Τάλιν, η διπλωματική πρωτεύουσα της Ευρώπης

Το πρόβλημα όμως δεν ξεπεράστηκε, αλλά προσέλαβε ακόμη πιο δραματικές διαστάσεις, γιατί αυτοί που απαντούν στις κλήσεις είναι οι Εσθονοί, οι Λετονοί, οι Λιθουανοί και οι Πολωνοί… Μάρτυρας ο νέος διχασμός της ΕΕ με αφορμή τη συζήτηση για τη στάση της απέναντι στη Ρωσία μετά την επίθεση της Γεωργίας στη Νότια Οσετία. Aπό σαράντα κύματα πέρασε η τελική θέση της ΕΕ για την κρίση στον Καύκασο όπως διαμορφώθηκε στο έκτακτο ευρωπαϊκό συμβούλιο που έγινε την 1η Σεπτεμβρίου και συνοψίζεται στην καταδίκη της αναγνώρισης από τη Ρωσία της Αμπχαζίας και της Ν. Οσετίας και την εμμονή στο σχέδιο ειρήνευσης που ανέλαβε να υλοποιήσει ο γάλλος Πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί, που έχει και την κυκλική προεδρία της ΕΕ το τρέχον εξάμηνο, με τις επισκέψεις του στη Μόσχα και την Τιφλίδα. Με τον όρο μάλιστα της εφαρμογής του σχεδίου αποχώρησης του ρωσικού στρατού από τη Γεωργία αποφασίστηκε να ξεκινήσουν και οι συνομιλίες μεταξύ ΕΕ και Ρωσίας για υπογραφή συμφώνου εμπορικής συνεργασίας που έχει παγώσει εδώ και δύο χρόνια μετά από βέτο της Πολωνίας και της Λιθουανίας.

Η στάση της ΕΕ έγινε δεκτή με σκεπτικισμό από τη ρωσική πρωτεύουσα, όπως φάνηκε και από τις αντιδράσεις του ρώσου προέδρου, Ντιμίτρι Μεντβέντεβ, που τη χαρακτήρισε «δίσημη» και «σχετικά ισορροπημένη», γιατί γνώριζε προφανώς το εύρος των διαφωνιών.

Τα δύο στρατόπεδα στο εσωτερικό της Ενιαίας κατά τ’ άλλα Ευρώπης διαμορφώθηκαν από τις πρώτες κιόλας ώρες που η Μόσχα κατέστησε σαφές ότι δεν πρόκειται να μείνει απαθής στη γεωργιανή εισβολή και έδωσε, με διαφορά μάλιστα οκτώ ολόκληρων ωρών, εντολή στον ρωσικό στρατό να προστατεύσει τους κατοίκους της Ν. Οσετίας.

Η εσπευσμένη μετάβαση στην Τιφλίδα των «5 μικρών Σαακασβίλι» από την Εσθονία, τη Λετονία, τη Λιθουανία, την Πολωνία και την Ουκρανία και η επιτόπια δήλωση του πολωνού Προέδρου, «είμαστε όλοι Γεωργιανοί», ο οποίος λειτουργούσε μάλλον ως ηχώ του ρεπουμπλικάνου υποψήφιου, Τζον ΜακΚέιν, μια κι αυτός έκανε εκείνη τη μέρα την ίδια εμπνευσμένη και πρωτότυπη δήλωση που πλέον ακούγεται ως τύμπανο πολέμου, σηματοδότησε τον εκ νέου διχασμό της ΕΕ.

Στα δύο η ΕΕ

Από κείνη την ημέρα που ο εσθονός Πρόεδρος (κατ’ εντολήν του οποίου γκρεμίσθηκε πέρυσι στην πρωτεύουσα Τάλιν μνημείο προς τιμήν της αντιφασιστικής νίκης) έφθασε να ζητήσει ακόμη και την ενεργοποίηση του άρθρου 5 του καταστατικού χάρτη του ΝΑΤΟ ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι η Γεωργία δεν αποτελεί μέλος του, κάτι που θα σήμαινε Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο, μέχρι τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου διαμορφώθηκαν δύο κατά βάση στρατόπεδα στην ΕΕ. Το πρώτο, το «φιλοπολεμικό μπλοκ» αποτελούνταν από τις τρεις χώρες της Βαλτικής (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία), την Πολωνία, την Τσεχία (που επιμένουν να φιλοξενήσουν στα εδάφη τους την αμερικανική αντιπυραυλική ασπίδα απειλώντας για πρώτη φορά τόσο άμεσα τη Μόσχα) και την Αγγλία – τις πιο αμερικανόδουλες δηλαδή κυβερνήσεις της ΕΕ και ορισμένες σκανδιναβικές χώρες που η σχέση τους με τη Μόσχα ήταν ανέκαθεν τεταμένη.

Αίτημά τους ήταν να αποδοθεί στη Μόσχα ακέραιη η ευθύνη για την αιματοχυσία, λες και τα ρωσικά τανκς ήταν αυτά που εισέβαλαν και άνοιξαν πρώτα πυρ στη Ν. Οσετία και μια σειρά άλλων κυρώσεων προς τη Μόσχα, που ξεκινούσαν από εμπόδια στην έκδοση βίζας μέχρι και μέτρα παρεμπόδισης των οικονομικών ανταλλαγών που ισοδυναμούσαν με εμπορικό πόλεμο.

Επρόκειτο για υστερικές και υποβολιμαίες κραυγές που απλώς εκμεταλλεύονταν την κρίση στον Καύκασο και κατά βάθος αποσκοπούσαν στην εξυπηρέτηση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, που για την Ευρασία έχει έναν και μοναδικό στόχο: διαίρει και βασίλευε. Και για τη Ρωσία, την παραμονή της στο τριτοκοσμικό επίπεδο οικονομικής και γεωπολιτικής ανάπτυξης των πρώτων χρόνων μετά την κατάρρευση.

Οι αντιρωσικές κραυγές ήταν όμως και αφελείς, καθώς υποτιμούσαν τον δραματικό αντίκτυπο που θα είχε για την ίδια την Ευρώπη ένας εμπορικός πόλεμος με τη Ρωσία, χωρίς φυσικά να υπολογίσουμε τα πολιτικά αντίμετρα που θα υιοθετούσε η Μόσχα στα μέτωπα της Μέσης Ανατολής, του Ιράν και του Αφγανιστάν. Μια μικρογραφία του εμπορικού πολέμου είδαμε άλλωστε με αφορμή την άδεια που έδωσε η Άγκυρα σε δύο αμερικανικά πολεμικά πλοία να περάσουν τα στενά του Βοσπόρου για να φθάσουν στη Μαύρη Θάλασσα μεταφέροντας στη Γεωργία επισήμως πάντα ανθρωπιστική βοήθεια – ανεπισήμως ωστόσο, σύμφωνα με τις καταγγελίες της Ρωσίας, πολεμικό υλικό. Η αντίδραση της Μόσχας, παρότι μάλιστα η Άγκυρα δεν ανταποκρίθηκε άμεσα στο αμερικανικό αίτημα, ήταν σφοδρότατη. Κι ως αποτέλεσμα, οι ουρές δεκάδων χιλιομέτρων που σχημάτισαν τα εκατοντάδες τουρκικά φορτηγά στα ρωσικά σύνορα, όπου περίμεναν ακόμη και τρεις εβδομάδες μέχρι να σηκωθούν οι μπάρες των τελωνείων, σήμαναν συναγερμό στην Τουρκία, η οποία εισάγει από τη Ρωσία το 60% του φυσικού αερίου της και το 50% του πετρελαίου της.

Άξονας Μόσχας –

Βερολίνου

Οι μεγάλης έκτασης και συνεχώς αυξανόμενες οικονομικές σχέσεις με τη Ρωσία είναι που επέβαλαν τη μετριοπάθεια στο δεύτερο στρατόπεδο που σχηματίστηκε εντός της ΕΕ με επικεφαλής το Βερολίνο, το οποίο απέρριψε κάθε σχέδιο όξυνσης και επέβαλε την τελική σολομώντεια λύση.

Με τη Γερμανία συμπαρατάχθηκαν η Γαλλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία, το Λουξεμβούργο, και οι μεσογειακές χώρες. Πόσο ρεαλιστικό είναι το υπόβαθρο της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής το εξηγούσε ακόμη και το αμερικανικό περιοδικό «Τάιμ», στο τελευταίο τεύχος του, αποστασιοποιούμενο από ιδεοληπτικές ερμηνείες: «Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος για θέματα εξωτερικής πολιτικής του συντηρητικού μπλοκ της Μέρκελ αναγνωρίζει ότι η πίεση για εξομάλυνση με τη Ρωσία δεν προέρχεται μόνο από την Αριστερά, αλλά και από τους γερμανούς επιχειρηματίες, ψηφοφόρους.

Η Γερμανία συνεισφέρει το 40% σχεδόν των συνολικών επενδύσεων στη Ρωσία. Ένας ειδικός σε θέματα Ρωσίας στο Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων της Γερμανίας υποστηρίζει πως το γερμανικό λόμπι διαδραμάτισε μεγάλο ρόλο στη δραματική «υποχώρηση» της Μέρκελ από την αναντίρρητη υιοθέτηση του αιτήματος της Γεωργίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ στην ηπιότερη στάση της στις Βρυξέλλες». Το επίπεδο οικονομικής ολοκλήρωσης της ΕΕ με τη Ρωσία το μαρτυρούν επίσης και οι εισαγωγές της Δυτικής Ευρώπης σε φυσικό αέριο και πετρέλαιο.

Έτσι, η Σλοβακία, η Λιθουανία, η Εσθονία, η Λετονία, η Βουλγαρία και η Φινλανδία εισάγουν όλο το φυσικό αέριο που καταναλώνουν από τη Ρωσία, η Γερμανία το 42% του φυσικού αερίου και το 34% του πετρελαίου, η Ουγγαρία το 79% του φυσικού αερίου και το 98% του πετρελαίου κ.ο.κ. Συνολικά η ΕΕ των 27 εισάγει από τη Ρωσία το ένα τρίτο του πετρελαίου που καταναλώνει και το 40% του αερίου.

Παρ’ όλα αυτά, το γεγονός ότι η Ρωσία αποτελεί τον κατ’ εξοχήν προμηθευτή της Ευρώπης σε ενέργεια σε καμιά περίπτωση δεν υποδηλώνει την προνομιακή θέση της Ρωσίας και την υποτελή, εξαρτώμενη θέση της Ευρώπης, όπως κινδυνολογικά διατείνεται η Ουάσινγκτον επιδιώκοντας να διεμβολίσει αυτές τις σχέσεις, μια και η Μόσχα λόγω της ενεργειακής «μονοκαλλιέργειας» είναι πολύ πιο έντονα εξαρτώμενη από την ευρωπαϊκή ζήτηση. Δεν υφίσταται λοιπόν κάποια θεμελιακά άνιση ή ετεροβαρής σχέση στις ευρω-ρωσικές εμπορικές ανταλλαγές.

Τσέινι υπέρ Ναμπούκο

Η Ουάσινγκτον επιχειρεί να υπονομεύσει αυτές τις σχέσεις, που αναπτύσσονται φυσιολογικά λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας και προς αμοιβαίο όφελος των δύο μερών φοβούμενη την πολιτική δυναμική τους, στον βαθμό που μακροχρόνια ενδέχεται να απειλήσουν την αμερικανική ηγεμονία.

Σ’ αυτήν την κατεύθυνση δε διστάζει να ρίξει λάδι στη φωτιά, όπως φάνηκε και από το ταξίδι του Ντικ Τσέινι, που όλο και πιο επίμονα υποδεικνύεται ως αρχιτέκτονας και υποκινητής του γεωργιανού τυχοδιωκτισμού, στο αμερικανόδουλο τόξο που ξεκινάει από το Αζερμπαϊτζάν, περνάει από τη Γεωργία και καταλήγει στην Ουκρανία. Απώτερος στόχος του ήταν να υπογραμμίσει την αμερικανική υποστήριξη προς τον αγωγό μεταφοράς φυσικού αερίου με την (προερχόμενη από την όπερα του Βέρντι) ονομασία Ναμπούκο, που θα ξεκινάει από το Μπακού του Αζερμπαϊτζάν και μέσω της Γεωργίας και της Τουρκίας και στη συνέχεια της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας και της Ουγγαρίας θα εισέρχεται στην Ευρώπη.

Άμεσα ανταγωνιστικός αυτού του αγωγού θα είναι ο ρωσικός Σάουθ Στριμ, που θα ξεκινάει από τη Ρωσία και μέσω της Μαύρης Θάλασσας θα καταλήγει στη Βουλγαρία, για να διακλαδωθεί νοτιοδυτικά προς τη χώρα μας και μετά στην Ιταλία και βορειοδυτικά στη Σερβία.

Η κατασκευή του αμερικανικού αγωγού, που θα προσπερνάει τη Ρωσία, προβλέπεται να ξεκινήσει το 2010 και να στοιχίσει 7,9 δισ. ευρώ. Εντούτοις, «υπάρχουν φόβοι ότι ο πόλεμος του προηγούμενου μήνα μπορεί να πλήξει αυτήν τη στρατηγική υπονομεύοντας την αξιοπιστία των οδών μεταφοράς που διέρχονται από τη Γεωργία.

Ορισμένοι αναλυτές λένε ότι ο γεωργιανός πόλεμος μπορεί να πανικοβάλλει τους επενδυτές, καθιστώντας δύσκολο για την κοινοπραξία να συγκεντρώσει τα 7,9 δισ. που απαιτούνται για να κατασκευαστεί ο Ναμπούκο – ένα έργο ήδη δύσκολο από την παγκόσμια πιστωτική κρίση», τόνιζε η «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ» στις 3 Σεπτεμβρίου, δείχνοντας τους απώτερους στόχους του ταξιδιού του Τσέινι.

Ο αμερικανός αντιπρόεδρος δεν δίστασε επίσης να προαναγγείλει και νέα πολιτική όξυνση, ενθαρρύνοντας τα ασταθή και υπό προθεσμία καθεστώτα της Τιφλίδας και του Κιέβου να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ.

Η επιμονή όμως της Ουκρανίας να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, ενάντια στη θέληση του πληθυσμού της, είναι βέβαιο ότι θα οξύνει τον διχασμό μεταξύ του ανατολικού ρωσόφωνου τμήματος της χώρας, που ανέκαθεν αντιμετώπιζε φιλικά τη Μόσχα, και του δυτικού, που στήριξε προ τετραετίας το «πορτοκαλί πραξικόπημα» της CIA, ενώ θα δώσει νέα ώθηση στους κατοίκους της Κριμαίας, οι μισοί εκ των οποίων είναι Ρώσοι, να ζητήσουν την ανεξαρτησία τους από την Ουκρανία και την ένταξή τους στη Ρωσική Ομοσπονδία.

Δυστυχώς, τέτοια σενάρια όσο εμπρηστικά κι επικίνδυνα κι αν ακούγονται κινούνται πολύ πιο κοντά από τη σφαίρα της φαντασίας, όσο η διπλωματική πρωτεύουσα της ΕΕ βρίσκεται στην Εσθονία και η εξωτερική πολιτική της διαμορφώνεται από τους μικρούς Σαακασβίλι…


Σχολιάστε εδώ