ή όχι να δοθεί η άδεια παρέκκλισης. Αυτό γίνεται σε χιλιάδες περιπτώσεις. Αυτό έγινε και στην περίπτωση της Παλλήνης. Και επιβλήθηκε πρόστιμο υψηλό, μεγαλύτερο του κόστους των παράνομων κτισμάτων. Και οι δύο πλευρές, όμως, δεν συμφώνησαν και άρχισαν τον πόλεμο προσωπικά εναντίον μου. Το μεν «Έθνος», επειδή δεν κατεδάφιζα τα κτίρια στην Παλλήνη, άρχισε βρώμικο προσωπικό πόλεμο. Έφθασε να… με χωρίσει ακόμη και από τη γυναίκα μου! Με τον Γιώργο Μπόμπολα είχα μια παλιά πολύχρονη φιλία, που μάλιστα εξελίχθηκε και σε συνεργασία επαγγελματική. Η υπόθεση Κοσκωτά ήταν η βασική αιτία να διακόψουμε τις φιλικές μας σχέσεις. Ήταν τόσο μεγάλο το μένος του «Έθνους» εναντίον μου, που ο Γ. Μπόμπολας έφθασε να πει στο Ειδικό Δικαστήριο, που είχε παραπέμψει τον Ανδρέα Παπανδρέου, ότι «ο Κουλουμπής έπρεπε να είναι μεταξύ των κατηγορουμένων»!

«Να δεις τον Κοσκωτά…»

Από την άλλη πλευρά, όταν σταμάτησα τα έργα στην Παλλήνη, ζήτησε να με δει ο Κοσκωτάς. Και εγώ δεν τον δέχτηκα. Τότε ο Κοσκωτάς έκανε τα παράπονά του στον πρωθυπουργό, ο οποίος έβαλε τον Αντ. Λιβάνη να μου τηλεφωνήσει για να δεχτώ τον Κοσκωτά. Του είπα ότι δεν θα τον δεχτώ. Και παρά τις αφόρητες πιέσεις δεν τον δέχτηκα. Και έτσι ο Κοσκωτάς άρχισε καθημερινά τον πόλεμο εναντίον μου. Κάθε μέρα τα έντυπά του με έβριζαν με τον χειρότερο τρόπο.

Εκείνη η περίοδος ήταν για μένα η χειρότερη. Να έχεις τόση δουλειά στο υπουργείο και από την άλλη να προσπαθείς να απαντήσεις στις άδικες κατηγορίες και των δύο πλευρών δεν ήταν ό,τι καλύτερο για μένα. Πολύ περισσότερο όταν στα πολλά χρόνια που ήμουν πρόεδρος TEE και στη συνέχεια υπουργός σε πέντε υπουργεία, είχα πάντα καλή αντιμετώπιση από τα ΜΜΕ.

Δεν είχα συνηθίσει σε τέτοιες καταστάσεις. Και αισθανόμουν πολύ άσχημα.

Σ’ αυτό βοηθούσε και το κλίμα που είχε δημιουργηθεί σε βάρος της κυβέρνησης και των στελεχών του ΠΑΣΟΚ.

Μου έλεγαν άλλοι υπουργοί του

ΠΑΣΟΚ ότι δεν τολμούσαν να κυκλοφορήσουν μόνοι τους, γιατί κάποιοι «φανατικοί» τους έβριζαν χυδαία και τους αποκαλούσαν κλέφτες. Εγώ είναι αλήθεια ότι, ενώ κυκλοφορούσα μόνος πηγαίνοντας με τα πόδια στο υπουργείο, δεν είχα ποτέ τέτοια μεταχείριση. Μου υπεδείχθη, όμως, από τον αρμόδιο υπουργό Δημόσιας Τάξης να συνοδεύομαι από αστυνομικό, όταν πήγαινα πεζός στο υπουργείο. Όσο περνούσε ο καιρός και πλησιάζαμε προς τις εκλογές τα πράγματα χειροτέρευαν.

Μετά το καλοκαίρι του 1988 αισθανόμουν και κουρασμένος και απογοητευμένος. Βρισκόμουν σε πολύ κακή ψυχολογική κατάσταση.

«Βαγγέλη, τι έχεις μαζί μου…»

Τότε συνέβη και κάτι άλλο που με αναστάτωσε. Σε Υπουργικό Συμβούλιο ο πρωθυπουργός ήρθε προς το μέρος μου και μου ψιθύρισε ότι θέλει να με δει όταν τελειώσει η συνεδρίαση. Πράγματι, μετά τη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου πήγα στο γραφείο του πρωθυπουργού, που ήταν τότε στη Βουλή.

Εκεί με μεγάλη έκπληξη τον άκουσα να με ρωτάει: «Βαγγέλη, τι έχεις μαζί μου;» Και όταν με «ανοικτό στόμα» του απάντησα «γιατί το λες πρόεδρε;» μια και δεν υποψιαζόμουν τίποτα, μου απάντησε με παράπονο, αλλά και επιτιμητικά. «Γιατί, Βαγγέλη, κυνηγάς τον Καπόπουλο;» Έπεσα από τα σύννεφα και τότε συνειδητοποίησα τι είχε συμβεί.

Ο Καπόπουλος ήταν αρχιτέκτονας, υπάλληλος του ΥΠΕΧΩΔΕ, που υπηρετούσε στη Διεύθυνση Παραδοσιακών και Διατηρητέων Κτιρίων. Και επειδή ο Καπόπουλος δεν πήγαινε στην υπηρεσία του, η διευθύντριά του μου είχε υποβάλει αναφορά και μου ζητούσε την τιμωρία του. Εγώ, τότε, όπως θα έκανα σε κάθε περίπτωση, τον έστειλα στο Υπηρεσιακό Συμβούλιο, με το ερώτημα της απόλυσης και συγχρόνως τον μετέθεσα στην Τρίπολη.

Όλα αυτά έγιναν αυτόματα, χωρίς να σκεφτώ ποιος είναι ο Καπόπουλος και χωρίς να με ενημερώσει η διευθύντριά του γι’ αυτό. Μετά την ψυχρολουσία ρώτησα «βλακωδώς» τον πρωθυπουργό γιατί ενδιαφέρεται για τον Καπόπουλο και εκείνος με τη γνωστή του αφέλεια μου απάντησε ότι «είναι ο σύζυγος της φίλης μου»! Βρέθηκα σε πολύ δύσκολη θέση, γιατί οι σχέσεις μου με τον πρωθυπουργό στα πολλά χρόνια που ήμουν υπουργός ήσαν περισσότερο από άψογες.

Καλός κουμανταδόρος ο Μένιος

Τα ηνία στην κυβέρνηση τα ανέλαβε όταν ο Ανδρέας πήγε στο Λονδίνο ο Μένιος Κουτσόγιωργας. Στο μικρό διάστημα της θητείας του ως «πρωθυπουργεύων», παρά τις σκληρές επιθέσεις που δεχόταν τότε από την αντιπολίτευση για σκάνδαλα για «χρηματισμό», απέδειξε τουλάχιστον ότι ήταν καλός «κουμανταδόρος». Ειδικά στον συντονισμό της κυβέρνησης τα πήγε καλά. Αυτό το διαπίστωσαν όλοι οι υπουργοί και περισσότερο οι υπουργοί που είχαν να χειριστούν τα πιο σημαντικά θέματα, όπως το ΥΠΕΧΩΔΕ (κυρίως με τα Μεγάλα Έργα).

Σ’ αυτήν την «περίοδο Κουτσόγιωργα» έγινε και ένα επεισόδιο που κουβεντιάστηκε σε μεγάλη κλίμακα.

Ο Κουτσόγιωργας είχε συγκαλέσει στο γραφείο του Μικρό Υπουργικό Συμβούλιο, που θα συζητούσε προβλήματα της ευρύτερης περιοχής της πρωτεύουσας. Σ’ αυτήν τη συνεδρίαση πήγα λίγο καθυστερημένος. Και έκπληκτος βλέπω ότι στο τραπέζι καθόταν, εκτός από τους υπουργούς, και ο Τουρλουμούσης, αρχιτέκτονας, σύζυγος φίλης της Μιμής. Ο Τουρλουμούσης ήταν βέβαια φίλος του Καπόπουλου και υπηρετούσε κι αυτός στο ΥΠΕΧΩΔΕ, στη Διεύθυνση Διατηρητέων Κτιρίων. Στο γραφείο του Κουτσόγιωργα είχαμε Υπουργικό Συμβούλιο με ισότιμη παρουσία κάποιου υπαλλήλου μου.

Ποιος είναι ο κύριος;

Αυτό το θεώρησα απαράδεκτο, «μου άναψαν τα λαμπάκια» όπως λένε, και εξοργισμένος ρώτησα τον Κουτσόγιωργα ποιος είναι ο κύριος και τι θέλει στη συνεδρίαση υπουργών. Φαίνεται ότι ήμουν πολύ εξοργισμένος. Ο Κουτσόγιωργας κατάλαβε και αμέσως σταμάτησε τη συνεδρίαση. Αφού τελείωσε κακήν κακώς η συνεδρίαση του μικρού Υπουργικού Συμβουλίου και μείναμε εγώ με τον Κουτσόγιωργα, μου είπε: «Βαγγέλη, είσαι τρελός; Δεν ξέρεις ότι ο Τουρλουμούσης είναι προσωπικός φίλος του πρωθυπουργού;»

Ήταν η εποχή της απόλυτης κυριαρχίας της Μιμής και της συντροφιάς της.

Θα παραιτηθώ

Βέβαια εγώ δεν μπορούσα να δεχτώ τέτοιες καταστάσεις. Έτσι, μετά και από αυτό το επεισόδιο αισθανόμουν να «πνίγομαι». Κατάλαβα ότι δεν μπορούσα να συνεχίσω κάτω από τέτοιες συνθήκες και ζήτησα από τον Κουτσόγιωργα να δεχτεί την παραίτησή μου.

Εκείνος ούτε ήθελε ν’ ακούσει κάτι τέτοιο. Σκεφτόταν τις επιπτώσεις «μιας παραίτησης Κουλουμπή» και προσπάθησε να με πείσει να μην επιμείνω. Μου ζήτησε να καταλάβω τις δύσκολες στιγμές που περνούσε η κυβέρνηση, μέσα σ’ ένα κλίμα άγριας σκανδαλολογίας, και με παρακάλεσε να μην παραιτηθώ.

Εγώ όμως είχα πάρει τις αποφάσεις μου και ήμουν ανένδοτος. Τότε με παρακάλεσε να του δώσω μια μικρή προθεσμία για να βρει κάποια δικαιολογία για την παραίτησή μου.

Την προθεσμία τη ζήτησε για να βρει την κατάλληλη ευκαιρία, όπως μου είπε. Του είπα ότι αν σε 15 μέρες δεν τακτοποιήσει το ζήτημα, τότε θα κάνω μόνος μου δήλωση παραίτησης. Συμφωνήσαμε. Πέρασαν οι 15 μέρες και δεν έγινε τίποτα. Ξαναπήρα στο τηλέφωνο τον Κουτσόγιωργα. Κατάλαβε ότι ήμουν αποφασισμένος να αποχωρήσω. Και εντός δύο ημερών είχε βρει τη λύση. Ανακοίνωσε ότι οι υπουργοί Ε. Κουλουμπής και Γιάννης Φλώρος αντικαταστάθηκαν, χωρίς να διαφωτίζει αν παραιτηθήκαμε ή αν μας «παραίτησαν».

Μετά την ανακοίνωση «αντικατάστασης» της παραίτησής μας με πήρε τηλέφωνο ο Γιάννης Φλώρος, υπουργός Υγείας τότε και αγαπητός φίλος. Ήταν έκπληκτος και με ρώτησε αν γνώριζα τίποτα…

Του απάντησα βέβαια ότι… δεν είχα
ιδέα. Πώς να του πω ότι εγώ ήμουν ο
υπαίτιος για την «παραίτησή του» από
υπουργός Υγείας…

Στην κοινή γνώμη δημιουργήθηκε η απορία γιατί δύο υπουργοί πετυχημένοι και τίμιοι φεύγουν από την κυβέρνηση. Στο υπουργείο Δημοσίων Έργων δημιουργήθηκε μεγάλος θόρυβος. Αντικαταστάτης μου ορίστηκε ο Κεδίκογλου.

Η παράδοση του υπουργείου έγινε μέσα σε έντονο συγκινησιακό κλίμα.

Με όλον αυτόν τον κόσμο του υπουργείου είχα δημιουργήσει δεσμούς στα πολλά χρόνια συνεργασίας μας, είτε ως μηχανικός και εργολήπτης Δημοσίων Έργων είτε ως πρόεδρος του TEE, είτε ως υπουργός Δημοσίων Έργων για πολλά χρόνια.

Στην τελετή που έγινε, κατά τη διάρκεια της ομιλίας μου, οι πιο πολλοί έκλαιγαν. Την αποχώρησή μου από το ΥΠΕΧΩΔΕ ο Τύπος την αντιμετώπισε με κολακευτικά για μένα σχόλια και με πολύ καλά λόγια. Ακόμη και το «εχθρικό συγκρότημα», λόγω της υπόθεσης Κοσκωτά, απέφυγε να κάνει δυσμενή σχόλια.

Όλες οι άλλες μόνο καλά λόγια βρήκαν να πουν. Ακόμη και η «Καθημερινή» βγήκε με τίτλο «Φεύγω με το κεφάλι ψηλά» που ήταν μια αποστροφή της ομιλίας μου κατά την αποχώρηση.

Αν αναλογιστεί κανείς το νοσηρό κλίμα σκανδαλολογίας που επικρατούσε εκείνη την εποχή, θα καταλάβει πόσο σημαντικό ήταν αυτό για μένα. Η κοινή γνώμη στο σύνολό της αναγνώριζε την εντιμότητά μου. Αναγνώριζε θετικά την πολύχρονη παρουσία μου στα δημόσια πράγματα. Κι αυτό μου το έδειχναν και οι πολίτες όλα τα επόμενα χρόνια.

Αυτό ήταν μεγάλη ικανοποίηση για μένα…

Ο σύζυγος της Μιμής δημιουργεί κρίση…

Ο πρωθυπουργός όλα αυτά τα χρόνια με περιέβαλλε με την απόλυτη εμπιστοσύνη του και μου έδειχνε με κάθε τρόπο την προσωπική του συμπάθεια.

Ποτέ και τίποτα δεν σκιάσε τις σχέσεις μας. Και τώρα ερχόταν μια «αστεία περίπτωση» για να μας δημιουργήσει προβλήματα. Πολύ περισσότερο που τότε ήσαν εμφανή τα σημάδια της αρρώστιας του, που σύντομα τον οδήγησαν στο Λονδίνο για εγχείρηση καρδιάς. Του ζήτησα συγγνώμη γιατί του δημιούργησα, άθελά μου, κάποιο πρόβλημα και του είπα ότι για την «απόλυση Καπόπουλου» δεν υπήρχε πρόβλημα. Ήταν βαριά η ποινή που προτείναμε και η Επιτροπή θα τον έκρινε με επιείκεια. Για τη «μετάθεσή» του όμως στην Τρίπολη δεν μπορούσα να αναιρέσω την απόφασή μου.

Και αν ο πρωθυπουργός επέμενε, θα έπρεπε να με «παραιτήσει» από υπουργό και ο νέος υπουργός να υπογράψει την ανάκληση της μετάθεσης Καπόπουλου. Ο πρωθυπουργός, που δεν επιθυμούσε να φύγω από την κυβέρνηση, βρήκε άλλη λύση. Έστειλε τον Καπόπουλο σύμβουλο του Τρίτση!

Ο Τρίτσης ήταν τότε υπουργός Παιδείας. Με αυτόν τον τρόπο τακτοποιήθηκε και η υπόθεση Καπόπουλου και η παραμονή μου στο ΥΠΕΧΩΔΕ. Η κατάσταση της υγείας του πρωθυπουργού εξελίχθηκε ραγδαία προς το χειρότερο. Και σύντομα έφυγε για Λονδίνο για να του κάνει ο περίφημος Γιακούμπ εγχείρηση καρδιάς.


Σχολιάστε εδώ