Ως πότε…

Τρανό παράδειγμα το κυβερνών κόμμα. Όταν ήταν στην αντιπολίτευση -κι ο λαός το καθήλωσε στον ρόλο αυτόν για πολλά χρόνια για ό,τι παρέλειψε να κάνει όταν κυβερνούσε- είχε διαπιστώσει τη δεινή οικονομική κατάσταση των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων κι είχε εκδηλώσει το ενδιαφέρον του γι’ αυτές. Τον Ιούνιο μάλιστα του 2003, ο ίδιος ο κ. Καραμανλής είχε καλέσει τους εκπροσώπους των αποστράτων αξιωματικών στα γραφεία του κόμματος στην οδό Ρηγίλλης και τους είχε ανακοινώσει ότι εφόσον η ΝΔ γίνει κυβέρνηση στις επικείμενες εκλογές θα ψηφίσει νέο, δίκαιο μισθολόγιο των στρατιωτικών με τα εξής στοιχεία: Βασικός Μισθός (ΒΜ) ανθυποσμηναγού 860 ευρώ, σχέση μισθού ανθυποσμηναγού – αντιπτέραρχου 1:3 (860-2.580 ευρώ) και αναλογικό συντελεστή αυξήσεως από βαθμό σε βαθμό 0,25% ή (215 ευρώ). Εκείνη την εποχή ο ΒΜ του ανθυποσμηναγού ήταν 720 ευρώ, η σχέση μισθού ανθυποσμηναγού – αντιπτεράρχου 1:1,95 (720-1.404 ευρώ) και ο συντελεστής αυξήσεως από βαθμό σε βαθμό χωρίς καμία αναλογικότητα, δικαιοσύνη ή λογική. Φυσικά πλην του ΒΜ τα λοιπά δύο στοιχεία παραμένουν τα ίδια και σήμερα.
Και η μεν ΝΔ έγινε κυβέρνηση τον Μάρτιο του 2004 με την ψήφο της συντριπτικής πλειοψηφίας των 700.000 περίπου εν ενεργεία και εν αποστρατεία αξιωματικών ψηφοφόρων μετά των οικογενειών των. Τι θυμήθηκε απ’ όλα όσα υπεσχέθη ο ίδιος ο πρωθυπουργός τον Ιούνιο του 2003; Στην πρώτη τετραετία απολύτως ουδέν.
Έναν μήνα προ των εκλογών του περασμένου Σεπτεμβρίου, γνωρίζοντας προφανώς ότι δεν μπορεί να πάει σε εκλογές χωρίς να πει κάτι για το εκκρεμές αυτό θέμα, το έθεσε και πάλι σε τροχιά. Επιστράτευσε λοιπόν τους δύο συναρμόδιους υπουργούς κ. Αλογοσκούφη και Μεϊμαράκη, οι οποίοι βγήκαν στα κανάλια την 7/8/2007 και ανακοίνωσαν περιχαρείς ότι «υλοποιούν στο έπακρο το υποσχεθέν μισθολόγιο των στρατιωτικών». Και ποιο ήταν το «έπακρο»; Μια μικρή τσόντα 30 περίπου ευρώ, τα οποία υπολείποντο για να φθάσει ο ΒΜ του ανθυποσμηναγού τα 860 ευρώ. Όσο για το 1:3 και το 0,25, αυτά μεταφέροντο στις ελληνικές καλένδες.
Όχι δηλαδή, εκεί που έχουν φθάσει τα πράγματα σήμερα, ότι θα άλλαζε δραστικά τη μισθολογική κατάσταση των αξιωματικών η πλήρης εφαρμογή του υποσχεθέντος μισθολογίου. Τουλάχιστον όμως θα είχαν διασώσει την αξιοπιστία τους. Το να βγαίνουν όμως στην τηλεόραση δύο -κορυφαίοι κατά τα ΜΜΕ- υπουργοί και με θράσος χιλίων πιθήκων να ψεύδονται ασυστόλως, υποτιμώντας τη νοημοσύνη εκατόν πενήντα χιλιάδων εν ενεργεία και αποστράτων αξιωματικών αποτελεί ιταμή πρόκληση. Όσο βέβαια η αναισχυντία παραμένει συνώνυμη της πολιτικής, το ψέμα αποτελεί το πλέον πρόσφορο μέσο επικοινωνίας των κυβερνώντων με τους άμοιρους ψηφοφόρους.
Έτσι σήμερα, παρά τις επανειλημμένες υποσχέσεις της ΝΔ, από της εποχής του αλήστου μνήμης υπουργού Εθνικής Αμύνης κ. Ιωαν. Βαρβιτσιώτη, τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας εξακολουθούν να μισθοδοτούνται με εξευτελιστικό, εξ απόψεως ύψους αποδοχών, αλλά και εντελώς άδικο και παράλογο μισθολόγιο, το οποίο λεηλατεί τους μισθούς των μικρομεσαίων βαθμών. Όσο για τους αποστράτους, των οποίων η σύνταξη κατρακυλάει στο 40-45% των εν ενεργεία αποδοχών, καθίστανται κυριολεκτικώς «για κλάματα».
Ο οικονομικός ευτελισμός των αξιωματικών γίνεται πλέον κατανοητός με μια απλή σύγκριση. Πριν από αρκετά χρόνια ο βασικός μισθός του αρχηγού Ενόπλων Δυνάμεων ήταν ακριβώς ο ίδιος με τους αντιστοίχους των προέδρων των ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας (Άρειος Πάγος, ΣτΕ, Ελεγκτικό Συνέδριο). Με τις τελευταίες κατά 80% αυξήσεις των μισθών των τελευταίων, αυτοί μεν ανέβηκαν στο Έβερεστ των 9.000 ευρώ, ενώ ο πρώτος ξέμεινε μόνος στο λόφο του Αρδηττού, των 2.270 ευρώ, όσο δηλαδή κι ο μισθός ενός πρωτοδιόριστου πρωτοδίκου.
Η οικονομική εγκατάλειψη των στρατιωτικών όμως δεν προκύπτει μόνο από την παραπάνω σύγκριση. Η άθλια οικονομική πολιτική όλων των κυβερνήσεων των τελευταίων ετών, η οποία ενδίδει μόνο στους κλάδους που συνιστούν ισχυρές «ομάδες πιέσεως», έχει δημιουργήσει ουκ ολίγα μισθολογικά ρετιρέ, των οποίων μάλιστα οι αμοιβές βρίσκονται σε κραυγαλέα αντίθεση με την προσφορά τους στον κοινωνικό ιστό. Πιο συγκεκριμένα:
α. Οι λιμενεργάτες του ΟΛΠ, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του Τύπου, φτάνουν σκανδαλωδώς τα 150.000 ευρώ ετησίως.
β. Οι μηχανοδηγοί του χρεοκοπημένου και αμαρτωλού ΟΣΕ μισθοδοτούνται με το υπέρογκο για τα ελληνικά δεδομένα ποσό των 109.000 ευρώ ετησίως.
γ. Οι υπάλληλοι της αυταρχικής ΕΡΤ, η οποία διαρπάζει παρανόμως τις εισφορές εκατομμυρίων Ελλήνων, κάνουν δεν κάνουν χρήση των ευτελών υπηρεσιών της, ξεπερνούν τους 100.000 ευρώ ετησίως.
δ. Προνομιούχες κατηγορίες υπαλλήλων του υπουργείου οικονομικών και άλλων υπουργείων εισπράττουν καταχρηστικώς πλασματικές υπερωρίες, αμείβονται σκανδαλωδώς με λίαν υψηλές αποδοχές και φορολογούνται μεροληπτικά με ειδικούς φορολογικούς συντελεστές.
ε. Τέλος, η ελίτ των υπαλλήλων της Βουλής αμείβεται χαριστικώς με πολλαπλάσιες της προσφοράς τους αποδοχές και συνταξιοδοτείται, παρά πάσαν δικαιοσύνην, ισονομίαν και ηθικήν, στα 29 χρόνια υπηρεσίας -ενδεχομένως λόγω βαρέος και ανθυγιεινού επαγγέλματος- με συντάξεις που θα ζήλευε και ο πλέον καλοπληρωμένος πολίτης αυτής της χώρας.
Ο οικονομικός μαρασμός που κλάδου μας όμως δεν είναι η μοναδική συνέπεια της ανάλγητης κυβερνητικής πολιτικής τα τελευταία χρόνια. Η άλλη, εξίσου επαχθής, είναι η βαθμιαία κοινωνική απαξίωση των αξιωματικών, η οποία επιχειρείται ως εξής:
α. Οι αξιωματικοί, ως εκ της φύσεως της δουλειάς τους, διοικούν από την πρώτη ημέρα εξόδου τους από τη Σχολή μέχρι την αποστρατεία τους. Συνεπώς έχουν τεράστια διοικητική πείρα, ευρεία επιμόρφωση και αδιαμφισβήτητη εντιμότητα. Ως εκ τούτου τυγχάνουν εκ των πλέον καταλλήλων και ικανών μάνατζερ για τη διοίκηση των δημοσίων οργανισμών μετά την αποστρατεία τους. Δυστυχώς η εμπειρία και η ικανότητά τους απορρίπτεται στον κάλαθο των αχρήστων και αντ’ αυτών επιλέγονται γιάπηδες, οι οποίοι μυρίζουν χαρτίλα, με μοναδικά προσόντα κάποιο άσχετο, πολλές φορές, διδακτορικό και καλύτερη προφορά του good morning.
β. Πριν από μερικά χρόνια ένας μεγάλος αριθμός βουλευτών προήρχετο από τις Ένοπλες Δυνάμεις. Σταδιακά κατέστημεν είδος υπό εξαφάνισιν, διότι προφανώς ούτε εκεί μας θέλουν. Έτσι, στο σημερινό κοινοβούλιο υπάρχουν μόνο δύο απόστρατοι αξιωματικοί, εξ ων μόνο ο συνάδελφος υποπτέραρχος ε.α., Αθηναίος Φλωρίνης, είναι απευθείας εκλεγμένος απ’ τον ελληνικό λαό. Δυστυχώς και ο τελευταίος αυτός εκπρόσωπός μας κινδυνεύει να χάσει τη βουλευτική του έδρα με διάφορες αλχημείες των επαγγελματιών της πολιτικής. Αν δε οι επόμενες εκλογές γίνουν με λίστα, θεωρείται βέβαιο ότι κανείς αξιωματικός δεν θα είναι σε εκλόγιμη θέση. Έτσι δυστυχώς αποτυπώνεται η βούληση του πολιτικού κατεστημένου έναντι του κλάδου μας.
γ. Η κορωνίδα όμως της εμπάθειας, της απαξιώσεως και του ευτελισμού του ρόλου των αξιωματικών είναι η κατάργηση της ψήφου του Α/ΓΕΕΘΑ στο ΚΥΣΕΑ, παρά το γεγονός ότι ο τελευταίος είναι ο μόνος γνώστης των θεμάτων εθνικής αμύνης τα οποία συζητούνται στο εν λόγω ανώτατο κυβερνητικό συλλογικό όργανο. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι η κατάργηση δεν έγινε από κάποιο αριστερό κόμμα, αλλά από την πάλαι ποτέ συντηρητική Νέα Δημοκρατία.
δ. Τέλος, ένα ακόμη δείγμα απαξιώσεως είναι και η τέλεια περιφρόνηση του κλάδου. Την πλήρη λοιπόν απαρέσκεια και την περιφρόνηση της πολιτικής ηγεσίας της κυβερνώσας παρατάξεως «απολαμβάνουν» οι απόστρατοι από τον καθ’ ύλην αρμόδιο και εποπτεύοντα υπουργό. Ο πολύς λοιπόν ΥΠΕΘΑ, κ. Ευαγ. Μεϊμαράκης, παρά πάσαν έννοιαν λογικής, καλής συνεργασίας και δεοντολογίας, επιδεικνύων άκρως αλαζονική συμπεριφορά, αρνείται πεισματικά να δεχθεί σε ακρόαση τις αιρετές διοικήσεις των αποστράτων αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων, παρά τις επανειλημμένες έγγραφες και προφορικές αιτήσεις τους, επί 31 ολόκληρους μήνες, ψεύδεται δε ασυστόλως όταν ερωτώμενος στη Βουλή απαντά «ουδέποτε αρνήθηκα να δεχθώ τους απόστρατους». Προφανώς δεν απέστειλε αρνητική απάντηση στις αιτήσεις μας, πλην τις ρίχνει κατευθείαν στον κάλαθο των αχρήστων του γραφείου του.
Εκ των ως άνω αβιάστως αποδεικνύεται ότι κάτι δεν πάει καλά στο Βασίλειο της Δανιμαρκίας. Είναι τόσες πολλές οι αποδείξεις, ώστε είναι δύσκολο να υπάρχει συνάδελφος που να μην αντιλαμβάνεται ότι «κανείς δεν μας πάει», εκτός ίσως από μερικούς οι οποίοι κατατρύχοντο από το σύνδρομο του «σφάξε με αγά μου να αγιάσω».
Το θέμα όμως δεν είναι μονοσήμαντο και δεν αφορά μόνο τα στελέχη, αλλά τις Ένοπλες Δυνάμεις ως εθνική συνιστώσα του έθνους γενικότερα. Και το ερώτημα είναι το εξής: Δεν σκέπτονται ότι υπ’ αυτές τις συνθήκες δεν μπορούν να έχουν αξιόμαχες Ένοπλες Δυνάμεις; Δεν αντιλαμβάνονται ότι τα έξυπνα όπλα και τα πανάκριβα οπλικά συστήματα καθίστανται άχρηστα σε χέρια προσωπικού με οικονομικά προβλήματα και χωρίς ηθικό; Τέλος δεν αναλογίζονται ότι αν σπάσει ο διάβολος το ποδάρι του και γίνει ένας χαμένος πόλεμος με την Τουρκία, πολλοί απ’ αυτούς θα καθίσουν στο σκαμνί και ενδεχομένως θα έχουν την τύχη του Γούναρη, του Χατζηανέστη και των άλλων θυμάτων της δίκης των εξ;
Βέβαια όσο εμείς συμπεριφερόμαστε ως υποτελείς, τόσο εκείνοι αποθρασύνονται και μας θεωρούν ένα το κρατούμενο. Το θέμα όμως είναι ως πότε. Ως πότε αυτοί θα μας εμπαίζουν και μεις θα ξεσκονίζουμε τα πέτα των σακακιών τους; Ως πότε αυτοί θα μας περιφρονούν και μεις θα τρέχουμε σαν τα σκυλάκια πίσω τους; Ως πότε αυτοί θα μας ραπίζουν και μεις θα τους γυρίζουμε και την άλλη παρειά; Ως πότε αυτοί θα μας απαξιώνουν και εμείς θα τους χειροκροτούμε; Κι ως πότε αυτοί θα μας ευτελίζουν κι εμείς θα τους ψηφίζουμε;


Σχολιάστε εδώ