Οι εξελίξεις στο θέμα των Σκοπίων

Ακολούθησε το αδιέξοδο εμπάργκο και τώρα ξανασχοληθήκαμε ουσιαστικά με το θέμα λόγω της επιδιωκόμενης ένταξης της FYROM στο ΝΑΤΟ και των αμετροεπών δηλώσεων του πρωθυπουργού της Ν. Γκρούεφσκι. Και πάλι, όμως, ασχολούμαστε μονοσήμαντα, χωρίς να βλέπουμε όλες τις παραμέτρους του θέματος.
Κατ’ αρχάς πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι για το ότι φτάσαμε ως εδώ φταίμε κυρίως εμείς, γιατί μας λείπει η στρατηγική. Για 50-60 χρόνια ανεχόμασταν, με υποτονικές διαμαρτυρίες, την ύπαρξη του κρατιδίου στο πλαίσιο της Γιουγκοσλαβίας, όταν συστηματικά παραβίαζε (τουλάχιστον στην πρώτη 20ετία της ύπαρξής του) τα ανθρώπινα δικαιώματα για τους ελληνικής καταγωγής πολίτες με δημεύσεις περιουσιών, εκτοπίσεις και αλλαγές ονοματεπώνυμων και, έμμεσα, με εκδιώξεις στην Ελλάδα (περίπτωση 3.000 Σαρακατσάνων την περίοδο 1955-68). Ακόμη κι όταν τα Σκόπια αυτονομήθηκαν το 1991 και το πρόβλημα έγινε πιο ορατό, δεν κάναμε όσα έπρεπε τότε που υπήρχαν περισσότερες δυνατότητες για την επίλυση του προβλήματος της ονομασίας. Και ενώ στα Βαλκάνια ουσιαστικά είμαστε οι μόνοι που θέλουμε να παραμείνει βιώσιμο αυτό το κράτος, δεν κάναμε όσα επιβάλλονταν για να εξηγήσουμε στους κατοίκους του την ευαισθησία μας στο θέμα της ιστορίας και της ονομασίας, ούτε κάναμε τίποτα για να καταλάβουν ότι η ευρωπαϊκή τους προοπτική επιβάλλει να απεγκλωβιστούν από τις παρωπίδες του παρελθόντος και να ατενίσουν το μέλλον στηριζόμενοι στη συνεργασία με την Ελλάδα για μια ονομασία που θα σέβεται και την ελληνική ευαισθησία.
Για να γίνει κατανοητή η σημερινή κατάσταση, πρέπει να αναφέρω ότι σήμερα στα Σκόπια το 80% των ξένων επενδύσεων είναι από την Ελλάδα, ότι η ανεργία ανέρχεται στο 30-40%, ότι η ανασφάλεια εντείνεται και ότι οι διαφορές Αλβανών και Σλάβων θα γίνονται αγεφύρωτες και στο μέλλον θα μπορεί να λειτουργεί το κράτος αυτό μόνο υπό συνεχή εποπτεία ως προτεκτοράτο των HΠΑ… Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι τον Νοέμβριο του 2003 που βρισκόμουν στα Σκόπια επικεφαλής αντιπροσωπείας του ΔΣΘ σε σεμινάριο για δικηγόρους των Σκοπίων, σε εφαρμογή της συμφωνίας της Αχρίδας, απολύονταν από το υπουργείο Οικονομικών σλάβοι υπάλληλοι και προσλαμβάνονταν αντίστοιχα αλβανοί για να υπάρχει η δέουσα αναλογία, γεγονός που αντιμετωπιζόταν από τους σλαβόφωνους με εκδηλώσεις οργής…
Την ίδια εποχή που εμείς υποβαθμίσαμε το θέμα, οι Σλάβοι των Σκοπίων αναζητούσαν την προσωπική του λύση ο καθένας. Έτσι, λόγω της ένταξης της Βουλγαρίας στην ΕΕ από 1/1/2007, χιλιάδες Σλάβοι κάθε χρόνο, επικαλούμενοι βουλγαρική καταγωγή, ζητούν και αποκτούν βουλγαρική υπηκοότητα (μεταξύ αυτών και τέως πρωθυπουργός της χώρας…), ενώ η Ρουμανία προσπαθεί να οικειοποιηθεί τους βλαχόφωνους κατοίκους του κρατιδίου, παρέχοντας κάθε χρόνο 65 πλήρεις υποτροφίες για σπουδές σε ρουμανικά ΑΕΙ, τη στιγμή που η «ευημερούσα» Ελλάδα δίνει μόνο 5 υποτροφίες τον χρόνο…
Την ίδια εποχή, μεγάλο μέρος των νέων των Σκοπίων ζητούσε να μάθει ελληνικά (για να έχουν περισσότερες πιθανότητες πρόσληψης στις ελληνικές επιχειρήσεις που εδρεύουν εκεί), αλλά η ελληνική πολιτεία δεν βρήκε ακόμη… τον τρόπο να δημιουργήσει έναν φορέα που θα αναλάβει την προώθηση της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας και στα Σκόπια, αλλά και σε όλα τα Βαλκάνια, ενώ η Ελλάδα χάνει τη μοναδική ευκαιρία να κάνει τα ελληνικά γλώσσα εργασίας στα Βαλκάνια… Παράλληλα, και ενώ η Βουλγαρία υλοποιεί εδώ και χρόνια πρόγραμμα παροχής υποτροφιών σε νέους των Σκοπίων για σπουδές σε βουλγαρικά ΑΕΙ και ενθαρρύνει αδελφοποιήσεις πόλεων της Βουλγαρίας με πόλεις της ανατολικής πλευράς της FYROM, η ευημερούσα Ελλάδα ισχυρίζεται ότι δεν έχει χρήματα (!) ούτε για παροχή υποτροφιών σε παιδιά ομογενών από Σκόπια, Βουλγαρία κ.λπ.
Θα μπορούσα «μετά λόγου γνώσεως» να πω πολύ περισσότερα, παρουσιάζοντας πλήρη στοιχεία, αλλά δεν είναι στόχος μου να καταδείξω τη διαχρονική ολιγωρία της ελληνικής πολιτείας.
Επισημαίνω μόνο ότι ο πρωθυπουργός μας γνωρίζει πολύ καλά, από την εποχή που ήταν βουλευτής Θεσσαλονίκης, τα θέματα της ευρύτερης περιοχής και πρέπει να προβάλει απτό το όραμα της ευρωπαϊκής προοπτικής της περιοχής, με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, κάνοντας πιο αποτελεσματικό τον σταθεροποιητικό ρόλο της Ελλάδας στην περιοχή για να συνειδητοποιήσουν όλοι ότι χωρίς τον σταθεροποιητικό ρόλο της Ελλάδας δεν μπορεί να εμπεδωθεί κλίμα συνεργασίας και ανάπτυξης στα Βαλκάνια.
Τελειώνοντας επισημαίνω ότι το θέμα των Σκοπίων δεν έληξε και υπάρχει πάντα η δυνατότητα άσκησης βέτο για την ένταξη σε ΝΑΤΟ (ορθά χρησιμοποιήθηκε στη σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι) και ΕΕ ως μορφής πίεσης για να υπάρξει η πρέπουσα λύση στο θέμα της ονομασίας της FYROM. Πρέπει, πάντως, να ξέρουμε ότι χάθηκε πολύτιμος χρόνος, και στο μέλλον το πλαίσιο θα γίνεται πιο ασφυκτικό, γιατί στα Σκόπια έχουν επικρατήσει (με στήριξη από την υπερδύναμη) φωνές που δίνουν την εντύπωση «εθνικιστικού παραληρήματος»… Χρειάζεται με ψυχραιμία μακρόχρονος σχεδιασμός και στο πλαίσιο αυτό να αναληφθούν πρωτοβουλίες από τη χώρα μας με στήριξη των «ρεαλιστικών» – φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων στη FYROM, επίθεση φιλίας με προβολή της κοινής ευρωπαϊκής προοπτικής, αλλά και συχνή υπόμνηση σε ΕΕ, ΗΠΑ και ΝΑΤΟ ότι η συνεχιζόμενη ανοχή προς τους εξτρεμιστές των Σκοπίων λειτουργεί αποσταθεροποιητικά για όλα τα Βαλκάνια.
* Ο Δημήτρης Γαρούφας είναι τ. πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, διετέλεσε επί 13 χρόνια μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας στην Ένωση Βαλκανικών Δικηγορικών Συλλόγων και είναι συγγραφέας των βιβλίων «Όραμα και στρατηγική για τον Ελληνισμό στα Βαλκάνια», εκδ. Κυρομάνος – Θεσσαλονίκη 1996, και «Με ανοιχτούς ορίζοντες», εκδ. Ερωδιός-Θεσσαλονίκη 2006, που αναφέρονται σε θέματα βαλκανικής συνεργασίας.


Σχολιάστε εδώ