ΛΑΘΟΣ ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΧΡΟΝΟ
Στριμωγμένη η κυβέρνηση από το ισχνό της πλειοψηφίας της, αλλά εξακολουθεί να προηγείται σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις στην προτίμηση ψήφου. Μα τι γίνεται άραγε και δεν περνάει μπροστά το ΠΑΣΟΚ; Τόσο κακές ήταν οι κυβερνήσεις του τα τελευταία χρόνια που ο κόσμος δεν μπορεί να τις ξεχάσει, ή μήπως δεν είναι τόσο κακές οι κυβερνήσεις της ΝΔ, οπότε δεν έχει λόγο ο κόσμος να τις απομακρύνει αμέσως; Ποιος ξέρει… Μπορεί και τα δύο, μπορεί άλλα να λειτουργούν στις επιλογές των ανθρώπων.
Πάντως η Νέα Δημοκρατία κάνει ό,τι μπορεί για να φύγει από την εξουσία. Με 152 βουλευτές, από τους οποίους διάφοροι «τιμωρημένοι» μπαινοβγαίνουν στην Κοινοβουλευτική Ομάδα (όπως στο ποδόσφαιρο που τιμωρείται για ανάρμοστη συμπεριφορά ο τάδε ή ο δείνα παίκτης και μένει εκτός αποστολής), δεν νιώθει πολύ άνετα, οπότε είναι και πάλι επίκαιρο το ερώτημα γιατί άραγε έκανε εκλογές ο Κώστας Καραμανλής πριν από έναν χρόνο; Μα για να τις κερδίσει, είναι η απάντηση. Σωστά, αλλά είχε υπόψη του τον εκλογικό νόμο που σε καμιά περίπτωση δεν θα του έδινε την πλειοψηφία που είχε πριν, τους 165 δηλαδή βουλευτές. Διότι είναι προφανές ότι αλλιώς κυβερνάς με πλειοψηφία 15 βουλευτών και αλλιώς με πλειοψηφία δύο βουλευτών, εκ των οποίων ο ένας είναι ο Πέτρος Τατούλης. Ορισμένοι, λάτρεις των συνειρμών που φέρνουν οι καταγωγές, θα προσέθεταν εδώ και την παλαιά φίλη του κ. Τατούλη Ντόρα Μπακογιάννη, κόρη του Κων. Μητσοτάκη, καθώς και τον υιό του πρώην πρωθυπουργού Κυριάκο. Και θα κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι ο Καραμανλής έχει «από χέρι» 149 βουλευτές και όχι 152. Μικρή σημασία έχει. Πάντως δεν διαθέτει άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, και, αν δεν τον εμπόδιζε το γεγονός ότι έκανε εκλογές μόλις πριν από έναν χρόνο, ως γνήσιος Καραμανλής θα το διέλυε και θα ξαναέκανε εκλογές ώστε να κυβερνήσει με άνεση. Ή να χάσει και να τελειώνουμε. Διότι δεν πάει σε έναν Καραμανλή να νιώθει όμηρος των ευαισθησιών και των ανησυχιών του ενός ή του άλλου βουλευτή, όμηρος της πιθανότητας «να σκάσει» κι άλλη ιστορία κουμπάρων, καρτέλ γάλακτος, ομολόγων κ.λπ.
Αλλά οι εκλογές έγιναν μόλις πριν από έναν χρόνο. Θα πρέπει να βρεθεί αντικειμενικά ισχυρός λόγος και όχι κατασκευασμένος (όσο κι αν καλύπτεται η σχετική κατασκευή εκ του Συντάγματος) που θα πείσει τους πολίτες ότι δεν γίνεται αλλιώς και πρέπει να (ξανα)πάμε σε εκλογές. Και ένας τέτοιος λόγος δεν σχετίζεται παρά μόνο με συνθήκες εκτροπής, η ελαφρότερη των οποίων είναι η απώλεια της δεδηλωμένης από την κυβέρνηση. Να πάψει δηλαδή να έχει πλειοψηφία και έτσι εκ των πραγμάτων, αφού δεν θα υπάρχει κυβέρνηση, να προχωρήσει η χώρα σε βουλευτικές εκλογές. Υπάρχει κανείς να ρίξει την κυβέρνηση; Υπάρχουν βουλευτές που για κάποιους λόγους θα την ανέτρεπαν; Δύσκολο. Ακόμα κι εκείνοι που διαφωνούν με τον τρόπο, το στυλ και το περιεχόμενο της διακυβέρνησης, δεν είναι βέβαιο ότι θα θελήσουν να κουβαλήσουν το φορτίο της ανατροπής, μια και κάτι τέτοιο θα εξαφάνιζε κατά πάσα πιθανότητα το πολιτικό τους μέλλον. Όταν οι βουλευτές που αργότερα θα σχημάτιζαν την Πολιτική Άνοιξη υπό τον Αντώνη Σαμαρά ανέτρεψαν την κυβέρνηση του Κων. Μητσοτάκη, πίστευαν βαθιά σ’ αυτό που έκαναν και είχαν το όραμα του νέου κόμματος που θα έπαιζε ρόλο στην αναμόρφωση της συντηρητικής παράταξης, αλλά και στην αναδιάταξη συνολικά του πολιτικού σκηνικού.
Σήμερα δεν υπάρχουν ανάλογα δεδομένα, ανάλογες αναζητήσεις. Θα ευχόταν ο Καραμανλής να υπήρχε τέτοια πρωτοβουλία από μια μικρή ομάδα (δεν χρειάζονται πολλοί άλλωστε, μόνο δύο!) ώστε να παρουσιαστεί ο ίδιος ως θύμα και στόχος άνομων (και ποικιλώνυμων, όπως θα έλεγε και ο ιδρυτής της ΝΔ θείος του) συμφερόντων που τον ανέτρεψαν, πείθοντας μάλιστα επ’ αυτού και αρκετό κόσμο. Όσους δεν έπεισε ο Κων. Μητσοτάκης όταν ανετράπη, διότι οι περισσότεροι το εξέλαβαν ως θεία δίκη (για όσα με ευθύνη του συνέβησαν το 1965), ενώ άλλοι θεώρησαν απολύτως φυσιολογική κίνηση την ανατροπή εκείνης της κυβέρνησης. Σήμερα τα πράγματα δεν είναι ίδια, δεν μοιάζουν καν. Ο Καραμανλής εξακολουθεί να είναι αποδεκτός από τους πολίτες, η κυβέρνησή του λιγότερο. Δυστυχώς γι’ αυτόν πρέπει να βρει τρόπο να κυβερνά απομακρύνοντας από τις προοπτικές του το ενδεχόμενο άμεσων εκλογών. Άλλωστε θα έχει (αν εξακολουθεί να θέλει) την ευκαιρία να τις διενεργήσει τον Ιούνιο του 2009 όταν θα γίνουν ευρωεκλογές, και, κανείς τότε δεν θα του πει γιατί (ξανα)κάνει εκλογές. Θα έχουν περάσει δύο σχεδόν χρόνια από τις προηγούμενες και η αφορμή των ευρωεκλογών δημιουργεί «χώρο» και για τις εθνικές. Εκτός αν μέχρι τότε συμβούν άλλα, μη προβλέψιμα γεγονότα.