Ο Καραμανλής κινδυνεύει, αν συνεχίσει ίδια πολιτική

Η κυβέρνηση βρίσκεται σε ένα πολύ κρίσιμο σημείο που αν το διαβεί, δεν υπάρχει πλέον δρόμος επιστροφής: Κινδυνεύει να μπει στην πολιτική κόλαση της αυτοτελούς φθοράς, η οποία έχει τη δική της δυναμική που δεν επηρεάζεται καθόλου από τη δραστηριότητα του αντιπάλου, από τα λάθη ή την ανεπάρκεια του Γιώργου Παπανδρέου και την απεχθή ανάμνηση του ΠΑΣΟΚ που κυβερνούσε προ πενταετίας υπό το διεφθαρμένο σημιτικό καθεστώς του «εκσυγχρονισμού».

Έναν μόλις χρόνο μετά τη θριαμβευτική της επικράτηση στις βουλευτικές εκλογές, η κυβέρνηση Καραμανλή μοιάζει πια με την κυβέρνηση Σημίτη και την κυβέρνηση Μητσοτάκη, λίγο πριν απομακρυνθούν από την εξουσία εν μέσω λαϊκής οργής.

Ακόμη και ο ίδιος ο πρωθυπουργός προσωπικά δείχνει να αδυνατεί να αντιληφθεί την πολιτική πραγματικότητα και τις διαθέσεις του ελληνικού λαού. Δρα σπασμωδικά, μπερδεύει την ήρεμη πολιτική αποφασιστικότητα με την αλαζονική ξεροκεφαλιά και συμπεριφορά, σαν να του φταίει ο κόσμος και όχι η γραμμή που ο ίδιος χαράζει.

Είναι εντυπωσιακά αρνητικό το πώς κατόρθωσε να μεγιστοποιήσει το πολιτικό κόστος των προσωπικών του χειρισμών στην υπόθεση Βουλγαράκη και Μάρας Ζαχαρέα και επιπλέον να μην κατορθώσει καν με τις παραιτήσεις τους να εκτονώσει έστω και κατ’ ελάχιστο τη λαϊκή δυσφορία.

Αν συνεχίσει να πολιτεύεται κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο Κώστας Καραμανλής αποκλείεται να κατορθώσει να σχηματίσει κυβέρνηση μετά τις επόμενες βουλευτικές εκλογές, όποτε κι αν τις κάνει.

Γιατί τους φορτώθηκε;

Ο πρωθυπουργός δεν αντελήφθη, δυστυχώς γι’ αυτόν, ότι η διαπιστούμενη λαϊκή αποδοκιμασία του βίου και της πολιτείας του υπουργού Ναυτιλίας Γ. Βουλγαράκη εξέφραζε τα αισθήματα της συντριπτικής πλειονότητας του ελληνικού λαού. Δεν αποτελούσε απλώς μια «σκευωρία του ΠΑΣΟΚ».

Έτσι ο πρωθυπουργός πήρε πάνω του την πολιτική ευθύνη για τα πεπραγμένα του Γ. Βουλγαράκη με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο, στη συνέντευξη που έδωσε στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Δεν αρκέστηκε να δηλώσει ότι «είναι ξεκάθαρο, είναι πασιφανές ότι δεν αναφερόμαστε σε παράνομες, ανήθικες, αθέμιτες πράξεις», αλλά έφτασε μέχρι του σημείου να ισχυριστεί ότι «σε καμία περίπτωση δεν υπάρχουν φαινόμενα απρεπούς συμπεριφοράς»! Μέχρι και υπόδειγμα… ευπρέπειας (!) τον έβαλε δηλαδή τον Βουλγαράκη!

Τεράστιο λάθος. Από τη στιγμή που το διέπραξε όμως, Κυριακή μεσημέρι, πώς τον καρατομεί διά της παραιτήσεως την Παρασκευή;

Όταν ο Γ. Βουλγαράκης καταγγέλλει στην επιστολή παραίτησής του ότι θεωρεί πως «επιχειρείται η εν ψυχρώ δολοφονία της πολιτικής μου οντότητας, η σπίλωση της τιμής και της υπόληψής μου» και ότι «το ΠΑΣΟΚ πρωτοστατεί σ’ αυτήν την ανήθικη και συκοφαντική τακτική», πώς ο πρωθυπουργός αφήνει το ΠΑΣΟΚ να κατασπαράξει πολιτικά έναν υπουργό του και μάλιστα από τους πιο στενούς του φίλους; Δεν θα έπρεπε να τον υπερασπιστεί με νύχια και με δόντια;

Αποδεχόμενος την παραίτησή του, έκανε τα πράγματα πολύ χειρότερα. Αν όντως πίστευε όσα έλεγε για τον Βουλγαράκη την Κυριακή, και παρ’ όλα αυτά άφησε τον υπουργό του να πάει «σαν το σκυλί στ’ αμπέλι», τότε όλοι οι βουλευτές της ΝΔ και κυρίως οι υπουργοί πρέπει να αισθάνονται πανικόβλητοι, αφού η παραμονή στον θώκο τους εξαρτάται μόνο από το αν θα τους επιτεθεί προσωπικά ή όχι το… ΠΑΣΟΚ, με δεδομένο ότι ο πρωθυπουργός αδυνατεί να τους διασώσει, όπως φάνηκε περίτρανα στην υπόθεση Βουλγαράκη!

Θα απογυμνώνεται συνεχώς

Αντιθέτως, αν ο Γ. Βουλγαράκης είχε παραιτηθεί πριν από την περασμένη Κυριακή, ο Κ. Καραμανλής θα μπορούσε να είχε πάει στη συνέντευξη και να εμφανιστεί ως «καθαρτήρια» δύναμη. Πρωθυπουργός μιας κυβέρνησης που κάποιοι υπουργοί της δρουν ανεπίτρεπτα σε κάποιες περιπτώσεις, αλλά ο ίδιος, που δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του, τολμά και τους απομακρύνει χωρίς δισταγμό, ακόμη και όταν τα παραπτώματά τους έγκεινται όχι σε παρανομίες, αλλά ακόμη και σε ηθικά και πολιτικά μεμπτή συμπεριφορά.

Δεν το έκανε. Εμφανίστηκε έτσι να χρησιμοποιεί και να καταναλώνει το προσωπικό του κύρος για να συγκαλύψει, να κουκουλώσει την υπόθεση, καθιστάμενος πολιτικά συνένοχος, και τελικά να «πουλάει» και να θυσιάζει τον υπουργό του, όταν πανικόβλητος διαπιστώνει πως όλη η Ελλάδα είναι απογοητευμένη ή θυμωμένη εναντίον του πρωθυπουργού πλέον για τη στάση του στη συνέντευξη της ΔΕΘ.

Έτσι όμως κάθε άλλο παρά βελτίωσε την εικόνα τη δική του και της κυβέρνησης η καρατόμηση του Βουλγαράκη.

Αναλόγως εξελίχθηκε και η υπόθεση της Μάρας Ζαχαρέα, της συζύγου του υπουργού Προπαγάνδας Θόδωρου Ρουσόπουλου.

Χρειάζεται πολύ μυαλό δηλαδή για να αντιληφθεί κανείς ότι δεν υπάρχει σχεδόν κανένας Έλληνας που να θεωρεί ότι η Μάρα μπορεί και πρέπει να λέει πολιτικές ειδήσεις σε τηλεοπτικό σταθμό, όσο διάστημα ο σύζυγός της είναι ως εκ της θέσεώς του υπεύθυνος για τα ΜΜΕ και το πέρασμα της κυβερνητικής γραμμής σε αυτά με κάθε μέσο – διανομή κρατικής διαφήμισης, διακανονισμοί για τα χρέη τους κ.λπ.;

Τι φληναφήματα είναι αυτά που είπε ο πρωθυπουργός, απαντώντας στους ισχυρισμούς περί πολιτικά ασυμβίβαστου ανάμεσα σε μια τέτοια τηλεοπτική απασχόληση της Μάρας Ζαχαρέα και στο υπουργικό αξίωμα του άντρα της, όσο διαρκεί η υπουργική του θητεία; «Θεωρώ τέτοιου είδους απόψεις αναχρονιστικές, θα έλεγα μεσαιωνικές σε ό,τι αφορά τον ρόλο της γυναίκας στη σύγχρονη κοινωνία και στις επαγγελματικές δραστηριότητες», ισχυρίστηκε ο Κ. Καραμανλής, χωρίς φυσικά να πείσει απολύτως κανέναν.

Αλλά αν πίστευε αυτά που έλεγε στη ΔΕΘ, γιατί άφησε ο πρωθυπουργός τη χώρα να κυλήσει από την Τρίτη στον… Μεσαίωνα, με την παραίτηση της Μάρας Ζαχαρέα από το κανάλι όπου δούλευε;

Προφανώς επειδή «περισσεύει η υποκρισία» που λέει και η Μάρα, αν και ο πολύς κόσμος πιστεύει ότι και αυτή θυσιάστηκε στον… ιερό βωμό του χρήματος και της απληστίας ρασοφόρων κτηματομεσιτών του Αγίου Όρους!

Καμιά ελπίδα αυτοδυναμίας

Τα σφάλματα των υπουργών του απογυμνώνουν τον πρωθυπουργό από πολύτιμους συνεργάτες του, επιδεινώνοντας μια ήδη δύσκολη πολιτική κατάσταση. Δυστυχώς, φαίνεται πως και πολλοί υπουργοί της ΝΔ αντιγράφουν τρόπους διοίκησης αλλά και προσωπικού πλουτισμού μέσω επιλήψιμων μεθόδων που δίδαξαν σε ευρεία κλίμακα οι υπουργοί του ΠΑΣΟΚ. Έτσι όμως καθίστανται εξαιρετικά ευάλωτοι στις αναμενόμενες επιθέσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Αλαζόνες και υπερόπτες, φαίνεται πως οι υπουργοί της ΝΔ στέκονται μόνο στο γεγονός της μέχρι τώρα υπεροχής του κόμματός τους στις δημοσκοπήσεις έναντι του ΠΑΣΟΚ. Ξεχνούν ότι ναι μεν επικράτησαν άνετα του ΠΑΣΟΚ στις περυσινές εκλογές, αλλά την αυτοδυναμία της κυβέρνησης της ΝΔ την κέρδισαν για λιγότερες από 40.000 ψήφους!

Με τη λαϊκή δυσφορία για την πολιτική της ΝΔ και τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα όχι 40.000, αλλά 240.000 ψήφους, αν όχι παραπάνω, έχει χάσει η ΝΔ! Σε απλά ελληνικά, αυτό σημαίνει όχι μόνο ότι αποκλείεται να κατακτήσει αυτοδυναμία στις πρώτες εκλογές που θα γίνουν με τον ισχύοντα νόμο Σκανδαλίδη, αλλά θα είναι απίθανο να το καταφέρει και στις δεύτερες εκλογές που θα γίνουν με τον νόμο Παυλόπουλου, αν συνεχίσει την ίδια πολιτική!

Η παγίωση της αντίληψης όμως ότι η ΝΔ αποκλείεται να πετύχει την αυτοδυναμία ενδέχεται να έχει μοιραίες συνέπειες για το κυβερνών κόμμα. Πρώτα πρώτα, αν ο κόσμος πειστεί ότι η ΝΔ δεν μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση, δεν είναι καθόλου δύσκολο να κάνει το επόμενο βήμα και να φέρει μπροστά το ΠΑΣΟΚ, έστω και ελάχιστα. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο σχηματισμός κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ είναι βέβαιος, ανεξαρτήτως του τι ισχυρίζεται σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ.

Λόγω του εκλογικού συστήματος, πρώτο το ΠΑΣΟΚ έστω και με μία ψήφο σημαίνει λίγο κάτω από τις 150 έδρες (λόγω του μπόνους των 40 ή 50 εδρών), ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει τουλάχιστον καμιά τριανταριά βουλευτές με τους μετριότερους υπολογισμούς, άρα θα υπάρχει υπερεπάρκεια εδρών, πολύ πάνω από τις 150, για συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ. Προϋπόθεση φυσικά είναι να βγει το ΠΑΣΟΚ πρώτο, ανεξαρτήτως ποσοστού.

«Σώμα ατάκτων» η ΝΔ

Η δεύτερη επίπτωση της σταδιακά εδραιούμενης πεποίθησης ότι η ΝΔ δεν θα πετύχει αυτοδυναμία έχει ήδη αρχίσει να γίνεται ορατή από τώρα. Η κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ βρίσκεται σε πλήρη αταξία, χωρίς καμιά κομματική πειθαρχία. Ο πρωθυπουργός έχει μόνος του αποφύγει να χρησιμοποιήσει το αποτελεσματικότερο όπλο έναντι των βουλευτών

– τους περιοδικούς ανασχηματισμούς ώστε να συμπεριλάβει σταδιακά σε θέσεις υπουργών και υφυπουργών τους περισσότερους από τους βουλευτές του, με τους υπόλοιπους να προσδοκούν βάσιμα ότι έρχεται και η δική τους σειρά όπου να ‘ναι.

Η προσωπική απογοήτευση των βουλευτών και ιδίως εκείνων που έχουν ήδη απομακρυνθεί από υπουργικές θέσεις συνδυάζεται με τη διάψευση των προσδοκιών υπουργοποίησης των πολλών και παράγει ένα αποσταθεροποιητικό μείγμα, ιδίως εν όψει και της βέβαιης έως δραματικής (αν έρθει δεύτερη) μείωσης των εδρών της ΝΔ.

Ο πρωθυπουργός εμφανίζεται έτσι ηγούμενος «σώματος ατάκτων» στην κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ. Το τι λένε σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις με τους δημοσιογράφους ακόμη και υπουργοί και πόσο απαξιωτικά έχουν φτάσει στο σημείο να μιλούν για τον ίδιο τον πρωθυπουργό πολλοί βουλευτές δεν περιγράφεται.

Δεν είναι δυνατόν να βγαίνει ο Β. Πολύδωρας και να λέει δημοσίως ότι ο Καραμανλής κυβερνά σαν… Ρωμαίος αυτοκράτορας και να μην έχει καρατομηθεί επί τόπου! Άλλο πράγμα οι πολιτικές εσωκομματικές διαφωνίες -που και αυτές μόνο μέχρι ενός σημείου είναι ανεκτό να δημοσιοποιούνται- και εντελώς άλλο πράγμα οι περιφρονητικοί χαρακτηρισμοί για το πρόσωπο του πρωθυπουργού από βουλευτή και τέως υπουργό του κόμματος.

Μοιραίο λάθος του Καραμανλή το ότι δεν διέγραψε τον Πολύδωρα αυτοστιγμεί. Ο Γ. Παπανδρέου «ξεπέταξε» τον τέως πρωθυπουργό Κ. Σημίτη, επειδή διαφώνησε με την πολιτική του, και ο Κ. Καραμανλής δεν τολμάει να θέσει εκτός κοινοβουλευτικής ομάδας της ΝΔ έναν πρώην υπουργό, που απομακρύνθηκε εν μέσω κατακραυγής και τον χλευάζει προσωπικά!

Η σύγκριση Γ. Παπανδρέου – Κ. Καραμανλής στο θέμα αυτό είναι συντριπτικά υπέρ του πρώτου.


Σχολιάστε εδώ