«Καταρρίφθηκαν» τα αρνητικά φορολογικά ρεκόρ του κ. Σημίτη!

Η βεβαιότητα αυτή στηρίζεται στη διαπίστωση ότι ήδη, με βάση τις εκτιμήσεις για τον κρατικό προϋπολογισμό του 2007 και τις προβλέψεις για τον κρατικό προϋπολογισμό του 2008, «καταρρίφθηκαν» τέσσερα τέτοια αρνητικά φορολογικά ρεκόρ του κ. Σημίτη. Πρόκειται για την αύξηση-ρεκόρ του ποσοστού συμμετοχής των έμμεσων φόρων στο σύνολο των φόρων, την επιδείνωση-ρεκόρ της σχέσης έμμεσων και άμεσων φόρων και την επιδείνωση-ρεκόρ της φορολογικής σκληρότητας («ελαστικότητα φορολογικών εσόδων», λέγεται επιστημονικά!), όπως αυτή εκδηλώνεται με τη σχέση αύξησης του ΑΕΠ και μεταβολής των φορολογικών εσόδων και του ΦΠΑ.
Συγκεκριμένα, η εξέλιξη της φορολογικής σκληρότητας-ρεκόρ στα αντίστοιχα αυτά μεγέθη έχει ως εξής:
1. Αύξηση-ρεκόρ του ποσοστού συμμετοχής των έμμεσων φόρων, που είναι οι πιο άδικοι κοινωνικώς, στο σύνολο των εσόδων: Το ποσοστό αυτό εκτιμάται ότι διαμορφώθηκε το 2007 στο 59,2% (και τώρα με τα νέα μέτρα θα ανέβει σε ακόμα υψηλότερα επίπεδα), καταρρίπτοντας έτσι το ρεκόρ του 2001, που ήταν 58,9%! Από τις προβλέψεις του προϋπολογισμού για το 2008 προκύπτει ότι θα «καταρριφθεί» και το ρεκόρ αυτό, αφού το ποσοστό θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο (στο 59,6%)!
2. Αύξηση-ρεκόρ της σχέσης έμμεσων και άμεσων φόρων: Εκτιμάται ότι διαμορφώθηκε το 2007 στο 1,45 (φορές), καταρρίπτοντας το προηγούμενο ρεκόρ (1,44 φορές) που κατείχε ο κ. Σημίτης το 2001! Σημειώνεται ότι για το 2008 προβλέπεται «κατάρριψη» και αυτού του ρεκόρ, αφού θα διαμορφωθεί στο 1,48 (φορές).
3. Ένταση-ρεκόρ της φορολογικής σκληρότητας, όπως εκφράζεται με τη σχέση ρυθμού αύξησης του
ΑΕΠ και μεταβολής των συνολικών φορολογικών εσόδων: Η σχέση αυτή είναι 1,84 φορές μεγαλύτερη, ενώ το προηγούμενο ρεκόρ το κατείχε ο κ. Σημίτης το 2002 (1,20 φορές).
4. Ένταση-ρεκόρ της φορολογικής σκληρότητας με τον ΦΠΑ: Η φορολογική αυτή σκληρότητα, όπως εκφράζεται με τη σχέση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ και της μεταβολής του ΦΠΑ (έμμεσοι φόροι) θα σπάσει όλα τα ρεκόρ το 2008, αφού θα είναι 1,94 φορές μεγαλύτερη, έναντι 1,70 φορές μεγαλύτερη που ήταν το 2002.
Αυτή η φορολογική επιδρομή έχει προκαλέσει διαχρονικά σοβαρή αφαίμαξη των οικογενειακών προϋπολογισμών με τη φορολόγηση ανύπαρκτων στην πραγματικότητα εισοδημάτων, εξάρθρωσε την ελληνική οικονομία με την ενίσχυση των πληθωριστικών πιέσεων και χωρίς κανένα σχεδόν ουσιαστικό αντίκρισμα στις υψηλές ονομαστικές αυξήσεις των αμοιβών, συνέτριψε την ανταγωνιστικότητα και διεύρυνε εφιαλτικά τον φαύλο κύκλο στην ελληνική οικονομία και κοινωνία.
Η φορολογική επίθεση, κυρίως εναντίον του εισοδήματος των εργατοϋπαλλήλων, επιβεβαιώνεται από την εφιαλτική εξέλιξη της φορολογικής επιβάρυνσης (φορολογικά έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ), από την εξουθενωτική ένταση (υπερβολική αύξηση φορολογικών εσόδων) των φοροεισπρακτικών επιδρομών, και μάλιστα σε πολλές περιόδους που δεν δικαιολογούνταν από τους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ και του πραγματικού εισοδήματος των εργατοϋπαλλήλων. Διότι πρέπει να επισημανθεί ότι η αύξηση των φόρων δεν κάνει κακό όταν υπάρχει ανάπτυξη, όταν δικαιολογείται από την ανάπτυξη. Αντιθέτως, σε αυτές τις περιπτώσεις η μείωση φόρων κάνει κακό (πληθωριστικές πιέσεις κ.λπ.).
Ειδικότερα, η φορολογική επιβάρυνση στη χώρα μας κορυφώθηκε κυρίως το 1999 και το 2000 (ήδη «καταρρίφθηκαν» τα ρεκόρ της περιόδου αυτής!). Τότε, τα συνολικά φορολογικά έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ (συνολική φορολογική επιβάρυνση) υπερδιπλασιάσθηκαν, η επιβάρυνση από άμεσους φόρους σχεδόν υπερπενταπλασιάσθηκε και από έμμεσους φόρους σχεδόν διπλασιάσθηκε σε σχέση με το 1960.
Αδιάσειστο τεκμήριο σκληρότητας της φορολογίας κατά την τελευταία κυρίως εικοσαετία αποτελεί η ένταση των διάφορων τρόπων και μηχανισμών είσπραξης φόρων, η οποία παρουσιάζεται με τον τεχνοκρατικό όρο «εισοδηματική ελαστικότητα της φορολογίας». Πρόκειται για έναν συντελεστή που δείχνει αν και κατά πόσον η αύξηση των φορολογικών εσόδων δικαιολογείται από αντίστοιχη αύξηση των εισοδημάτων, δηλαδή του ονομαστικού ΑΕΠ. Είναι προφανές ότι μια ονομαστική αύξηση των φορολογικών εσόδων αρκετά μεγαλύτερη από την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ δείχνει ένταση ή φορολόγηση ανύπαρκτων (μη πραγματικών) εισοδημάτων.
Ο «φορομπηχτισμός» αυτός γίνεται πιο έντονος, αν συγκριθεί ο συντελεστής αυτός με την αύξηση του ΑΕΠ. Από την εξέταση των στοιχείων προκύπτει ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της τελευταίας εικοσαετίας ο συντελεστής έντασης της φορολογίας είναι στις περισσότερες περιπτώσεις πάνω από τη μονάδα, ενώ, σε μερικές άλλες, εκείνος των άμεσων φόρων πάνω από το 2 (1990, 1994, 1998 και 1999). Την υψηλότερη τιμή είχε η φορολογική ένταση άμεσων φόρων το 1994 (2,46 φορές) και το ρεκόρ το 1998 (3,54 φορές).
Η φορολογική αυτή σκληρότητα εκδηλώθηκε πολλές φορές με διάφορους τρόπους, που προκαλούσαν όχι μόνο τους φορολογουμένους, αλλά και τους οικονομικούς νόμους, αφού ήταν από πολλά χρόνια γνωστό ότι δεν υπήρχαν άλλα περιθώρια στη χώρα μας για επιβολή νέων και αύξηση παλιών φόρων, εξαιτίας κυρίως της απελπιστικά χαμηλής ανταγωνιστικότητας. Κατ’ αρχάς, ας θυμίσουμε τις γνωστές «διαρρυθμίσεις» σε φορολογικά νομοσχέδια που αποτελούσαν εμπαιγμό για τους φορολογουμένους, αφού στην πραγματικότητα, αντί για «φοροελαφρύνσεις», όπως υπόσχονταν, επρόκειτο για νέες φοροεπιβαρύνσεις ή αυξήσεις παλιών φόρων. Επίσης, δεν μπορεί κανείς φορολογούμενος, και ιδιαίτερα μισθωτός και συνταξιούχος, να ξεχάσει την τρομερή αφαίμαξη που προκάλεσε στο εισόδημά του η μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας και των αφορολόγητων ποσών επί σειρά ετών.
Ένας άλλος τρόπος «φορομπηχτισμού» ήταν και η αύξηση των οριακών φορολογικών συντελεστών. Αυτό έγινε, για παράδειγμα, για τα εισοδήματα του 1994, όταν όχι μόνο δεν έγινε τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας, αλλά, αντίθετα, αυξήθηκε ο φορολογικός συντελεστής από 40 σε 45%! Έτσι, στην πραγματικότητα, το 1997 εφαρμόσθηκε η κλίμακα του 1992. Σε όλους αυτούς τους τρόπους φορολογικής αφαίμαξης πρέπει να προσθέσουμε την αλλόκοτη μέθοδο της παρακράτησης φόρου, τις περιβόητες αυξήσεις στις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων, την απίστευτη φορολογία της ιδιοκατοίκησης (τεκμαρτό εισόδημα από… ενοίκιο του ιδιοκτήτη κατοικίας στον εαυτόν του!), την κοινωνικώς άδικη αφαίρεση φόρου από φόρο (αντί του παλιού συστήματος αφαίρεσης ποσού από το δηλωθέν εισόδημα) και το φορομπηχτικό «χτίσιμο» της φορολογικής κλίμακας με το δυσανάλογο εύρος των φορολογικών κλιμακίων και την αντιδημογραφική φορολογία του οικογενειακού εισοδήματος (φορολογείται ως εισόδημα μόνο του εργαζομένου, ενώ δαπανάται απ’ όλα τα μέλη της οικογενείας του!).
Οι επιπτώσεις της φορολογικής αυτής επιδρομής είναι πολλές. Ταλανίζουν την οικονομία, αλλά και τους εργαζομένους. Από τη μια μεριά συρρικνώνεται το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα και από την άλλη επιδεινώνεται η ανταγωνιστικότητα και προκαλούνται πληθωριστικές πιέσεις. Η διαπίστωση μόνον ότι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι έχουν εξελιχθεί σε υποζύγια του ολοένα αυξανόμενου φορολογικού βάρους στη χώρα μας κατά την τελευταία κυρίως εικοσιπενταετία πρέπει να σημάνει συναγερμό για θαρραλέα τομή στο φορολογικό σύστημα και ιδιαίτερα στη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων.


Σχολιάστε εδώ