Εγγυήθηκε τις καταθέσεις και των εκατομμυριούχων!
Την ίδια ώρα ο υπουργός επιχειρούσε να καθησυχάσει τους δανειολήπτες, που φοβούνται ότι μπορεί να χάσουν τα σπίτια τους από μικρή οφειλή καταναλωτικού δανείου ή πιστωτικής κάρτας. Όμως, και σε αυτήν την περίπτωση οι εντυπώσεις που δημιουργούνται είναι παραπλανητικές, όπως τονίζουν σοβαροί νομικοί, αφού η προστασία από κατασχέσεις για οφειλές μέχρι 20.000 ευρώ προσφέρεται με τέτοιους περιορισμούς, που την καθιστούν πρακτικά ανεφάρμοστη!
«Αυξάνεται το ποσό κάτω από το οποίο δεν επιτρέπεται ο πλειστηριασμός της μοναδικής κατοικίας του δανειολήπτη, από 10.000 σε 20.000 ευρώ», τόνισε την Πέμπτη ο κ. Αλογοσκούφης, σε μια παρέμβαση που στόχο είχε να καθησυχάσει το κοινό για τις παρενέργειες της διεθνούς κρίσης. Και σε άλλο σημείο των δηλώσεών του ανήγγειλε με στόμφο ότι «οι καταθέσεις των πολιτών σε όλες τις τράπεζες που λειτουργούν στην Ελλάδα είναι απολύτως εγγυημένες».
Ακούγοντας την Πέμπτη τον κ. Αλογοσκούφη, ένας πλημμελώς ενημερωμένος πελάτης τράπεζας (δηλαδή η πλειονότητά τους…) μπορεί να σχημάτιζε την απατηλή εντύπωση ότι δεν κινδυνεύει το σπίτι του αν έχει πρόβλημα εξυπηρέτησης κάποιων καταναλωτικών δανείων μέχρι του ποσού των 20.000 ευρώ. Ή ότι υπάρχει κάποιου είδους απεριόριστη κρατική εγγύηση σε όλες τις καταθέσεις στις τράπεζες που λειτουργούν στη χώρα μας.
Η σκληρή αλήθεια, όμως, είναι πολύ διαφορετική και στις δύο περιπτώσεις: Και σπίτια θα συνεχίσουν να κατάσχονται ακόμη και για οφειλές 1.000 ευρώ και οι καταθέσεις θα συνεχίσουν να έχουν πολύ περιορισμένη κάλυψη, μέχρι του ποσού των 20.000 ευρώ, που δεν καλύπτει ούτε καν τους ασθενέστερους καταθέτες, οι οποίοι με οικονομίες μιας ζωής μπορεί να έχουν συγκεντρώσει 30.000 ή 40.000 ευρώ.
Διεθνής τραγέλαφος
Οι δηλώσεις Αλογοσκούφη για τις καταθέσεις δημιούργησαν γρήγορα διεθνή αναστάτωση, καθώς έγκυρα διεθνή πρακτορεία, όπως το Reuters, μετέδωσαν ότι η Ελλάδα σκοπεύει να ακολουθήσει το παράδειγμα της Ιρλανδίας και να γίνει η δεύτερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που προσφέρει εγγύηση στις καταθέσεις χωρίς πλαφόν. Μέσα σε λίγα 24ωρα στην Ιρλανδία εισέρρευσαν, κυρίως από τη Βρετανία, κεφάλαια της τάξεως των 6,5 δισ. ευρώ, μετά την ανακοίνωση αυτή.
Η ιρλανδική κυβέρνηση έχει προβλέψει με νομοθετική ρύθμιση ότι η πλήρης εγγύηση καταθέσεων θα έχει μόνο διετή ισχύ και δεν θα προσφερθεί από τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά με αύξηση των ασφαλίστρων που πληρώνουν οι τράπεζες στον Ειδικό Οργανισμό Εγγύησης Καταθέσεων. Το κόστος αυτό είναι βέβαιο ότι θα μεταφερθεί σε όλους τους πελάτες των τραπεζών, με τη μορφή υψηλότερων επιτοκίων χορηγήσεων ή χαμηλότερων επιτοκίων καταθέσεων. Έτσι, ακόμη και οι ασθενέστεροι οικονομικά πελάτες των τραπεζών θα καταλήξουν να πληρώνουν ασφάλιστρα για να καλύπτονται με εγγυήσεις οι καταθέσεις των εκατομμυριούχων!
Την Παρασκευή ο κ. Αλογοσκούφης αντιλήφθηκε την γκάφα και έσπευσε μέσω διαρροών να διευκρινίσει ότι η κυβέρνηση απλώς σχεδιάζει να αυξήσει από 20.000 σε 30.000 ευρώ το όριο εγγύησης καταθέσεων και έχει ζητήσει σχετική έγκριση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Και αυτό το όριο, πάντως, θεωρείται αρκετά χαμηλό με βάση τα διεθνή πρότυπα: Στη Βρετανία αυξήθηκε πρόσφατα στις 35.000 λίρες (πάνω από 50.000 ευρώ), ενώ και ο Γ. Παπανδρέου, σύμφωνα με πληροφορίες του «Π», έχει εισηγήσεις να προτείνει τις επόμενες ημέρες μεγάλη αύξηση του ορίου εγγύησης.
Τι ισχύει σήμερα
Το σημερινό καθεστώς εγγύησης των καταθέσεων δεν εγγυάται ούτε σε μια ηλικιωμένη συνταξιούχο με οικονομίες 25.000 ευρώ ότι θα πάρει πίσω τα χρήματά της, αν χρεοκοπήσει η τράπεζα. Οι ελληνικές κυβερνήσεις κράτησαν στο χαμηλότερο όριο που επιτρέπει η Ευρωπαϊκή Ένωση το ποσό της εγγύησης από το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων (νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, ελεγχόμενο από την Τράπεζα της Ελλάδος και τις εμπορικές τράπεζες), επιβάλλοντας αντίστοιχα χαμηλά ασφάλιστρα στις τράπεζες, χωρίς όμως αυτή η ελάφρυνση να φθάσει ποτέ στους πελάτες των τραπεζών.
Με απλά λόγια, για να είναι σχετικά ασφαλής ένας καταθέτης για ποσά άνω των 20.000 ευρώ, θα πρέπει να «σπάσει» τις καταθέσεις του σε τμήματα των 20.000 ευρώ και να τις διασπείρει σε περισσότερες από μία τράπεζες. Μάλιστα, το ποσό των 20.000 μπορεί να μη δοθεί στο σύνολό του, αν ο πελάτης έχει και κάποια υποχρέωση στην τράπεζα. Για παράδειγμα, ένας καταθέτης με 15.000 ευρώ, που ταυτόχρονα οφείλει 10.000 ευρώ στην τράπεζα για ένα πενταετές καταναλωτικό δάνειο, θα πάρει πίσω μόνο 5.000 ευρώ αν η τράπεζα καταρρεύσει, δηλαδή θα υποχρεωθεί να εξοφλήσει πρόωρα το καταναλωτικό του δάνειο.
Κατασχέσεις για… ψίχουλα
Σε ό,τι αφορά τις κατασχέσεις ακινήτων για μικρά ποσά οφειλών, ούτε η ισχύουσα από το 2007 ρύθμιση για την προστασία των δανειοληπτών ούτε και η τροποποιημένη σχετική διάταξη που δόθηκε στη δημοσιότητα την Πέμπτη παρέχουν ουσιαστική προστασία στους ασθενείς οικονομικά δανειολήπτες, οι οποίοι μπορεί να έχουν δυσκολίες εξυπηρέτησης των υποχρεώσεών τους, χωρίς όμως να είναι μπαταχτσήδες.
Η ισχύουσα ρύθμιση (νόμος 3587/2007, άρθρο 14, παράγραφος 11), που αναθεωρείται μόνο σε ό,τι αφορά το ποσό (από 10.000, το όριο «προστασίας» ανεβαίνει στα 20.000 ευρώ), προβλέπει τα ακόλουθα:
«Δεν επιτρέπεται επιβολή κατάσχεσης για ικανοποίηση απαιτήσεων πιστωτικών ιδρυμάτων και εταιρειών παροχής πιστώσεων, καθώς και των εκδοχέων των απαιτήσεων αυτών από καταναλωτικά δάνεια και πιστωτικές κάρτες επί ακινήτου του οφειλέτη, το οποίο αποδεδειγμένα αποτελεί τη μοναδική κατοικία του εφόσον ασκηθεί από τον ίδιο εντός προθεσμίας 15 ημερών από την επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση , ανακοπή κατά του σχετικού τίτλου εκτέλεσης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 933 επ. ΚΠολ.Δ και συντρέχουν σωρευτικώς οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
– Η απαίτηση της τράπεζας, στο σύνολό της, όπως βεβαιώνεται στον σχετικό τίτλο εκτέλεσης δεν υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ (σ.σ.: το όριο ανεβαίνει στα 20.000 ευρώ με τη νέα ρύθμιση).
– Δεν έχει εγγραφεί, με τη βούληση του οφειλέτη, επιταγή επ’ αυτού, προσημείωση ή υποθήκη υπέρ της δικαιούχου τράπεζας.
– Ο οφειλέτης βρίσκεται σε αποδεδειγμένη και ανυπαίτια αδυναμία να εκπληρώσει τη συμβατική του υποχρέωση.
Εάν δεν έχει ασκηθεί ανακοπή του πρώτου εδαφίου ή αυτή απορριφθεί τελεσιδίκως, δεν εμποδίζεται η επιβολή κατάσχεσης».
Με απλά λόγια, ο δανειολήπτης αποφεύγει την κατάσχεση της ΜΟΝΑΔΙΚΗΣ του κατοικίας (δεν την αποφεύγει αν έχει και δεύτερο σπίτι, ακόμη κι αν είναι εξοχικό), μόνο στην περίπτωση που προλάβει μέσα σε 15 ημέρες να ασκήσει ανακοπή, επιβαρυνόμενος και με τα όχι ευκαταφρόνητα δικηγορικά και δικαστικά έξοδα.
Με την αίτηση ανακοπής, ο δανειολήπτης θα πρέπει να αποδείξει στο δικαστήριο ότι βρίσκεται σε «αποδεδειγμένη και ανυπαίτια αδυναμία» εκπλήρωσης των υποχρεώσεών του, κάτι που είναι πρακτικά πάρα πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο, στις περισσότερες των περιπτώσεων – γι’ αυτό, άλλωστε, και η σχετική διάταξη του 2007 έχει παραμείνει ανεφάρμοστη, με αποτέλεσμα να συνεχίζονται οι κατασχέσεις ακινήτων ακόμη και για ασήμαντα ποσά.
Όπως τονίζουν νομικοί, στην έννοια της «ανυπαίτιας αδυναμίας» υπάγονται λίγες και ακραίες περιπτώσεις, ενώ δεν υπάρχει ως τώρα νομολογία βάσει της οποίας να γίνεται δεκτό ότι ένας δανειολήπτης μπορεί να βρίσκεται σε αδυναμία εξυπηρέτησης των υποχρεώσεών του, μόνο και μόνο επειδή αυξήθηκαν κατακόρυφα τα επιτόκια δανεισμού, κάτι που είναι πιθανό να συμβεί στις σημερινές συνθήκες κρίσης.
Σε αντίθεση, λοιπόν, με τις παραπλανητικές διαβεβαιώσεις Αλογοσκούφη, ο «διάβολος» για τους δανειολήπτες κρύβεται στις λεπτομέρειες των δύο αλλεπάλληλων νομοθετικών ρυθμίσεων, οι οποίες εμφανώς έχουν χρωματιστεί με τις «πινελιές» από τους νομικούς των τραπεζών, κατά τρόπον ώστε να καλύπτονται μόνο ελάχιστες περιπτώσεις από την «προστασία» έναντι των κατασχέσεων…